Είχε την τύχη να προλάβει την παρουσίαση του νέου της βιβλίου «Το Θέατρο στο Βυθό» (εκδόσεις Ταξιδευτής), στην πόλη του Χαλανδρίου, κυριολεκτικά στο… παρά ένα της νέας καραντίνας, στις 31 Οκτωβρίου. Ο λόγος για τη συγγραφέα Μαρία Μησσήν, παρουσιάστρια και σκηνοθέτης της ταξιδιωτικής εκπομπής «24 ώρες στην Ελλάδα», που προβάλλεται στην ΕΡΤ3 κάθε Τετάρτη (18.00). Η ΑΜΑΡΥΣΙΑ είχε, επίσης, την τύχη να προλάβει, πάντως, μια συζήτηση μαζί της για το βιβλίο της, την τηλεόραση, το lockdown και όχι μόνο…
Συνέντευξη: Αλέξανδρος Καζαντζίδης
– Πόσο εύκολη ήταν η μετάβασή σας από την τηλεοπτική σας δουλειά που έχει πιο ρεαλιστικά χαρακτηριστικά στο μυθιστόρημα με αλληγορικά στοιχεία;
-H γραφή και το βιβλίο έτσι κι αλλιώς προϋπήρχαν. Κι έχει ενδιαφέρον να κινείται κανείς σε δύο άξονες, στον κόσμο της φαντασίας και τον πραγματικό. Αλλά εκείνο που έχει μεγαλύτερο ενδιαφέρον ακόμα, είναι να βλέπεις αυτούς τους δύο κόσμους να συναντιούνται. H εκπομπή που κάνουμε τώρα στην ΕΡΤ3, «24 ώρες στην Ελλάδα», είναι ένα ταξίδι στις ζωές των άλλων, των άλλων ανθρώπων που ζούνε δίπλα μας. «Το Θέατρο στο Βυθό» είναι επίσης μία καταγραφή αληθινών ανθρώπων, αρχετυπικών σχεδόν τύπων ανθρώπων, που όλοι, αργά η γρήγορα, θα συναντήσουμε στη ζωή μας. Αν οι άνθρωποι που συναντάμε στη ζωή μας είναι πραγματικοί, οι άνθρωποι που συναντάμε στο Θέατρο της ζωής μας είναι συμβολικοί και μερικές φορές εμβληματικοί.
– Ξεκινήσατε να γράφετε το βιβλίο αυτό στα 19 σας. Πόσο άλλαξε ή όχι τη «ματιά» σας, το περιεχόμενο, τη φόρμα;
-Αυτό είχε πολύ ενδιαφέρον να το βλέπει κανείς να εξελίσσεται. Στα 19 ήταν πρώτη γραφή, δεύτερη στα 25 και τελική πριν από λίγα χρόνια, όταν πια τελικά έχεις ζήσει ακόμα κι αυτά που φαντάστηκες ότι θα μπορούσαν κάποτε να γίνουν, όταν θα έχεις μεγαλώσει, βιώσει και κατανοήσει το νόημα όσων έγραφες μικρός. Η αλήθεια είναι ότι μπορούσα πια να βλέπω τα πράγματα από μία ασφαλή απόσταση και με την ήρεμη και διεισδυτική ματιά του αφηγητή. Είναι το σημείο που γίνεται κανείς θεατής των γεγονότων της ζωής του και μάρτυρας αντικειμενικός, όσο γίνεται. Όσον αφορά τώρα τη φόρμα, θεωρώ ότι το κείμενο, δουλεύοντας το τα τελευταία χρόνια και με βάση και την τηλεοπτική μου εμπειρία, απέκτησε μια πιο καθαρή και σταθερή δομή, κατανοητή από τον περισσότερο κόσμο. Αν είναι να πει κανείς κάτι σημαντικό, είναι καλύτερα να το πει απλά. Έτσι κι αλλιώς, αν κάτι μου αρέσει στην καλή -μόνο – τηλεόραση, είναι το γεγονός ότι είναι δημοκρατικό μέσο, απευθύνεσαι σε όσο το δυνατόν περισσότερο κόσμο και είναι -σχεδόν -δωρεάν.
