«Μερικοί τραβούν το χαλί κάτω από τα πόδια του δημάρχου, που δεν έχει την πυγμή να ‘κόψει κεφάλια’», υποστηρίζει η δημοτική σύμβουλος, Ευανθία Βατσακλή-Παπαδημούλη.
Η Ευανθία Βατσακλή Παπαδημούλη, η «Ευούλα» μας στο δημοτικό συμβούλιο είναι ένας άνθρωπος που με τη ηρεμία του λόγου του και την γλυκύτητα της έκφρασης και του προσώπου του σε κερδίζει αναμφισβήτητα ως άνθρωπος και ως αιρετός ακόμα και στις περιπτώσεις που τελικά δεν θα συμφωνήσεις μαζί της. Πρόκειται για μία αιρετό με μακρά πορεία δράσης στον δήμο Λυκόβρυσης και αργότερα στον Καλλικρατικό δήμο επί δημαρχίας του Δημήτρη Φωκιανού, σήμερα δημοτική σύμβουλο της ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΙΚΗΣ ΑΝΑΤΡΟΠΗΣ με επικεφαλής της παράταξης τον Μανόλη Πάγκαλο.
Η αγάπη της για τα κοινά και η σημαντική δράση και προσφορά της μέχρι σήμερα στις πόλεις αναγνωρίζεται από τους κατοίκους, ενώ σίγουρα δεν μπορεί κανείς να παραβλέψει το γεγονός ότι υπηρέτησε την πόλη ως αντιδήμαρχος αμισθί και πάντοτε προσπάθησε να είναι δίκαιη και να τηρεί την αρχή των ίσων ευκαιριών και των ίσων δικαιωμάτων από όλους προς όλους.
Σήμερα αποτελεί στην παράταξη που υποστήριξε ο ΣΥΡΙΖΑ στις περυσινές δημοτικές εκλογές τη μοναδική υπέρμαχο του Αλέξη Τσίπρα καθώς πρόσφατα ο επικεφαλής της παράταξης Μανόλης Πάγκαλος, διαχώρησε τη θέση με τον ΣΥΡΙΖΑ. Η Ευανθία Βατσακλή Παπαδημούλη επισημαίνει σχετικά ότι η πολιτική διαφοροποίηση μέχρι στιγμής με τον Μανόλη Πάγκαλο δεν σημαίνει σήμερα πρακτικά και πολιτική ρήξη της ίδιας με τον επικεφαλής της παράταξης στο μέτρο που κοινός τους στόχος είναι το καλό της πόλης. Δεν αποκλείει όμως, αναλόγως και των εξελίξεων να συμβεί κάτι τέτοιο, ενώ ρητά και κατηγορηματικά επισημαίνει ότι επί του παρόντος η αριστερή σκέψη στην πόλη δεν επεξεργάζεται κάποια νέα δημοτική κίνηση, δεδομένου και του διαχωρισμού σχετικά με τον συγκεκριμένο πολιτικό χώρο από τον Μανόλη Πάγκαλο.
Η ίδια πιστεύει ότι «η δημοτική παράταξη που ηγείται στον δήμο δεν έχει συνοχή. Υπάρχουν πολλοί δελφίνοι που επωφθαλμιούν τη θέση του δημάρχου εντός της ίδιας παράταξης. Μερικοί τραβούν και το χαλί κάτω από τα πόδια του δημάρχου. Ταυτόχρονα ο ίδιος ο δήμαρχος δεν έχει την πυγμή, το σθένος να «κόψει κεφάλια» κάποιες φορές, ίσως χρειάζεται και αυτό και τελικά ανέχεται κάποια πράγματα που φθάνουν τις καταστάσεις στο μη περαιτέρω», επισημαίνει σχετικά και συνεχίζει: «Δεν ξέρω εάν αυτό είναι αδυναμία χαρακτήρα του δημάρχου μόνο ή και αδυναμία του να στρωθούμε στη δουλειά ώρες ατελείωτες για να πετύχουμε έστω και το λίγο. Γιατί το να είσαι δήμαρχος θέλει πολλές ώρες δουλειάς. Δεν ξέρω τι πίστευε ο δήμαρχος, τι πιστεύουν οι κάτω από εκείνον ότι μπορούν να πετύχουν, η πλειοψηφία δηλαδή. Το ζήτημα όμως είναι ότι θεωρώ ότι τα πράγματα για τον δήμο Λυκόβρυσης Πεύκης δεν πάνε καλά, ήδη από τον πρώτο χρόνο και έχουμε άλλα τέσσερα χρόνια μπροστά μας». Τέλος, η ίδια εκτιμά ότι τα επόμενα χρόνια θα υπάρξει τσουνάμι εξελίξεων και γεγονότων σε μία πόλη που υπό την παρούσα διοίκηση δεν δύναται να διοικηθεί άρτια, αναφέρει χαρακτηριστικά.
