Το φαινόμενο της ανόδου του ρατσισμού, αλλά και της κοινοβουλευτικής εκπροσώπησης ακροδεξιών κομμάτων στα κοινοβούλια της Ευρώπης δεν είναι νέο και, φυσικά, δεν εκπλήσσει. Σε εποχές οικονομικών κρίσεων, ακόμη χειρότερα, εκπτώσεων αξιών, οι επιλογές είναι δύο: ανατροπές με το βλέμμα στο μέλλον ή επιστροφή σε συντηρητικά, κλειστοφοβικά ταμπού.
Όταν ακόμη και στις σκανδιναβικές χώρες η δεύτερη επιλογή κερδίζει οπαδούς, πως θα ήταν δυνατόν να αποτελέσει εξαίρεση η Ελλάδα; Πράγματι, το «φαινόμενο Καρατζαφέρη» δείχνει αντοχή στο χρόνο και μόνον δικά του λάθη μπορούν να ανατρέψουν την αποδοχή του ως «δεύτερου πόλου» στο χώρο της συντηρητικής δεξιάς.
Σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να υποτιμάται η όποια επιρροή του κόμματός του στο εκλογικό σώμα, ακόμα και σε ανθρώπους που ποτέ δεν τον ψήφισαν, ακόμη και μεταξύ οπαδών του ΠΑΣΟΚ ή και ατόμων που ανήκουν στην «ευρύτερη Αριστερά». Τα σλόγκαν του παρελθόντος: «μόνον ο Καρατζαφέρης τολμάει να τα πει» και «μπορεί να είναι ακροδεξιός, αλλά πολλές φορές λέει αλήθειες» (κλεμμένο απ’ τον Πάγκαλο, μόνο που στη θέση του «ακροδεξιός» βάζουμε το… «έξαλλος»!) αποτελούν από μόνα τους επικίνδυνο φλερτ με τη διολίσθηση σε λαϊκιστικές θέσεις…
Άλλωστε, η πολιτική πορεία του Καρατζαφέρη μετά τη μεταπολίτευση μπορεί άνετα να χαρακτηριστεί ως εξόχως λαϊκιστική. Εκδότης της αλήστου μνήμης εφημερίδας… «Το ελληνικόν στέμμα της Δημοκρατίας», παραγωγός αντιπασοκικών βίντεο και από το 1990 (με άδεια του Μητσοτάκη…) «καναλάρχης» του αξέχαστου TELECITY, εισήλθε στη Βουλή το 1993 με ένα συγκεκριμένο σχέδιο: Να διεκδικήσει τις ψήφους της αναχρονιστικής δεξιάς, δηλαδή των βασιλικών και χουντικών!
Μόνο που ο Καρατζαφέρης δεν περιορίστηκε σ’ αυτό. Αντιλαμβανόμενος την επικείμενη φθορά της Ν.Δ., έκανε μια τολμηρή βουτιά στη δεξαμενή των «κεντρώων» ψηφοφόρων της, δείχνοντας (στα «μεγάλα» κανάλια…) ένα πιο μετριοπαθές πρόσωπο. Αυτή η τακτική πέτυχε τόσο πολύ, ώστε τον έκανε αποδεκτό και από ψηφοφόρους του ΠΑΣΟΚ, εθισμένους στον λαϊκισμό μέσω του «αυριανισμού»!
Τέλος, οι πολύ περιορισμένες αντιδράσεις του ΚΚΕ (που «ξύπνησε» όψιμα, μόνο όταν έγινε ανοιχτά στόχος του ωμού αντικομμουνισμού και της συχνής προβοκάτσιας του ΛΑΟΣ!) και (λιγότερο, πάντως) του ΣΥΝ, οδήγησαν στην ντε φάκτο «πολιτική νομιμοποίηση» ενός κόμματος και αρκετών βουλευτών, που δύσκολα μπορούν να κρύψουν την ιδεολογική καταγωγή τους. Κι όμως, ελάχιστοι φαίνονται να ενοχλούνται από τις φιλοβασιλικές, αντισημιτικές και φιλοχουντικές (έχουν ξεχαστεί οι «αγώνες» για την αποφυλάκιση των «παλικαριών» που βρίσκονταν «στα σίδερα»;) δηλώσεις και θέσεις του Καρατζαφέρη και των στελεχών του ή με τις «φιγούρες» του παρελθόντος, που ακόμη και σήμερα εμφανίζονται στο ΤΗΛΕΑΣΤΥ του!
Ίσως πρέπει να διαβάσουν το εξαιρετικό βιβλίο του Δ. Ψαρρά «Το κρυφό χέρι του Καρατζαφέρη», όπου θα βρουν το ιστορικό και την έξυπνη στρατηγική σε κοινοβουλευτικό επίπεδο, ενός ανθρώπου που δεν έχει κανένα πρόβλημα να αλλάζει το κουστουμάκι του «εθνικιστή» με αυτό του «πατριώτη». Και εδώ ακριβώς βρίσκεται το πρόβλημα: αυτές οι δύο έννοιες είναι απόλυτα αντίθετες!
Αποτελούν, ο κ. Καρατζαφέρης, το κόμμα του και τα στελέχη του «κίνδυνο για τη δημοκρατία»; Η απάντηση μπορεί να είναι εύκολη: έτσι όπως την κατάντησαν, πόσο μεγαλύτερη ζημιά μπορεί να της κάνει ο Καρατζαφέρης; Άλλωστε φρόντισε και ο ίδιος να κάνει το μέγα στρατηγικό σφάλμα της υποστήριξης του «Μνημονίου», κόβοντας τις ελπίδες για μεγάλα εκλογικά και πολιτικά κέρδη από την κρίση. Κι όμως, η υποτίμηση του «φαινομένου» κρύβει αληθινούς κινδύνους: να γίνει κυρίως αποδεκτή η «λογική» και η φρασεολογία του από ένα πολύ ευρύτερο κοινό. Το παρήγορο είναι ότι αυτές οι ιδέες έχουν μόνο (μαύρο) παρελθόν. Και καμία μελλοντική ελπίδα…
Χρήστος Φωτιάδης