– Σε τι βαθμό επηρέασαν τη γραφή σας οι σπουδές Ψυχολογίας αλλά και τα ταξίδια, που έχετε κάνει;
-Πάρα πολύ. Ίσως για αυτό και να μου πήρε τόσα χρόνια να το ολοκληρώσω δουλεύοντας το βιβλίο σταδιακά. Πρώτα οι χαρακτήρες που συναντά κανείς στη ζωή του, αρχετυπικοί σχεδόν. Να μπορείς να βλέπεις βαθιά μέσα τους. Να καταλαβαίνεις την αξία τους, τη σημασία τους. Μετά οι εμπειρίες, οι εικόνες, τα σύμβολα και τα βιώματα των ταξιδιών, το θέατρο -όσο το έζησα-, η ζωή στο εξωτερικό. Αυτά που έζησα και σπούδασα ώστε να μπορέσω να γράψω επιτέλους το περίφημο φινάλε του βιβλίου. Ξέρετε, το βιβλίο θέτει μια σειρά από υπαρξιακά και φιλοσοφικά ερωτήματα τα οποία μπόρεσα κι εγώ η ίδια να τα απαντήσω -εν μέρει- μόλις πριν από λίγα χρόνια. Αν η ζωή μας είναι ένα Θέατρο, τι καλούμαστε να κάνουμε; Παίζουμε άβουλα τον ρόλο μας ή επεμβαίνουμε σ’ αυτό;
– Αν, λοιπόν, το «θέατρο» του βιβλίου παραπέμπει στην πραγματική ζωή, η βουτιά στο βυθό αποκαλύπτει, τελικά, την αλήθεια, δίνει απαντήσεις;
-Η βουτιά στο συλλογικό ασυνείδητο είναι κυρίως για να καταλάβουμε ότι είμαστε όλοι μαζί μέσα σε αυτό που ζούμε. Είμαστε μαζί. Το τι θα κάνει βέβαια ο καθένας στη ζωή του, αυτό είναι, φυσικά, δική του απόφαση. Η ηρωίδα πάντως σαν νεαρή και επαναστατημένη αποφασίζει να κάνει κάτι συγκεκριμένο. Δεν υπάρχει όμως ένας δρόμος για όλους. Ο καθένας μας οφείλει να χαράξει τη δική του πορεία. Αλλά, ανάλογα με τις ερωτήσεις που έχει κανείς, θεωρώ ότι μπορεί να βρει κάποιες απαντήσεις σε αυτό το βιβλίο και αρκετές ακόμα στο επόμενο. Εκείνο που είναι σημαντικό είναι να μην σταματάμε να ρωτάμε, να διερευνάμε. Να αναρωτιόμαστε και να αμφισβητούμε ακόμα. Η ερώτηση, είναι η αρχή της φιλοσοφίας και η φιλοσοφία είναι η απαρχή όλων των επιστημών.
– Σχεδιάζετε και επόμενο βιβλίο, είπατε. Δύο λόγια γι΄ αυτό;
-Ετοιμάζω τη συνέχεια του βιβλίου αυτού. Ο τίτλος του είναι η «Χώρα στον Ουρανό» και δείχνει την εξέλιξη της ηρωίδας αλλά και της ιστορίας των ανθρώπων. Γράφτηκε σταδιακά και αυτό, από τα 25 μου μέχρι και σήμερα και είναι γεμάτο με πρόσωπα και γεγονότα από αρκετά ταξίδια, περιπέτειες, έρωτες, συγκρούσεις κι ανατροπές. Επικές μάχες και ηρωικές αποφάσεις. Αν το «Θέατρο στον Βυθό» ήταν μια περιπέτεια ενηλικίωσης, θεωρώ ότι η «Χώρα στον Ουρανό» θα είναι μία ιστορία ολοκλήρωσης. Καθώς η ηρωίδα μεγαλώνει και συνειδητοποιεί τι πρέπει να κάνει πια στη ζωή. Όχι μόνο στη δική της ζωή αλλά στη ζωή των ανθρώπων, στη Ζωή ως έννοια παγκόσμια και συλλογική.
– Τα διαστήματα της καραντίνας ήταν ευκαιρία για περισσότερο χρόνο ενδοσκόπησης και ίσως δημιουργικότητας; Θα σας έδινε το έναυσμα η σημερινή κατάσταση να γράψετε ένα επόμενο βιβλίο;
-Είναι πραγματικά ευκαιρία για εσωστρέφεια, ενδοσκόπηση και δημιουργία, έτσι κι αλλιώς, έτσι λειτουργούν και οι περισσότεροι καλλιτέχνες. Τώρα αυτό που ζούμε δεν ξέρω αν θα θέλουμε να το θυμόμαστε ή να το μνημονεύουμε. Δεν υπάρχει αλληλεπίδραση ουσιαστική με τους άλλους ανθρώπους, είναι ένα είδος ολοκληρωτισμού αυτό που ζούμε και μία άρνηση της ζωής με τόσο θάνατο και δυστυχία παντού να μας περιτριγυρίζει. Θεωρώ πάντως ότι είναι μεγάλη γενναιότητα να παραμένει κανείς αισιόδοξος και δημιουργικός κάτω από όλες αυτές τις συνθήκες. Γιατί αυτό τελικά μας δένει με τη ζωή, η πίστη ότι η ζωή θα νικήσει και η διαρκής ελπίδα μας για έναν καλύτερο κόσμο. Όσο βαθύ κι αν είναι το σκοτάδι της πιο μεγάλης νύχτας, έρχεται κάποτε η στιγμή που ξημερώνει.
Λίγα λόγια για το βιβλίο
«Το Θέατρο στο Βυθό» (εκδόσεις Ταξιδευτής) είναι μια φανταστική περιπέτεια αλλά και μια ποιητική αλληγορία της ζωής. Της ζωής που ξεδιπλώνεται και ξεφαντώνει μέσα σε ένα κλίμα χαρούμενης αναρχίας ώσπου η κωμωδία και η τραγωδία να συναντηθούν τελικά στη σκηνή ενός Θεάτρου που το κατάπιε η θάλασσα. Η βαθιά, γαλάζια θάλασσα έδωσε μόνη της τελικά μία τραγική λύση στην επιδημική και αυτοκαταστροφική πορεία μίας παγκοσμιοποιημένης αλλά άδικης κοινωνίας. Η λύση ήρθε μέσα από μία τρομακτική φυσική καταστροφή. «Να είναι ένα παιχνίδι των Θεών;», αναρωτιέται η 19χρονη Ντελμάν Βέρνερ που ζει τώρα εκεί, στον βυθό ή μία προφητική προειδοποίηση μέσα σε ένα όνειρο χωρίς τέλος; Κι αν το Θέατρο αυτό προϋπήρχε στον βυθό;
Δείτε επίσης: Χορωδία 60+: Μεταδίδει τον «ιό» της… επικοινωνίας