Ας δούμε όμως αναλυτικότερα, την πορεία, τη δράση, τα συναισθήματα και τον πολιτικό λόγο και τρόπο σκέψης μίας αιρετού ιδιαίτερα αγαπητής όπως είναι η «Ευούλα» μας!
Πείτε μας κα Βατσακλή Παπαδημούλη από πότε βρίσκεστε χρονικά στη Λυκόβρυση και ποιό ήταν το ερέθισμα βάσει του οποίου εκδηλώθηκε το ενδιαφέρον σας για τα κοινά για να συνεχιστεί τελικά με μία μακρά πορεία ενασχόλησης με την πόλη;
Εμείς ήρθαμε στη Λυκόβρυση το 1990. Από τότε που χτίζαμε ακόμα το σπίτι μας, το οποίο και το ξεκινήσαμε μετά τη σχετική πολεοδομική άδεια το 1983, υπήρχε ένα έντονο πρόβλημα που μας απασχολούσε και αφορά τη διέλευση της λεωφόρου Κύμης. Πριν λοιπόν κατοικήσουμε στην περιοχή, γίνονταν κάποιες προσπάθειες από τους ανθρώπους που έμεναν στην περιοχή, στις παρυφές της λεωφόρου Κύμης ώστε να διαπιστωθεί ποια θα είναι η εξέλιξη. Συγκεκριμένα, υπήρχε εκείνη την εποχή ο σχεδιασμός να περάσει η λεωφόρος Κύμης μέσα από το δάσος Κάσδαγλη στη Λυκόβρυση, απαλλοτριώοντας στην πράξη ένα μέρος του και χωρίζοντας με μία λεωφόρο τη Λυκόβρυση με την άλλη πλευρά του δάσους όπου και βρίσκεται η Πεύκη. Συγκεκριμένα είχαμε συγκροτήσει μία Επιτροπή Γειτονιάς στην οποία εκ των συνθηκών συμμετείχαμε με τον σύζυγό μου σε ορισμένες ανάλογες συναθροίσεις. Στόχος ήταν να βρεθεί μία δόκιμη λύση βελτίωσης του έργου ώστε να διασωθεί το δάσος το οποίο στο μέτρο που θα προχωρούσε το έργο όπως αρχικά είχε σχεδιαστεί, θα εξαφανιζόταν στην ουσία. Κάπως έτσι ακυρωνόταν ένας πνεύμονας της περιοχής, η ομορφιά στην πόλη την οποία και θα μπορούσαμε να απολαύσουμε και εμείς από το μπαλκόνι του σπιτιού μας που χτίζαμε. Κάπως έτσι ακυρωνόταν στην πράξη ο λόγος για τον οποίο είχαμε επιλέξει να χτίσουμε στην περιοχή το σπίτι μας. Έτσι λοιπόν άρχισα να ασχολούμαι με το θέμα αυτό πριν κατοικήσουμε μόνιμα στην περιοχή.
Όλα αυτά συνέβαιναν στην περιοχή όταν ήταν ακόμη κοινότητα, έτσι δεν είναι;
Ναι, επρόκειτο για την εποχή της προεδρίας του Λευτέρη Κωνσταντινίδη. Μέχρι λοιπόν την εποχή, τις αρχές του 1990 όπως σας προείπα που ήρθαμε οικογενειακά να μείνουμε στην πόλη, η ανθρωπογεωγραφία της περιοχής άλλαξε. Κατοικήθηκε περισσότερο και αυξήθηκαν σημαντικά οι εγγραφές στα δημοτολόγια της πόλης με αποτέλεσμα τη μετατροπή της από κοινότητα σε δήμο. Τότε θυμάμαι στις δημοτικές εκλογές της εποχής το θέμα της λεωφόρου Κύμης είναι ένα θέμα που απασχολεί σημαντική μερίδα των κατοίκων της πόλης αν και όχι το σύνολο των κατοίκων. Κατά βάση απασχολούσε τους κατοίκους που είχαν τα σπίτια τους περιμετρικά του δάσους Κάσδαγλη αλλά και ευρύτερα όλους όσοι θεωρούσαν ότι τούς «έθιγε» κατά κάποιον τρόπο η διέλευση της λεωφόρου Κύμης. Για να είμαι ειλικρινής πιστεύω ότι η μεγάλη πλειονότητα του κόσμου δεν είχε ακόμη καταλάβει πόσο κακό θα έκανε στην περιοχή το έργο, όχι μόνο της Λυκόβρυσης αλλά και της Πεύκης.
