Τη θεατρική παράσταση «Ταρτούφος» του Μολιέρου, είχαν την ευκαιρία να απολαύσουν αρκετοί κάτοκοι του Δήμου Λυκόβρυσης – Πεύκης, το Σάββατο 5 Νοεμβρίου, στο Πνευματικό Κέντρο Λυκόβρυσης από τη θεατρική ομάδα του ΠΕ.Α.Π. Η εξαιρετική απόδοση του έργου, η σκηνοθετική επιμέλεια σε συνδυασμό με το μεράκι των ηθοποιών προκάλεσαν το αυθόρμητο χειροκρότημα και τον ενθουσιασμό των παρευρισκόμενων, αναγνωρίζοντας τη σπουδαία δουλειά που συντελείται στη θεατρική ομάδα. Η πρόεδρος του Ν.Π.Δ.Δ. ΠΕ.Α.Π. Μαρίνα Πατούλη – Σταυράκη στο χαιρετισμό της τόνισε πως «τα θεατρικά δρώμενα βρίσκονται στο επίκεντρο των διαδημοτικών μας συνεργασιών. Τη θεατρική παράσταση τίμησαν με την παρουσία τους οι δημοτικοί σύμβουλοι: Τάσος Μαυρίδης, Κώστας Μπαλδεράνος και Νότα Σοκορέλη.
Συντελεστές του έργου:
Σκηνοθεσία: Νικόλας Μίχας
Παίζουν (αλφαβητικά): Ντέμη Αντωνοπούλου, Ανδρέας Αραπογιάννης, Βιβή Βαρβεράκη, Νίκος Βλάχος, Σοφία Βόκα, Γιώργος Ζαφειρόπουλος, Νεκτάριος Καλαϊτζάκης, Αλεξάνδρα Κατσιαβάρα, Βασίλης Μάραντος, Αλέξανδρος Μπούρας, Αθηνά Σαρδέλη, Γιάννης Τσούτσος.
Σκηνικά – Κοστούμια: Πολυάννα Βλατή
Χορογραφίες – Βοηθός σκηνοθέτη: Σταύρος Ψυλλάκης Σκηνοθεσία: Νικόλας Μίχας
Ο Ταρτούφος ή αλλιώς… Tartuffe, ou l’Imposteur
Ο Ταρτούφος (στα γαλλικά: Tartuffe, ou l’Imposteur) είναι γνωστότατη θεατρική κωμωδία του Μολιέρου, αλλά και το όνομα του κυριότερου χαρακτήρα της. Η πρώτη της παράσταση έγινε το 1664 και από τότε παίζεται συχνά σε θέατρα όλου του κόσμου. Ο Ταρτούφος, ο κύριος χαρακτήρας του έργου, είναι ένας υποκριτής, ένας ανήθικος άνθρωπος που παριστάνει τον ηθικό. Η επιρροή της κωμωδίας αυτής είναι τόσο σημαντική που οδήγησε στη δημιουργία του όρου «ταρτουφισμός», που είναι συνώνυμος με την υποκριτική συμπεριφορά, το φαρισαϊσμό.
Το έργο
Ο Ταρτούφος, γράφτηκε στα 1664 και παίχτηκε για πρώτη φορά (οι τρεις πρώτες πράξεις του) στο πλαίσιο καθιερωμένων εορτασμών-φεστιβάλ που συνήθιζε να διοργανώνει ο Βασιλιάς Λουδοβίκος ο 14ος στις Βερσαλλίες. Αμέσως προκάλεσε θύελλα αντιδράσεων. Ο κλήρος αναγνώρισε το ίδιο του το πρόσωπο πίσω από την οξύτατη σάτιρα κατά της θρησκοληψίας και της υποκρισίας και -με την συμπαράσταση της βασιλομήτορος- δεν δίστασε με διάταγμα που εξέδωσε ο Αρχιεπίσκοπος των Παρισίων να απαγορεύσει ρητά στους πιστούς της Μητροπόλεώς του “να διαβάσουν ή να ακούσουν να απαγγέλεται η εν λόγω κωμωδία είτε δημόσια, είτε ιδιωτικά, επι ποινή αφορισμού”. Παρά τις αιτήσεις του προς τον Λουδοβίκο, τις περικοπές που έκανε στο έργο του και την προσωρινή αλλαγή του τίτλου, μεσολάβησαν 5 χρόνια προσπαθειών, έντονων απογοητεύσεων και αφορισμών, ώσπου να επιτραπεί τελικά στον Μολιέρο να το παρουσιάσει (χωρίς περικοπές) στις 5 Φεβρουαρίου του 1669.
