Λίγοι μήνες απέμειναν πια ως τις δημοτικές εκλογές και η γνωστή διακομματική κουστωδία των υποψήφιων σωτήρων μας, αναζητά το πολυπόθητο χρίσμα και προβάρει πυρετωδώς κουστούμια, χαμόγελα και χειραψίες. Την ίδια στιγμή η διοίκηση του δήμου συνεχίζει επί 10 χρόνια την υλοποίηση μιας ακραίας νεοφιλελεύθερης πολιτικής της οποίας τα αποτελέσματα είναι άμεσα ορατά και οδηγούν με μαθηματική ακρίβεια στην πλήρη αποσάθρωση του όποιου κοινωνικού χαρακτήρα του δήμου.
Σε μια περίοδο που οι δράσεις κοινωνικής πολιτικής, για την ανακούφιση των πληττόμενων από την κρίση και τα μνημόνια κατοίκων της πόλης θαέπρεπε να είναι η απόλυτη προτεραιότητά της, η διοίκηση Κουράση κατάφερε να κλείσει 4 παιδικούς σταθμούς, να μειώσει στο μισό τα φιλοξενούμενα παιδιά και να καταργήσει εντελώς το μοναδικό βρεφονηπιακό σταθμό, ενώ την ίδια στιγμή ο μεγαλύτερος παιδικόςσταθμός των Βαλκανίων στο Ίδρυμα Κουρτέση παραμένει αναξιοποίητος. Με τους χειρισμούς και τις επιλογές της στο θέμα του κοινωνικού παντοπωλείου κατάφερε πλήγμα στην έννοια της κοινωνικής αλληλεγγύης,ταυτίζοντάς την με την εξυπηρέτηση της τοπικής διαπλοκής, τα πελατειακά δίκτυα, τις αδιαφανείς συναλλαγές και την λεηλασία των κοινοτικών πόρων.
Οι συστηματικές και αναδρομικές (από το 2005!) αυξήσεις των δημοτικών τελών που έρχονται να καλύψουν την απώλεια εσόδων από το κράτος, η απουσία διεκδίκησης των παρακρατηθέντων πόρων, η σταδιακή τιμολόγηση όλων των δωρεάν παρεχομένων υπηρεσιών (τροφεία, εισιτήρια, αθλητικοί χώροι) συμβαδίζουν με την άρνηση είσπραξης εσόδων από τις οχλούσες χρήσεις και την συστηματική διευκόλυνση όσων (Τράπεζες, εταιρίες κινητής, Ιατρικά κέντρα, μεγάλες κατασκευαστικές, εκδοτικά μεγαθήρια) κερδοσκοπούν σε βάρος της ποιότητας ζωής των κατοίκων αυτής της πόλης.
Η αδιαφορία για το χαρακτήρα, την αισθητική και την λειτουργικότητα του εμπορικού κέντρου της πόλης (τραπεζοκαθίσματα, παράνομα προστεγάσματα) είναι συνέχεια της πολιτικής μετατροπής του σε μονολειτουργική ζώνη βραδινής διασκέδασης που διώχνει τους μόνιμους κατοίκους, υπονομεύοντας τελικά τη βιωσιμότητα του εμπορικού του χαρακτήρα.
Οι συνεχείς απώλειες των λιγοστών ελεύθερων χώρων που απέμειναν, η αποτυχία αποτελεσματικής διεκδίκησης και αξιοποίησης άλλων (κτήματα Δουζένη, Πραπόπουλου) συμπληρώνει την προσπάθεια ιδιωτικοποίησης της ακίνητης περιουσίας του δήμου μέσα από τις αδιαφανείς και σκανδαλώδεις συμβάσεις της εταιρίας του δήμου Φλύα (σκάνδαλο «Κυλικείο Νεκροταφείου», Υπόθεση κληροδοτήματος Καλλισπέρη, σκάνδαλο της οδού Καλαμά, μη αξιοποίηση του σκεπαστού της αττικής οδού).
Με την πολιτική της στο ζήτημα των διαφημιστικών μέσων συνεχίζει να διακινδυνεύει την ασφάλεια πεζών και οδηγών, να υποβαθμίζει την αισθητική του δημόσιου χώρου και να υπονομεύει τα οικονομικά συμφέροντα του δήμου.
Αδυνατεί να κρύψει την ανυπαρξία πολιτιστικής πολιτικής σε μια πόλη που δεν έχει ακόμη ούτε μια αξιοπρεπή αίθουσα δημόσιων εκδηλώσεων.
Τα σχέδια ιδιωτικοποίησης της καθαριότητας, τα διαρκώς αλληλοαναιρούμενα συστήματα αποκομιδής που ακριβοπληρώνονται από τουςδημότες, η έλλειψη χώρου στάθμευσης των απορριμματοφόρων, τονίζουν την απουσία μιας εναλλακτικής στρατηγικής διαχείρισης των απορριμμάτων ενώ συμβαδίζουν με τις γνωστές ρουσφετολογικές προσλήψεις και την κατηγοριοποίηση και διάσπαση των εργαζομένων ανάλογα με το είδος της σύμβασης που αυτοί υπογράφουν.
Ταυτόχρονα συνεχίζεται η γνωστή και από τις προηγούμενες διοικήσεις υποτακτική νοοτροπία απέναντι στους σχεδιασμούς του ΠΕΧΩΔΕ και τηςκυβέρνησης, ιδιαίτερα στο θέμα της ένταξης του Πεύκου Πολίτη και της απώλειας κρίσιμων για την πόλη χώρων που μεταφέρονται σιωπηλά στηνιδιοκτησία του ΤΑΙΠΕΔ (οικόπεδα στην Πεντέλης, Ηρακλείτου και Νομισματοκοπείο).
Την ίδια στιγμή οι αλληλοσυγκρουόμενες ρυθμίσεις σε ζητήματα όπως η αναθεώρηση του γενικού πολεοδομικού, το νέο δημαρχείο, το κυκλοφοριακό, την ελεγχόμενη στάθμευση και την μορφή του κέντρου ουδόλως θυμίζουν μια συγκροτημένη και αποτελεσματική στρατηγική για την μορφή, τις προτεραιότητες και τις ανάγκες της πόλης.