Εκείνη την εποχή λοιπόν λόγω της ιδιότητά μου ως δασκάλας και όταν μετακομίσαμε στην περιοχή διορίστηκα δασκάλα στο 4ο δημοτικό σχολείο Πεύκης. Στην πράξη ήμουνα δασκάλα στην περιοχή από την άλλη πλευρά του δάσους που σημαίνει ότι από κάθε άποψη με άγγιζε η διέλευση του έργου από το Κάσδαγλη καθώς στην πράξη δεν θα μπορούσα να πάω με τα πόδια στο σχολείο όπου και δίδασκα. Η σχεδιαζόμενη λεωφόρος χώριζε τη Λυκόβρυση από την Πεύκη, έκοβε την επικοινωνία και τα 200 μέτρα για να περάσω από τη μία περιοχή στην άλλη γινόντουσαν χιλιόμετρα, δηλαδή δεν θα μπορούσα ούτε στη δουλειά μου να πάω. Έτσι λοιπόν από αυτή τη δραστηριότητα που είχα δείξει και το ενδιαφέρον μου είχε ζητηθεί και από τις δύο δημοτικές παρατάξεις που υπερίσχυαν στη Λυκόβρυση, και την παράταξη του Λευτέρη Κωνσταντινίδη και την παράταξη του Χρήστου Σκαμάκη, να συμμετέχω ως υποψήφια δημοτική σύμβουλος στο ψηφοδέλτιό τους.
Και κάπως έτσι το αποφασίσατε…
Η αλήθεια είναι ότι οι προτάσεις μου ήρθαν ξαφνικά. Η υποψηφιότητά μου ως δημοτικός σύμβουλος δεν ήταν κάτι που με είχε απασχολήσει εκείνη την εποχή και ούτε η σχετική σκέψη είχε περάσει από το μυαλό μου. Θυμάμαι, φιλοξενούσα τη μητέρα μου και τη μία ημέρα ερχόταν ο κ. Κωνσταντινίδης με γλυκά και την επομένη ο κ. Σκαμάκης ή το αντίστροφο, δεν θυμάμαι αλήθεια με ποια σειρά είχαν έρθει, στην προσπάθειά τους να με πείσουν. «Ποιοι είναι οι κύριοι;», ρωτούσε η μητέρα μου, «υποψήφιοι δήμαρχοι» απαντούσα εγώ. «Και τι ψάχνουν από σένα παιδί μου;», συνέχιζε η μητέρα μου. Γιατί σας τα εξιστορώ αυτά; Για να σας εξηγήσω ότι δεν ήταν στις σκέψεις μου η υποψηφιότητα με κάποιον συνδυασμό με στόχο την εκλογή μου σε δημοτική σύμβουλο.
Εκείνες οι εποχές ήταν και χρονιές με έντονη κομματική δραστηριότητα στη χώρα, από την εποχή του 1980 και μετέπειτα…
Αυτό ακριβώς θέλω να πω. Εγώ ιδεολογικά βρισκόμουν στον χώρο του Συνασπισμού και με έναν τρόπο και οι δύο θέλανε να καρπωθούν αυτό το κομμάτι των ψηφοφόρων που ψήφιζε στις εθνικές εκλογές Συνασπισμό. Επομένως επρόκειτο για μία διαδικασία που έπρεπε να σκεφτώ. Θεώρησα λοιπόν τότε παρά το γεγονός ότι γινόταν και μία αντιπαράθεση στον τοπικό Τύπο, ότι ιδεολογικά πιο κοντά στα πιστεύω μου και στις θέσεις μου ήταν ο Συνδυασμός του Λευτέρη Κωνσταντινίδη.
