Με αφορμή την επέτειο της Άλωσης της Κωνσταντινούπολης την περασμένη Κυριακή 29-5-2016 από τους Οθωμανούς και το τέλος της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, ο Σύλλογος Μικρασιατών Πεύκης – Λυκόβρυσης «ΙΩΝΙΑ» παρουσιάζει μια ιστορική αφήγηση των γεγονότων που οδήγησαν στο τέλος της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας και ουσιαστικά την αρχή της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, διατηρώντας την ίδια πρωτεύουσα με παράφραση του ονόματός της. Συγκεκριμένα: Μεσάνυχτα της 29ης Μαΐου 1453 όπου οι κραυγές των επιτιθέμενων σχίζουν τον αέρα και η Κωνσταντινούπολη καλεί με τις καμπάνες το λαό της στα τείχη. Η επίθεση ξεκινά κατά κύματα και την Παρασκευή 1η Ιουνίου 1453 γίνεται και η επίσημη μουσουλμανική προσευχή στο Ναό της του Θεού Σοφίας.
Η πτώση της Κωνσταντινούπολης
Η θέση της Κωνσταντινούπολης ήταν μοναδική για τον τότε γνωστό κόσμο, ενώ ακόμη και σήμερα αποτελεί ένα από τα πιο στρατηγικά σημεία στον πλανήτη μας. Η θέση της ίδιας της πόλης ήταν εξαιρετικά οχυρή. Από τις τρεις πλευρές περικλείεται από θάλασσα (Προποντίδα, Βόσπορος, Κεράτιος κόλπος),ενώ από την τέταρτη μπορούσε να οχυρωθεί εύκολα με τείχος. Επίσης βρισκόταν στο σταυροδρόμι των εμπορικών οδών της εποχής, του οδικού, που ξεκινούσε από την Ευρώπη και κατέληγε στη Μεσοποταμία και μέσω του δρόμου του μεταξιού στην Κίνα,αλλά και του θαλάσσιου που ξεκινούσε από τις Ιταλικές πόλεις και έφθανε στη Μαύρη θάλασσα. Επίσης διέθετε ένα καλό φυσικό λιμάνι, τον Κεράτιο κόλπο. Χάρις στα απόρθητα τείχη της και στην ισχύ του βυζαντινού κράτουςη Κωνσταντινούπολη έμεινε απόρθητη για σχεδόν 1000 χρόνια.
Γνώρισεπολλές πολιορκίες από τους Αβάρους, τους Άραβες, τους Ρώσους, τους Βουλγάρους, αλλά έμελλε να πέσει για πρώτη φορά το 1204 στα χέρια των Σταυροφόρων,οι οποίοι κατευθύνονταν προς την Παλαιστίνη για να ελευθερώσουν τους Αγίους Τόπους. Οι Βυζαντινοί ξαναπήραν στην κατοχή τους την Κωνσταντινούπολη το 1261 και τη διατήρησαν για σχεδόν 200 χρόνια ακόμη. Παρά την αδυναμία τους οι Βυζαντινοί θα αποκρούσουν και άλλες πολιορκίες μέχρι να φθάσει η αποφράδα μέρα του 1453.
Η Κωνσταντινούπολης Αλώθηκε
Η πολιορκία της Κωνσταντινούπολης άρχισε επίσημα στις 7 Απριλίου του 1453. Όμως οι προετοιμασίες είχαν αρχίσει τον Ιανουάριο του ίδιου έτους με την μεταφορά των κανονιών και τον Μάρτιο με την έλευση του οθωμανικού στρατού κάτω από τα τείχη της Πόλης. Οι πολιορκητές ανέρχονταν σε 150.000 στρατιώτες και πλαισιώνονταν από τεχνίτες,εργάτες, υπηρέτες,κλπ. και μεγάλο πλήθος ατάκτων. Ήταν άριστα οργανωμένος και εκπαιδευμένοςκαι φανατισμένος από τους δερβίσηδες (Τούρκους μοναχούς), που κυκλοφορούσαν στο στρατόπεδο και τόνωναν την πολεμική ορμή του πλήθους. Ο πολεμικός στόλος αποτελούμενος από 400 πλοία έφθασε στο Βόσπορο στις 12Απριλίου.Ο Μωάμεθ έστησε τη σκηνή του απέναντι από την Πύλη του Αγίου Ρωμανού. Για τον αποκλεισμό της πόλης χρησιμοποίησαν τα κάστρα που είχαν χτίσει στις δυο πλευρές του Βοσπόρου, το Ανατολού και το Ρούμελη.
