Εθελοντική αιμοδοσία ολοκλήρωσε αυτέ τις μέρες το νομικό πρόσωπο ΚΟΙΠΑΠ του Δήμου Λυκόβρυσης – Πεύκης από τις 9:00 το πρωί έως τις 2:00 το μεσημέρι στην αίθουσα του πολυιατρείου της Λυκόβρυσης (οδός Ρίμινη 10). «Η συμμετοχή σας στην κοινή προσπάθεια είναι απαραίτητη και πολύτιμη. Συμβάλλετε στην εκπλήρωση του στόχου, για δημιουργία Δημοτικής Τράπεζας αίματος διαθέσιμης σε όλους», τόνιζε στη σχετική ανακοίνωση της Ημέρας Εθελοντικής Αιμοδοσίας ο πρόεδρος του ΚΟΙΠΑΠ Αντώνης Τσελέντας.
Να τονίσουμε ότι οι εθελοντικές αιμοδοσίες θα πραγματοποιούνται εναλλάξ ανάμεσα στις δύο δημοτικές κοινότητες του Καλλικρατικού Δήμου.
Τακτικοί αιμοδότες μόλις το 0,65% του πληθυσμού της Ελλάδας
Σε περίπου 750.000 μονάδες το χρόνο ανέρχονται οι ανάγκες της Ελλάδας σε αίμα, σύμφωνα με στοιχεία της τελευταίας διετίας. Σε κάθε 10 νοσηλευόμενους αρρώστους, οι δύο χρειάζονται μετάγγιση αίματος, ενώ για να σωθεί ένας βαριά τραυματίας απαιτούνται από 10 μέχρι 40 μονάδες αίματος. Τακτικοί αιμοδότες είναι μόνο το 0,65% του πληθυσμού της Ελλάδας και επειδή οι αυξημένες ανάγκες δεν καλύπτονται πλήρως η χώρα αναγκάζεται να εισάγει αίμα από τον Ελβετικό Ερυθρό Σταυρό, γεγονός οικονομικά ασύμφορο. Η αναλογία των εθελοντών αιμοδοτών είναι 50% από το συγγενικό περιβάλλον των ασθενών, 40% από τους μεμονωμένους εθελοντές αιμοδότες και τους συγκροτημένους συλλόγους εθελοντικής αιμοδοσίας και 5% από τις ένοπλες δυνάμεις.
Η Εθελοντική Αιμοδοσία «εγκαινιάστηκε» το 1979
Τα παραπάνω επισημαίνει η Επιτροπή Κοινωνικής Πολιτικής και Υγείας του ΑΠΘ. Στην χώρα μας η εθελοντική αιμοδοσία είναι θεσμός από το 1979, χρονιά που καταργήθηκε οριστικά η αγοραπωλησία και η εμπορία του αίματος. Το 1916 έγινε η πρώτη μετάγγιση στην Ελλάδα στην Πολυκλινική Αθηνών, από τον καθηγητή Σπύρο Οικονόμου. Για την πρώτη μετάγγιση πήρε αίμα από τον τότε βοηθό του Μιχάλη Πατρικαλάκη.
«Η ολοένα αυξανόμενη αναγκαιότητα για εθελοντική αιμοδοσία προκύπτει από την πρόοδο της ιατρικής, όπου η μετάγγιση χρησιμοποιείται όλο και πιο συχνά, από τον μεγάλο αριθμό τροχαίων ατυχημάτων (κυρίως τους καλοκαιρινούς μήνες), την αυξανόμενη συχνότητα της μεσογειακής αναιμίας και από το γεγονός ότι οι μεταμοσχεύσεις μυελού των οστών κι οργάνων απαιτούν μεγάλες ποσότητες αίματος και προϊόντων αίματος», αναφέρει η επίκουρη καθηγήτρια φυσιολογίας Δωροθέα Καπουκρανίδου, μέλος της επιτροπής.
Αυξάνεται η συνείδηση του Εθελοντή Αιμοδότη στους νέους
Σύμφωνα με την ίδια, για να καλυφθούν οι ανάγκες της χώρας μας θα πρέπει το 10% του πληθυσμού να προσφέρει τουλάχιστον μια φορά το χρόνο αίμα, οι συστηματικοί εθελοντές αιμοδότες να είναι 300-330.000 άτομα στο σύνολο του πληθυσμού και να προσφέρουν αίμα 2-3 φορές το χρόνο.