Ο οποίος και υποστήριζε;
Ήταν μπορώ να πω πιο κοντά στον χώρο του ΠΑΣΟΚ, ενώ ο κ. Σκαμάκης εξέφραζε περισσότερο τη ΝΔ, τη δεξιά ευρύτερα, αν και προσπαθούσε να πάρει και άλλο κομμάτι ψηφοφόρων. Κάπως έτσι αφού πραγματοποίησα και μία συζήτηση με τον Λευτέρη Κωνσταντινίδη για τη στάση του στο ζήτημα της λεωφόρου Κύμης και δεσμεύτηκε για κάποια πράγματα που αφορούσαν τη διέλευσή της και κανένα άλλο θέμα και βέβαια χωρίς να διαπραγματευτώ εάν θα εκλεγώ ή όχι. Δεν έβαλα κανέναν απολύτως όρο λοιπόν . Απλώς σε συνεργασία με τους ανθρώπους σε τοπικό επίπεδο που υποστηρίζαμε πολιτικά τον ίδιο χώρο, συμφωνήσαμε ότι μετέχω στην εκλογική διαδικασία με επίκεντρο τη διάσωση του δάσους Κάσδαγλη και χωρίς να ζητήσω κανενός είδους αντάλλαγμα.
Κάπως έτσι συμμετείχατε στην προεκλογική διαδικασία, έτσι δεν είναι;
Όντως δούλεψα πολύ εκείνη την εποχή και θυμάμαι προσπαθούσα να πείσω τον κόσμο ότι καλή λύση για τη πόλη ήταν ο Λευτέρης Κωνσταντινίδης. Διαπίστωσα στην πορεία και προ των δημοτικών εκλογών στη δεύτερη πεντεατία του 1995, ότι όταν πήγαινα με τη δική μου πειθώ και την ειλικρίνεια αλλά και την αγνότητα των προθέσεων μου να μεταπείσω κάποιον που ήταν δυσαρεστημένος με τον κ. Κωνσταντινίδη και γυρνούσα στο εκλογικό κέντρο και έλεγα θα μας ψηφίσει τελικά ο τάδε, πήγαιναν κάποιοι άλλοι μετά και δεν ξέρω εάν ήταν σε γνώση του κ. Κωνσταντινίδη ή εάν ήταν μέσα από την Οργάνωση, και έλεγαν αυτή δεν είναι δική μας και έδιναν κανονική σταυροδοσία. Τελικά σε εκείνη την εκλογική αναμέτρηση ανώτατη Αρχή στην πόλη εκλέχθηκε ο συνδυασμός του Χρήστου Σκαμάκη, ενώ εγώ που συμμετείχα στο ψηφοδέλτιο του Λευτέρη Κωνσταντινίδη, ήμουν πρώτη επιλαχούσα. Σε αυτή όμως όλη την πορεία είχα γνωρίσει τον Δημήτρη Φωκιανό ως γιατρό της περιοχής, είχα γνωρίσει και κάποιες άλλες προσωπικότητες του τόπου που δεν ασχολούνταν τότε με την τοπική αυτοδιοίκηση και τα κοινά, ήταν όμως άνθρωποι με άποψη με πολιτικό ενδιαφέρον που αγαπούσαν τον τόπο τους. Είχαμε συζητήσει λοιπόν εκείνη την εποχή και προσυμφωνήσει ότι ανεξάρτητα από τα αποτελέσματα των εκλογών μετεκλογικά να κάνουμε κάτι για τον τόπο μας. Έτσι, μετά τις δημοτικές εκλογές που έγιναν το 1997 και εξελέγη ο Χρήστος Σκαμάκης όπως σας είπα και όχι ο Λευτέρης Κωνσταντινίδης, αποφασίζουμε και φτιάχνουμε το καταστατικό της Κίνησης Πολιτών Λυκόβρυσης όπου οι πρωτεργάτες είναι ο Δημήτρης Φωκιανός, ο συγχωρεμένος ο Γιάννης Διαμαντόπουλος, ο Βασίλης Καρδάσης, καθηγητής Πανεπιστημίου, κάτοικος Λυκόβρυσης, αλλά και πολλές αξιόλογες προσωπικότητες της πόλης, άνθρωποι που ενδιαφέρονταν για τον τόπο χωρίς ανάγκη για προσωπική προβολή. Κάπως έτσι συστήνουμε λοιπόν την Κίνηση Πολιτών και μάλιστα το πρώτο χρονικό διάστημα έως την ολοκλήρωση του καταστατικού και της δημιουργίας εφημερίδας, συνεδριάζαμε το σπίτι μου έως τη στιγμή που νοικιάσαμε τα πρώτα γραφεία.
