Από τη δυναμική παρουσία των κατοίκων που γειτνιάζουν με το εστιατόριο «Καστελόριζο» στη Νέα Κηφισιά χρωματίστηκε η πρόσφατη συνεδρίαση του ∆ημοτικού Συμβουλίου Κηφισιάς για την ανάδειξη των προεδρείων των Οργανισμών του ∆ήμου. Εκπροσωπούμενοι από τη δικηγόρο Αφροδίτη Παπαποστόλου, οι κάτοικοι ζήτησαν από τον νέο πρόεδρο του Σώματος Γιώργο Παπαδόπουλο να υπάρξει έκτακτη συζήτηση, διαμαρτυρόμενοι για την προέγκριση αδείας που αποφάσισε να παραχωρήσει η ∆ημαρχιακή Επιτροπή στην επιχείρηση, στις 23 ∆εκεμβρίου 2008.
Η άδεια προβλέπει, μεταξύ άλλων, την τοποθέτηση 80 τραπεζοκαθισμάτων, με τους κατοίκους, σύμφωνα με την κ. Παπαποστόλου, να είναι «σφόδρα δυσαρεστημένοι γι’ αυτή την απόφαση, από τη στιγμή που επί σειρά ετών το ∆ημοτικό Συμβούλιο αποφάσιζε ομόφωνα κατά της αδειοδότησης λειτουργίας του εστιατορίου σε μια περιοχή αμιγούς κατοικίας». Ως κύρια αιτία της αντίθεσής τους οι κάτοικοι επικαλούνται την όχληση από τη λειτουργία ενός κοσμικού κέντρου δίπλα στα σπίτια τους, την κυκλοφοριακή επιβάρυνση της περιοχής, καθώς επίσης και τις δυσάρεστες οσμές (σ.σ. πρόκειται για γνωστή αλυσίδα εστιατορίων θαλασσινών) και τα απορρίμματα.
Κάτοικοι: «Να ακουστούν οι θέσεις μας»
«Για ποιον λόγο η υπόθεση δεν ήρθε ποτέ στο ∆ημοτικό Συμβούλιο; Γιατί δεν μας δόθηκε η ευκαιρία να καταθέσουμε εδώ τις απόψεις μας», αναρωτήθηκε η εκπρόσωπος των κατοίκων.
Απαντώντας, ο δήμαρχος Νίκος Χιωτάκης ζήτησε κατ’ αρχάς από τους κατοίκους να στείλουν επιστολή με τις θέσεις τους στη ∆ημαρχιακή Επιτροπή, αλλά παράλληλα παραδέχθηκε ότι έχουν δίκιο στα επιχειρήματά τους. «Είναι σωστή και κατανοητή η διάσταση που βάζουν οι κάτοικοι περί οχλήσεως και όντως θα πρέπει το θέμα να εξεταστεί από την αρχή στο ∆ημοτικό Συμβούλιο», ανέφερε χαρακτηριστικά, προαναγγέλλοντας ότι αυτό θα γίνει στην επόμενη συνεδρίαση και αφού έχει συνέλθει και η ∆ημαρχιακή Επιτροπή με την επιστολή των κατοίκων κατατεθειμένη.
Π. Μπόζος: «Γιατί τόση βιασύνη;»
Η όλη κατάσταση, πάντως, δεν άργησε να λάβει διαστάσεις πολιτικής κόντρας, ειδικά μετά την παρέμβαση του επικεφαλής του συνδυασμού «Όμορφη Κηφισιά» Παναγιώτη Μπόζου, ο οποίος άφησε σαφείς αιχμές για τη διαδικασία αδειοδότησης από τη ∆ημαρχιακή Επιτροπή. «Πληροφορώ το Σώμα ότι ο επιχειρηματίας κατέθεσε αίτηση για άδεια λειτουργίας στις 16 ∆εκεμβρίου. Στις 19 ∆εκεμβρίου ο φάκελος ήταν ήδη έτοιμος από την αρμόδια υπηρεσία του ∆ήμου και στις 23 ∆εκεμβρίου δόθηκε τελικά η προέγκριση. Αυτό δεν έχει ξαναγίνει ποτέ στον ∆ήμο Κηφισιάς», ανέφερε χαρακτηριστικά και πρόσθεσε: «Μέσα σε 5 εργάσιμες ημέρες ολοκληρώθηκε η διαδικασία και πραγματικά δεν μπορώ να καταλάβω τον λόγο αυτής της ταχύτητας. Συνήθως μια τέτοια διαδικασία διαρκεί 4-5 μήνες».
Άμεση ήταν η απάντηση του δημάρχου, ο οποίος κατηγόρησε τον κ. Μπόζο για πολιτική εκμετάλλευση του θέματος. «∆ημοκοπείτε εις βάρος των κατοίκων. Άλλο πράγμα η προέγκριση άδειας και άλλο η έγκριση», ανέφερε, για να ανταπαντήσει ο κ. Μπόζος: «Όπως και να το δει κανείς, η προέγκριση αδείας φανερώνει την πολιτική σας βούληση κατ’ αρχήν, αφού όταν ο επιχειρηματίας προσκομίσει τον πλήρη φάκελο (υγειονομικό, πυροσβεστική κ.λπ. πιστοποιήσεις), τότε θα πάρει και την άδεια, κόντρα στην επί 20ετία αντίθετη βούληση αυτού εδώ του Σώματος, αλλά και των κατοίκων της περιοχής».
∆ήμαρχος: «Τους θέλετε ομήρους»
Ο κ. Ν. Χιωτάκης, ωστόσο, επέμεινε ότι πίσω από τη στάση του συναδέλφου του υποκρύπτονται πολιτικές σκοπιμότητες. «Γιατί δεν ήρθαν οι κάτοικοι νωρίτερα στο δημαρχείο για να θέσουν το θέμα και να έχουμε μαζί μας τον πλήρη φάκελο;», αναρωτήθηκε, τονίζοντας, παράλληλα, ότι «στον φάκελο υπάρχει η σχετική χρήση εστιατορίου για τον χώρο, ενώ η ∆ημαρχιακή Επιτροπή αποφάσισε με βάση τη δικαστική απόφαση του 2006, η οποία ήταν υπέρ του επιχειρηματία». Και πρόσθεσε: «Θέλετε τους κατοίκους ομήρους, κ. Μπόζο, αλλά η ανοχή μας τέλειωσε».
Σε αυτό το σημείο παρενέβη ο δημοτικός σύμβουλος της πλειοψηφίας Γιώργος Θωμάκος, ο οποίος με κατηγορηματικό τόνο ζήτησε «να υπάρξει απόφαση από το ∆ημοτικό Συμβούλιο για το θέμα μέσα από συζήτηση και ανταλλαγή επιχειρημάτων, όχι με τον τρόπο που έγινε μέσα στα Χριστούγεννα από τη ∆ημαρχιακή Επιτροπή».
Γιάννης Μπεθάνης