«Είμαι η νέα δήμαρχος των νήσων Λαμπεντούζα και Λινόζα. Ηδη έχω παραλάβει 21 κουφάρια ανθρώπων που προσπαθούσαν να φτάσουν στη Λαμπεντούζα, και για μένα αυτό είναι απλώς αφόρητο.
Για τη Λαμπεντούζα, είναι ένα αβάσταχτο φορτίο πόνου. Αναγκαστήκαμε να ζητήσουμε βοήθεια από άλλους δήμους ώστε να εξασφαλίσουμε αξιοπρεπή ταφή για έντεκα ανθρώπους, γιατί η κοινότητα δεν είχε άλλο διαθέσιμο χώρο. Θα φτιάξουμε χώρο, αλλά θέλω να ρωτήσω: πόσο θα πρέπει να μεγαλώσω το νεκροταφείο του νησιού;
Δεν καταλαβαίνω πώς μπορεί μια τέτοια τραγωδία να θεωρείται φυσιολογική, λες και γίνεται να μη σε βασανίζει κάθε ημέρα η ιδέα, για παράδειγμα, ότι έντεκα άνθρωποι, ανάμεσά τους οκτώ πολύ νέες γυναίκες και δύο παιδιά, πεθαίνουν όλοι μαζί κατά τη διάρκεια ενός ταξιδιού που έπρεπε να είναι για αυτούς αρχή μιας νέας ζωής;
Με εξοργίζει το συναίσθημα της απάθειας που μοιάζει να έχει κυριεύσει τον κόσμο, με σοκάρει η σιωπή μιας Ευρώπης που μόλις παρέλαβε Νόμπελ Ειρήνης, απέναντι σε μια τραγωδία που προκαλεί τόσα θύματα όσα και ένας πόλεμος.
Πείθομαι όλο και περισσότερο πως η ευρωπαϊκή πολιτική μετανάστευσης θεωρεί αυτό τον απολογισμό ανθρωπίνων ζωών ως ένα μέσο περιορισμού της μεταναστευτικής ροής, όταν δεν λειτουργεί ως μέσο αποτροπής.
Αν όμως το ταξίδι με τα πλοιάρια είναι για τους ανθρώπους αυτούς ο μόνος τρόπος να ελπίζουν, ο θάνατός τους στη θάλασσα είναι για την Ευρώπη μόνο πηγή ντροπής.
Πρέπει όλος ο κόσμος να γνωρίζει πως εναπόκειται μόνο στη Λαμπεντούζα και στους κατοίκους της να αντιμετωπίσουν τους ανθρώπους αυτούς με αξιοπρέπεια και να επιστρέψουν λίγη αξιοπρέπεια στην Ιταλία και στην Ευρώπη ολόκληρη.
Αν οι νεκροί αυτοί είναι μόνο δικοί μας, τότε απαιτώ συλλυπητήρια τηλεγραφήματα έπειτα από κάθε πνιγμένο που μου “παραδίδουν>.
Σαν να είχε λευκό δέρμα, σαν να ήταν ένα από τα δικά μας παιδιά, που πνίγηκε κατά τη διάρκεια των διακοπών».
❍❍ ❍
Αποσπάσματα από επιστολή που είχε αποστείλει στις Βρυξέλλες η δήμαρχος της Λαμπεντούζα Τζούσι Νικολίνι, λίγο αφότου εξελέγη, πριν από ένα χρόνο. Μετά την πρόσφατη μεγάλη τραγωδία με τους περισσότερους από 300 νεκρούς, ενόσω οι διασώστες έβγαζαν στη στεριά το ένα πτώμα μετά το άλλο και ο κόσμος αποφάσιζε ότι αυτή τη φορά ο αριθμός των πνιγμένων ήταν αρκετά υψηλός ώστε να ασχοληθεί για λίγο, η Νικολίνι εθεάθη να κλαίει!
Αφού στήριξαν με όλη τους την ψυχή τις αλλαγές καθεστώτων και συνόρων, ακόμα και την κατασκευή νέων κρατών στη Βόρεια Αφρική («Νότιο Σουδάν»!), οι… πονόψυχοι Ευρωπαίοι δημιούργησαν ένα κομμάτι γης για τις χιλιάδες απελπισμένων μεταναστών. Όσοι επιβιώνουν, βρίσκουν εκεί μιαν άτυπη «ελπίδα» για ένα καλύτερο μέλλον.
Όμορφος κόσμος μαγικός, αγγελικά πλασμένος.
Χρήστος Φωτιάδης