Η υπόθεση του θεατρικού έργου
Ο Ταρτούφος, ένας ψευτοθρησκευόμενος επαρχιώτης, έχει γοητεύσει με τις υποκριτικές επιδείξεις ευσέβειας σε τέτοιο βαθμό τον Οργκόν, έναν πλούσιο Παριζιάνο αστό, που ο δεύτερος τον έχει για τα καλά εγκαταστήσει στο σπίτι του. Τον εμπιστεύεται απόλυτα, του έχει αφεθεί ολοκληρωτικά.Προτίθεται, μάλιστα, προκειμένου να τον κάνει γαμπρό του, να αθετήσει την υπόσχεση γάμου που είχε δώσει στον Βαλέριο, τον αγαπημένο της κόρης του Μαριάνας. Με εξαίρεση την μητέρα του Οργκόν, η οποία έχει πέσει επίσης θύμα της υποκρισίας του Ταρτούφου, όλα τα υπόλοιπα μέλη της οικογένειας, και η ακόλουθος της Μαριάνας, η Ντορίν, μάχονται να ανοίξουν τα μάτια του Οργκόν, εκείνος όμως αρνείται να πειστεί. Ούτε οι αποδείξεις που επικαλείται ο γιος του Δάμις, ο οποίος συνέλαβε επ’ αυτοφώρω τον Ταρτούφο να παρενοχλεί ερωτικά την μητριά του -και δεύτερη γυναίκα του Οργκόν- την Ελμίρα είναι αρκετές. Ο Οργκόν θέλοντας να υπερασπιστεί την αθωότητα του προστατευόμενού του φτάνει ως το σημείο να διώξει από το σπίτι τον γιο του, να τον καταραστεί, να τον αποκληρώσει και με συνοπτικές διαδικασίες γράφει όλη του την περιουσία στον Ταρτούφο, επισπεύδοντας τον γάμο του με την Μαριάνα, παρά την θέλησή της και τις έντονες παρακλήσεις της προς τον πατέρα να αλλάξει γνώμη. Η Ελμίρα αποφασίζει να πάρει την κατάσταση στα χέρια της και να πολεμήσει τον Ταρτούφο με τα ίδια του τα όπλα. Μ’ ένα έξυπνο τέχνασμα τον παγιδεύει και, επιτέλους, ο άντρας της βλέπει το αληθινό του πρόσωπο και του ζητά να φύγει. Ο Ταρτούφος, όμως, είναι πλέον, βάσει συμβολαίου ο νόμιμος ιδιοκτήτης του σπιτιού. Στέλνει δικαστικό κλητήρα με εντολή να κατασχέσει την περιουσία. Μα τα χειρότερα δεν έφτασαν ακόμα. Το μυστικό που ο Οργκόν είχε εμπιστευθεί στον Ταρτούφο, μια κασετίνα με έγγραφα αντιβασιλικά που ο Οργκόν φύλαγε στο σπίτι του για να γλιτώσει κάποιον αντιφρονούντα φίλο βρίσκεται ήδη στα χέρια του Βασιλιά. Ο Οργκόν τώρα αντιμετωπίζει την κατηγορία της υπόθαλψης εγκληματία. Η οικογένειά του σε λίγες ώρες θα βρίσκεται στον δρόμο, αυτός θα βρίσκεται στην φυλακή. Η ανατροπή έρχεται όταν ο βασιλικός αστυνόμος που φτάνει συνοδευόμενος απ’ τον «κατήγορο» Ταρτούφο, αντί να συλλάβει τον Οργκόν, συλλαμβάνει τον ίδιο, αφού στο πρόσωπο του η δικαιοσύνη και η αλάνθαστη διαίσθηση του ακριβοδίκαιου Μονάρχη αναγνώρισαν έναν από καιρό καταζητούμενο απατεώνα.