Με άρθρο του στην ΑΜΑΡΥΣΙΑ, ο δήμαρχος Λυκόβρυσης-Πεύκης, Τάσος Μαυρίδης, καταθέτει την προσωπική του άποψη για την μεταρρύθμιση της Τοπικής Αυτοδιοίκησης, εστιάζοντας σε βασικές ελλείψεις του Νόμου, που, όπως αναφέρει «θέτει σε κίνδυνο την ομαλή λειτουργία των Δήμων και ευνοεί τις μικροπολιτικές ισορροπίες», ενώ εκφράζει την πεποίθηση ότι, λειτουργώντας πρακτικά ως «αντιμεταρρύθμιση» του «Καλλικράτη», «δεν ευνοεί τη σύνθεση, αλλά τη σύγκρουση και τελικά την μικροπολιτική διαπραγμάτευση».
Αναλυτικά:
«O Νόμος με την ονομασία «Κλεισθένης», που η Κυβέρνηση χαρακτήρισε ως εμβληματική μεταρρύθμιση της Αυτοδιοίκησης, δυστυχώς δεν ασχολείται με κανένα από τα μεγάλα ζητήματα που αντιμετωπίζουν οι Δήμοι στην καθημερινότητά τους. Να αναφέρουμε ενδεικτικά: την πολυπλοκότητα διαδικασίας υλοποίησης διαγωνισμών, για την οποία στον Δήμο μας έχουμε ως κραυγαλέο παράδειγμα το Γήπεδο Πεύκης, τη χρηματοδότηση από τον ΚΑΠ και τον συνεχή περιορισμό της αυτοτέλειας της Αυτοδοίκησης.
Πάμε να δούμε όμως μερικά από τα ζητήματα με τα οποία ασχολείται ο «Κλεισθένης»:
Α. Το εκλογικό σύστημα που οδηγεί σε ακυβερνησία και συνδιαλλαγές
Οι πολίτες είναι αυτοί που πρέπει να επιλέγουν τον Δήμαρχο και όχι ο εκλογικός νόμος. Φανταστείτε μια εκλογική αναμέτρηση με το σύστημα που ψηφίστηκε. Για παράδειγμα σε ένα Δήμο με 33μελές Δημοτικό Συμβούλιο, όπως ο δικός μας, στον πρώτο γύρο ο ένας υποψήφιος έχει λάβει 35% και ο άλλος 25% και τελικά οι πολίτες επιλέγουν και εκλέγουν τον δεύτερο. Τί γίνεται τότε; Ο Δήμαρχος έχει εκλέξει μόλις 8 από τους 33 δημοτικούς συμβούλους και καλείται να διοικήσει.
Το εκλογικό σύστημα που φέρνει ο «Κλεισθένης» θέτει σε κίνδυνο την ομαλή λειτουργία των Δήμων και ευνοεί τις μικροπολιτικές ισορροπίες. Δεν προωθεί τις προγραμματικές συγκλήσεις – ακόμα και προ των εκλογών – αλλά τον κατακερματισμό και τελικά τη συναλλαγή ακόμα και στο ζήτημα των θέσεων των Αντιδημάρχων.
Το νέο σύστημα οδηγεί τελικά στην αλλοίωση της φυσιογνωμίας, του προγραμματισμού και τελικά της δράσης της Δημοτικής Αρχής. Τα Δημοτικά Συμβούλια έχουν τη δυνατότητα να συνθέτουν και αυτό αποδεδειγμένα λειτουργεί στη σημερινή πραγματικότητα. Μεγάλο ποσοστό των αποφάσεων του Δημοτικού μας Συμβουλίου για παράδειγμα, είναι ομόφωνες ή έχουν διευρυμένη πλειοψηφία. Με τον «Κλεισθένη», αυτή η διαδικασία σύνθεσης λαμβάνει χαρακτηριστικά συναλλαγής και μικροπολιτικής διαπραγμάτευσης.
Β. Ο κατακερματισμός των Καλλικρατικών Δήμων
Ο «Κλεισθένης» επιχειρεί επίσης να επαναφέρει το ρόλο της «Κοινότητας» ως ξεχωριστής οντότητας και όχι ως μέρους ενός Δήμου. Με το εκλογικό σύστημα που εισάγει, με την κατανομή αρμοδιοτήτων, την κατάρτιση του προϋπολογισμού και την κατανομή της ΣΑΤΑ, αποδίδει στις κοινότητες έναν ανταγωνιστικό ρόλο σε σχέση τόσο με το Δήμο όσο και με τις υπόλοιπες δημοτικές κοινότητες, κάτι που αποτελεί ουσιαστικά μια αντιμεταρρύθμιση στον «Καλλικράτη».
Ο «Κλεισθένης» δεν ευνοεί τη σύνθεση, αλλά τη σύγκρουση και τελικά την μικροπολιτική διαπραγμάτευση. Με τον τρόπο αυτό τα δημοτικά έργα δεν θα μπορούν να υλοποιηθούν. Και το σημαντικότερο: ο κατακερματισμός της χρηματοδότησης των δημοτικών έργων στις Τοπικές Κοινότητες καθιστά στην πράξη αδύνατη την υλοποίηση τους και υποσκάπτει τον ενιαίο για την πόλη προγραμματισμό και σχεδιασμό. Φανταστείτε την εκπόνηση μιας κυκλοφοριακής μελέτης χωρισμένης στα δύο, και η κάθε κοινότητα να προβάλει τα δικά της «θέλω».
Καταληκτικά, ο «Κλεισθένης» δεν λύνει κανένα από τα υπαρκτά προβλήματα των Δήμων. Δημιουργεί καινούργια προβλήματα μέσα από την αλλαγή του εκλογικού συστήματος και την ενίσχυση της Δημοτικής Κοινότητας, που επιφέρουν στην ουσία την αποδυνάμωση της Αυτοδιοίκησης. Δυστυχώς για την αυτοδιοίκηση, με αυτό τον Νόμο, κάνουμε βήματα προς τα πίσω αφήνοντας κατά μέρος τα πραγματικά προβλήματα και τις προκλήσεις των καιρών και σε μια περίοδο που οι πολίτες μας ζητούν να προχωρήσουμε γρήγορα μπροστά.».