Συνεδρίαζε λοιπόν η Κίνηση Πολιτών Λυκόβρυσης στο σπίτι σας για πόσο χρονικό διάστημα;
Για τέσσερις και άνω μήνες εάν θυμάμαι ορθά. Στις συναντήσεις αυτές πραγματοποιήθηκε σειρά ζυμώσεων και όλοι διαπιστώσαμε και συνομολογήσαμε ότι το κυρίαρχο ζήτημα που απασχολεί την πόλη είναι η διέλευση της λεωφόρου Κύμης και η καταστροφή που θα επέφερε στην περιοχή, στο δάσος κ.λπ. Στην πράξη θα γινόμασταν «τρεις γέφυρες» καθώς προβλέπονταν ανισόπεδοι κόμβοι μέσα από την πόλη που θα έβλαπταν και τη Λυκόβρυση και την Πεύκη. Ταυτόχρονα, ανυπολόγιστη θα ήταν η καταστροφή του περιβάλλοντος καθώς η λεωφόρος όπως προέκυπτε από τα σχετικά σχέδια πέρναγε επιφανειακά με τρεις λωρίδες ανά κατεύθυνση, άρα «κούρευε» κάθε δέντρο του δάσους και το κοινό σχετικό μας ενδιαφέρον μας ένωσε. Κάπως έτσι αρχίσαμε να δραστηριοποιούμαστε όλοι μαζί ως Κίνηση Πολιτών, δημιουργήσαμε το καταστατικό μας, ξεκινήσαμε ταυτόχρονα με την εφημερίδα μας να δημοσιοποιούμε το πρόβλημα καθώς άλλα σχετικά προβλήματα.
Ποια ήταν τελικά τα αποτελέσματα όλης αυτής της πρωτοβουλίας διάσωσης του δάσους Κάσδαγλη λίγο πολύ το γνωρίζουμε όλοι μας καθώς έχουμε τη δυνατότητα να χαρούμε το δάσος σήμερα.
Να σας πω. Καταφέραμε και ήταν μάλιστα θετικός και ο Χρήστος Σκαμάκης καθώς αντιλήφθηκε τη σπουδαιότητα του θέματος και δέχτηκε να δημιουργήσει ο δήμος μία Επιτροπή στην οποία συμμετείχε και η δημοτική Αρχή και η αντιπολίτευση τότε και η Κίνηση Πολιτών Λυκόβρυσης. Από την Κίνηση Πολιτών συμμετείχαν τρία άτομα, ο Δημήτρης Φωκιανός, ο Βασίλης Καρδάσης και εγώ. Τελικά, το έργο δεν προχώρησε, ενώ πετύχαμε με μελέτη του Πολυτεχνείου την υπογειοποίηση του έργου. Αυτό σήμαινε στην πράξη ότι γινόταν πιο ακριβό μεν το έργο αλλά μόνον σε αυτή την περίπτωση ο δήμος θα δεχόταν τη διέλευση της λεωφόρου Κύμης, εάν δηλαδή δεν προκαλούσε οικολογική καταστροφή. Η εξέλιξη αυτή επετεύχθη να είμαι ειλικρινής και ενόψει των Ολυμπιακών Αγώνων του 2004 όπου φαινόταν ότι το έργο ήταν αναγκαίο, όπου φαινόταν ότι θα διατεθούν χρήματα για την πραγματοποίηση έργων πνοής και όπου φαινόταν ότι το επιχείρημα της οικολογικής καταστροφής δεδομένης και της σχετικής αυστηρής νομοθεσίας της ΕΕ, ήταν ικανό για τη ματαίωση του έργου σε επίγεια βάση. Το σημείο αυτό άλλωστε είχα αντιληφθεί σε κάποιες συζητήσεις σε αρμόδια μελετητικά γραφεία όπου και «τρέχαμε» με τον Λευτέρη Κωνσταντινίδη και το αξιοποίησα έως ότου δοθεί η τελική ευνοϊκή λύση της υπογειοποίησης του έργου. Συγκεκριμένα, σε κάποιο από αυτά τα μελετητικά γραφεία αντιλήφθηκα ότι το ενδιαφέρον του Λευτέρη Κωνσταντινίδη δεν ήταν τόσο μεγάλο και θυμάμαι ότι είχα ρωτήσει: «Γνωρίζει η ΕΕ την οικολογική καταστροφή που θα συντελεστεί;». Το νεύμα ενός περιβαλλοντολόγου στο μελετητικό γραφείο με οδήγησε στην σκέψη ότι αυτό ήταν και το καίριο επιχείρημα που έπρεπε να αξιοποιηθεί. Μεταλαμπάδευσα λοιπόν τη σχετική γνώση στην Κίνηση Πολιτών που απαρτίζονταν από έξυπνους ανθρώπους και σε αυτή τη λογική «τρέξαμε» τη διεκδίκηση μέχρι τη στιγμή που πετύχαμε το επιθυμητό αποτέλεσμα.