Δεν θα άξιζε τον κόπο να ασχοληθεί ξανά κανείς με τον πρώην δήμαρχο της πόλης μας, ύστερα μάλιστα από την ολοκληρωτική καταδίκη της πολιτικής του στις τελευταίες δημοτικές εκλογές, όπου ο υποψήφιος που προσωπικά υποστήριξε δεν κατόρθωσε να περάσει ούτε στον δεύτερο γύρο. Η αήθης επίθεση που εξαπέλυσε, στην πρόσφατη συνέντευξη Τύπου, που έδωσε με αφορμή το βούλευμα του Συμβουλίου Εφετών για την περίφημη υπόθεση του «ΧΩΡΙΟΥ ΤΩΝ ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΩΝ», κατά των συμπολιτών μας που προσέφυγαν στα θεσμοθετημένα όργανα της πολιτείας για να υπερασπιστούν το δημόσιο συμφέρον, ελάχιστη σημασία θα είχε. Άλλωστε, είναι γνωστή πρακτική να «φωνάζει ο κλέφτης για να φοβηθεί ο νοικοκύρης».
Αποτελεί όμως σοβαρότατο ζήτημα η σφοδρότατη και με απαράδεκτους χαρακτηρισμούς, επίθεση που ο απερχόμενος εξαπέλυσε κατά του Συμβουλίου της Επικρατείας (ΣτΕ). Είναι χαρακτηριστική η, μεταξύ των άλλων, αποστροφή του ότι «…το Συμβούλιο της Επικρατείας καθίσταται από τα μεγαλύτερα προβλήματα της ελληνικής κοινωνίας». Και δεν είναι καθόλου τυχαία η χρονική συγκυρία, οι δηλώσεις αυτές να γίνονται την περίοδο που είναι σε εξέλιξη η συζήτηση για την αναθεώρηση του Συντάγματος, με στόχο τον περιορισμό του ρόλου του ΣτΕ.
Το ΣτΕ αποτελεί έναν θεσμό καταξιωμένο, ο οποίος έχει λειτουργήσει αξιόπιστα και αποτελεσματικά από συστάσεως του ελληνικού κράτους. Το Ε’ τμήμα του, μάλιστα, έχει δημιουργήσει με τις αποφάσεις του νομολογία, που αποτελεί ασπίδα για το Περιβάλλον και τον Δασικό πλούτο της χώρας. Ειδικά για ότι αφορά στο Μαρούσι, είναι γνωστό ότι σε αρκετές περιπτώσεις σώθηκαν ελεύθεροι χώροι, από την οικοδόμησή τους, με ιδιαίτερα δυσμενείς όρους, χάρη στις δικές του αποφάσεις. Αυτός είναι, λοιπόν, ο λόγος που ο κ. Π. Τζανίκος αναλαμβάνει την υπονόμευση του θεσμού σε τοπικό επίπεδο.
Η κυβέρνηση παρά τις προεκλογικές εξαγγελίες της και για να μην αδημονούν οι καταπατητές και βιαστές του δασικού περιβάλλοντος, καθώς και όλοι όσοι ευελπιστούν να κερδοσκοπήσουν από τις αλλαγές χρήσεων γης και συντελεστών δόμησης προωθεί την καινούργια συνταγματική αναθεώρηση. Σκοπός της είναι να αχρηστεύσει την φιλοπεριβαλλοντική νομολογία του ΣτΕ μέσω της υποκατάστασής του, από το προτεινόμενο Συνταγματικό Δικαστήριο.
Έτσι με πρόσχημα την έλλειψη χωροταξικού σχεδιασμού και χρήσης γης, πράγματα που μπορούσαν και μπορούν να γίνουν χωρίς την προηγούμενη και την προτεινόμενη συνταγματική αναθεώρηση, αλλά μέσω της κατάρτισης του εθνικού κτηματολογίου και των δασικών χαρτών που η πολιτεία έχει θεσμικά την υποχρέωση να πράξει, επιχειρείται:
• Ο διαχωρισμός των δασικών εκτάσεων από τα δάση, που σημαίνει έμμεση κατάργηση της προστασίας των πρώτων και
• Η νομιμοποίηση όλων των αυθαιρεσιών και καταπατήσεων σε βάρος των δασών μέχρι το 1978, που έγινε η πρώτη μετά το Σύνταγμα του 1975 βλαστική απεικόνιση της χώρας.
Σε περίπτωση που οι ρυθμίσεις αυτές υλοποιηθούν, θα επιφέρουν όχι μόνο τεράστιες επιπτώσεις στο περιβαλλοντικό ισοζύγιο της χώρας, αλλά και θα σημάνουν την απώλεια μεγάλης περιουσίας, αφού ο αποχαρακτηρισμός θα συνοδευτεί με παραχωρήσεις στους καταπατητές. Έτσι γίνεται φανερό ότι η σημερινή κυβέρνηση έρχεται να ολοκληρώσει την κατάλυση του θεσμικού πλαισίου προστασίας του περιβάλλοντος που ξεκίνησε από την προηγούμενη με την πρώτη αναθεώρηση του Συντάγματος.
Καλούμε όλες τις δημοτικές παρατάξεις, τους τοπικούς συλλόγους, τις οικολογικές και κοινωνικές οργανώσεις και τους ενεργούς πολίτες, όχι μόνο της πόλης μας, αλλά όλου του τόπου που αγωνίζονται για το περιβάλλον και τη δικαιοσύνη να βρίσκονται σε διαρκή εγρήγορση. Το αύριο της χώρας μας και της ζωής των παιδιών μας εξαρτάται απ’ όλους μας. Ας μην αφήσουμε άλλους να αποφασίσουν για λογαριασμό μας.
Να υπερασπίσουμε την πόλη μας!