«Η προσφορά αίματος μόνο σε έκτακτη ανάγκη π.χ. για συγγενικό πρόσωπο δεν λύνει το πρόβλημα. Σήμερα πρωτεύοντα ρόλο για την αιμοδοσία έχει η προσέλκυση και η δημιουργία εθελοντών αιμοδοτών με προγράμματα και μεθοδολογία, τα οποία έχουν ως βάση την μεταφορά γνώσεων και την πληροφόρηση του γενικού πληθυσμού, με μόνη και απαραβίαστη αρχή τον εθελοντισμό. Αυτό έχει αποδειχθεί ότι γίνεται με ομιλίες σε πληθυσμιακές ομάδες, στα σχολεία, στο στρατό, με την τηλεόραση, το ραδιόφωνο, τη διαφήμιση. Το ενθαρρυντικό είναι ότι έρευνες δείχνουν ότι κάθε χρόνο αυξάνονται οι εθελοντές αιμοδότες, ηλικίας 18-22, που σημαίνει πως οι νέοι έχουν συνειδητοποιήσει τη σημασία της εθελοντικής αιμοδοσίας κι όταν ένας άνθρωπος αρχίζει να προσφέρει αίμα σε τόσο νεαρή ηλικία, τότε δεν το κάνει μια φορά, συνεχίζει να το προσφέρει σε όλη του τη ζωή. Από την εμπειρία της Επιτροπής σας μεταφέρω ότι τα τελευταία πέντε χρόνια για την αιμοδοσία του ΑΠΘ υπάρχει ολοένα αυξανόμενο ενδιαφέρον τόσο από πλευράς εθελοντών αιμοδοτών όσο και από μεγάλη μερίδα φοιτητών που δρουν ως αρωγοί αυτής της προσπάθειας» προσθέτει η κ. Καπουκρανίδου.
Περίπου 25.000 μονάδες αίματος τον χρόνο εισάγονται από τον ελβετικό Ερυθρό Σταυρό
Σύμφωνα με τα στοιχεία του ΕΚΕΑ /Εθνικό Κέντρο Αιμοδοσίας, στην Ελλάδα το 52% των μονάδων που συλλέγονται προέρχονται από εθελοντές αιμοδότες και το 45% από αιμοδότες «αντικατάστασης», όπως ονομάζονται οι συγγενείς και φίλοι ασθενών που θα χειρουργηθούν και οι οποίοι καλούνται να προσφέρουν αίμα. Το 2% προέρχεται από την αιμοδοσία των ενόπλων δυνάμεων και 25.000 μονάδες τον χρόνο εισάγονται από τον ελβετικό Ερυθρό Σταυρό. Είναι ελπιδοφόρο ότι πλέον στην Ελλάδα οι εθελοντές αιμοδότες είναι περισσότεροι από τους αιμοδότες αντικατάστασης, ωστόσο αυτό δεν αρκεί. Στις χώρες της Ευρώπης, οι εθελοντές αιμοδότες καλύπτουν το 95%-100% των αναγκών της χώρας τους. Τα τελευταία 1-2 χρόνια παρατηρείται μία σημαντική πτώση στις συλλεγόμενες μονάδες αίματος. Ο αριθμός των μονάδων αίματος που χρειάζονται για να καλύψουν τις ανάγκες δεν είναι σταθερός, ούτε απόλυτα σαφής. Το μόνο σίγουρο και πάγιο είναι ότι κάθε χρόνο οι ασθενείς με μεσογειακή αναιμία χρειάζονται 120.000 μονάδες αίμα για τις μεταγγίσεις τους. Και αυτοί είναι που ζουν κάθε καλοκαίρι την αγωνία για το αν θα φτάσουν οι μονάδες αίματος για τη θεραπεία τους, αφού οι περισσότεροι αιμοδότες λείπουν, ενώ παράλληλα μειώνεται κατακόρυφα ο αριθμός των χειρουργικών επεμβάσεων και άρα και οι αιμοδότες «αντικατάστασης».
Η υποστελέχωση του ΕΣΥ
Το πρόβλημα υποστελέχωσης που ταλανίζει το ΕΣΥ δεν αφήνει αλώβητα και τα 94 τμήματα αιμοδοσίας και ίσως και αυτός είναι ένας σημαντικός λόγος για τον οποίο μειώνονται οι μονάδες αίματος που συλλέγονται στην Ελλάδα. «Τα περισσότερα δεν λειτουργούν τα απογεύματα. Κανένα δεν είναι ανοιχτό το Σάββατο, κάτι που θα βόλευε τους αιμοδότες.