Η πόλη του Κωνσταντίνου, η πόλη της Παναγιάς, η πόλη της καρδιάς μας! Το 330 μ.Χ. ο Μέγας Κωνσταντίνος σε μια σπάνιας ευφυΐας κίνηση μεταφέρει την πρωτεύουσα της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας στην περιοχή του Βυζαντίου, εκεί όπου Ευρώπη και Ασία συναντιούνται, εκεί όπου χρόνια που μεσολάβησαν από τη γέννηση ως το θάνατό της, η Πόλη έζησε στιγμές δόξας μα και φρίκης, γνώρισε πιστούς φίλους μα και κηρυγμένους εχθρούς. Όνειρο πολλών φιλόδοξων ήταν τούτη η πόλη,για την οποία οι έμποροι της Μεσαιωνικής Δύσης έλεγαν ότι ήταν λουσμένη στο φως. Κι όμως οι πόλεμοι και οι εσωτερικές τριβές κάποτε την γονάτισαν,ώστε όταν ο Μεχμέτ ο Βʹ ξεκινούσε το φιλόδοξο σχέδιο να την αποκτήσει, η Πόλη ήταν η σκιά του παλαιού της εαυτού. Παρόλα αυτά,ίσως να μην χανόταν από τους Οθωμανούς εάν δεν την είχαν αποδεκατίσει πρώτα οι Χριστιανοί!
Η μεγάλη κατηφόρα για την Κωνσταντινούπολη είχε αρχίσει το 1204, όταν οι Σταυροφόροι την άλωσαν και με πρωτοφανή μανία κατέστρεψαν το μεγαλύτερο μέρος του πολιτισμού της. Στα 57χρόνια που έμειναν οι Δυτικοί, οι βιβλιοθήκες της απογυμνώθηκαν, οι ναοί της βεβηλώθηκαν, οι θησαυροί της κλάπηκαν, τα ταμεία της άδειασαν. Όταν το 1261ο στρατηγός Στρατηγόπουλος την ελευθέρωσε, η Βασιλεύουσα δεν ήταν παρά μια πόλη ρημαγμένη που πέρασε τα τελευταία 129 ελεύθερα χρόνια της πασχίζοντας μάταια να βρει δυνάμεις για να αμυνθεί κόντρα στους πανίσχυρους Οθωμανούς.
Ο Κωνσταντίνος Παλαιολόγος…
Ποιος μπορούσε να υπερασπιστεί μια τέτοια πόλη; Μόνο ένας μεγάλος ήρωας. Το όνομά του; Κωνσταντίνος Παλαιολόγος. Ο γιος του Εμμανουήλ Παλαιολόγου και της Ελένης Δραγάτση, ήταν εκείνος που δέχτηκε να σηκώσει το βάρος: Μολονότι είχε πλήρη επίγνωση της κατάστασης, δέχτηκε να στεφθεί Κύριος μιας Αυτοκρατορίας που περιοριζόταν πιασε μερικά δεσποτάτα,να οργανώσει την άμυνα με άδεια ταμεία, να σώσει την Πόλη του ή να χαθεί μαζί της, να μην την αφήσει να σβήσει ακέφαλη.
Αυστηρός, ηθικός, γνήσιος ηγέτης από αυτούς που δεν κρύβονται στα παλάτια τους ή στα γραφεία τους, αλλά ηγούνται ‐θα πει‐ ορμούν πρώτοι στον αγώνα, ο Κωνσταντίνος Παλαιολόγος ήταν και είναι η φωνή της Πόλης και των ιδανικών της: Ελευθερία, Αγάπη, Ομόνοια, Πίστη, Αγώνας μέχρις εσχάτων.
Πρώτο μέλημα η οικονομική ανόρθωση του κράτους
Το πρώτο μέλημά του ήταν η οικονομική ανόρθωση του κράτους. Αλίμονο όμως: Στην πιο κρίσιμη στιγμή της Πόλης,ο άνθρωπος που είχε ορκιστεί να την προστατέψει από τους εχθρούς,έπρεπε να βρει τρόπο να νικήσει το πιο φρικτό ελάττωμα της φυλής μας: Τη διχόνοια.
Ενώ ο Μωάμεθ ένωνε τους μουσουλμάνους από κάθε σημείο της Ανατολής, ο Κωνσταντίνος είχε να αντιμετωπίσει τις συγκρούσεις ανάμεσα στους ενωτικούς και στους ανθενωτικούς. Ήταν δε το μίσος τόσο δυνατό, που οδηγούσε σε προδοσία:την ώρα που ο Αυτοκράτορας χρειαζόταν και το τελευταίο νόμισμα, πολλοί ανθενωτικοί προύχοντες έκρυβαν στα υπόγεια των σπιτιών τους τα τιμαλφή, αρνούμενοι να βοηθήσουν, γιατί όπως είχε πει ο μέγας Λογοθέτης Λουκάς Νοταράς «κάλιο το σαρίκι του σουλτάνου, παρά η τιάρα του Πάπα»! Μέσα στη γενική αναστάτωση, ο Κωνσταντίνος αγωνιζόταν να οργανώσει την άμυνα: Έκλεισε τον Κεράτιο κόλπο με τεράστια αλυσίδα και ενίσχυσε με άνδρες τα πιο αδύναμα σημεία του διπλού Βυζαντινού τείχους ανάμεσα στις πύλες του Ρωμανού και Ανδριανούπολης, όπου τα τείχη ακολουθώντας το ύψος του εδάφους χαμήλωναν. Είχε δε στη διάθεσή του 4.973 Έλληνες της Πόλης,2.000 εθελοντές και 700 σιδηρόφρακτους άνδρες του Ιουστινιάνη, του πρωτοστράτορα Στο πλάι του, ως αρχηγός του στόλου αν και ανθενωτικός‐ ο Νοταράς, ο οποίος είχε στείλει στα τείχη τα δύο μεγαλύτερα αγόρια του και ήταν από τους λίγους που έβαλε τελικά την προσωπική του γνώμη στο περιθώριο για το καλό της πατρίδας.
Από την άλλη πλευρά ο Μωάμεθ είχε στη διάθεσή του πάνω από 250.000 άνδρες: από τους οποίους μόνο οι 42.000 ήταν τακτικός στρατός. Οι υπόλοιποι ήταν βαζιβουζούκοι, δηλαδή άτακτοι, πλιατσικολόγοι, που θα τους έριχνε πρώτους στη μάχη, για να κουράσουν τον αντίπαλο. Είχε ακόμα 14 πυροβολαρχίες (τις πρώτες στην παγκόσμια ιστορία). Το μεγάλο του όπλο όμως ήταν η μπομπάρδα, ένα μεγάλο κανόνι με κάνη μήκους 8 μέτρων και με δυνατότητα να καλύπτει απόσταση 1.500 μέτρων,φτιαγμένο από τον Ούγγρο τεχνίτη Ουρμπάν. Αυτό το κανόνι είχε παζαρέψει πρώτα ο Κωνσταντίνος, γιατί έβλεπε πως ήταν η μοναδική ελπίδα της Βασιλεύουσας. Δυστυχώς τα σχέδια του συνάντησαν άδεια ταμεία και τσακωμούς κι έτσι η μπομπάρδα έφτασε στα χέρια του εχθρού και στήθηκε στο πιο αδύνατο σημείο των τειχών.
«Το μεγάλο ΟΧΙ του Κωνσταντίνου Παλαιολόγου»
Στις 5 Απριλίου 1453 ο Μωάμεθ δίνει στον Κωνσταντίνο την τελευταία ευκαιρία: Εάν μου παραδώσεις την Πόλη θα πας όπου θέλεις με τους άρχοντες και τα υπάρχοντά σου, και ο λαός δε θα πάθει τίποτε από μας. Ο Αυτοκράτορας, μπροστά στο δέλεαρ της σωτηρίας, δίνει μια απάντηση που θα την στηρίξει ως το τέλος και της οποίας οι πέντε τελευταίες λέξεις συνοδεύουν ως σήμερα το Στρατό των Ελλήνων:«Το να σου παραδώσω την πόλη δεν είναι στο χέρι μου ούτε στο χέρι κανενός άλλου από αυτούς που κατοικούν σʹ αυτή.Γιʹ αυτό με κοινή απόφαση, και με τη θέλησή μας θα πεθάνουμε και δε θα λογαριάσουμε τη ζωή μας…ου φεισόμεθα της ζωής ημών».
Ο Κωνσταντίνος καλεί τους συμβούλους και τους ζητά ομοψυχία: απέναντι από την πύλη του Αγίου Ρωμανού και την πύλη της Αδριανούπολης ανάμεσα στις κόκκινες σημαίες των Οθωμανών έστεκε επιβλητική η μπομπάρδα και στο βάθος της θάλασσας, έξω από τον Κεράτιο κόλπο ανήμπορα να πλησιάσουν διακρίνονταν τα 300 οθωμανικά καράβια.