Από την έντυπη έκδοση της IASIS που κυκλοφόρησε στις 18/07
Γράφει ο Παναγιώτης Χαλβατσιώτης: Επίκουρος Καθηγητής Παθολογίας ΕΚΠΑ
Τα άτομα που πάσχουν από διαβήτη έχουν μεγαλύτερους κινδύνους επιπλοκών όταν αντιμετωπίζουν ιογενείς λοιμώξεις, όπως είναι η γρίπη και αυτό είναι πιθανό να ισχύει και με τον κορωνοϊό. Γενικά, οι διαβητικοί εκτιμώνται ως ομάδα υψηλού κινδύνου για τον κορωνοϊό όσον αφορά στη νοσηρότητα αλλά και τη θνητότητα. Ανάλογη εικόνα έχουμε για τους διαβητικούς μετά από κάποιο σύνηθες γριπώδες σύνδρομο ή οιαδήποτε μικροβιακή ή μυκητιασική λοίμωξη.
H κύρια αιτία για αυτή την επιβάρυνση είναι είτε τα σταθερά ψηλά σάκχαρα στην κυκλοφορία ή οι μεγάλες ημερήσιες αυξομειώσεις τους που οδηγούν σε μείωση της ανοσολογικής τους απάντησης, δηλαδή του αμυντικού συστήματος του οργανισμού για κάθε εισβολέα που επιβουλεύεται την υγεία μας. Ενώ, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του Center for Communicating Diseases των ΗΠΑ, η θνητότητα του γενικού πληθυσμού χωρίς την παρουσία διαβήτη ή άλλου χρόνιου νοσήματος είναι γύρω στο 0.9%, ανέρχεται στο 7% για τον διαβητικό πληθυσμό.
Αντίστοιχα, τα παρεχόμενα στοιχεία προσδιορίζουν ότι από τους νοσηλευόμενους ασθενείς για κορωνοϊό ένα 22,2% – 26,9% με αρρύθμιστο σακχαρώδη διαβήτη, παρουσίαζαν πιο συχνά επιπλοκές κατά τη νοσηλεία τους και είχαν οδηγηθεί ταχύτερα σε διασωλήνωση, λόγω βαριάς αναπνευστικής ανεπάρκειας. Όταν ο ιός μολύνει το αναπνευστικό μας σύστημα, ξεκινά να πολλαπλασιάζεται. Εισέρχεται σε κύτταρα και αφού ακυρώσει τις λειτουργίες τους τα χρησιμοποιεί για να κατασκευαστούν πολυάριθμα αντίγραφά του που διασπείρονται στη συνέχεια σε όλο το σώμα μας. Αν ο οργανισμός είχε εμβολιαστεί ή είχε νοσήσει και «θυμόταν» τον ιό, τότε θα είχε έτοιμα στην πρώτη αμυντική του διάταξη τα ειδικά για τον κορωνοϊό αντισώματα.
Επειδή ακόμα αυτό δεν είναι εφικτό, οδηγείται αναγκαστικά στη δεύτερη φάση που μπορεί να κρατήσει μέρες ή και εβδομάδες, στην οποία αναπτύσσει τα ειδικά για τον κορωνοϊό αντισώματα, αναγνωρίζοντας πρώτα τα τρωτά του σημεία. Παράλληλα, κινητοποιεί κύτταρα που κατευθύνονται εναντίον των κυττάρων που έχουν καταληφθεί από τον εισβολέα και τα καταστρέφουν ώστε να στερήσουν από τον ιό τη δυνατότητα πολλαπλασιασμού του.
Αρρύθμιστος διαβήτης και κορωνοϊός
Στον αρρύθμιστο διαβήτη το ανοσοποιητικό σύστημα είναι αποδιοργανωμένο και έτσι αρχικά παρατηρείται ο οργανισμός να αδυνατεί να εντοπίσει τον εισβολέα. Στη συνέχεια, η απορρύθμιση των σακχάρων επιβραδύνει δραματικά την ενεργοποίηση των αμυντικών του μηχανισμών, με αποτέλεσμα να επιμηκύνεται η περίοδος ανάπτυξης των ειδικών αντισωμάτων, πράγμα που εμπεριέχει σοβαρούς κινδύνους για την τελική έκβαση της μάχης ακόμη και για τη ζωή του διαβητικού.
Τέλος, τα υψηλά κυκλοφορούντα επίπεδα γλυκόζης αίματος αποτελούν ένα πολύ καλό θρεπτικό περιβάλλον για τα ιοκύτταρα που φιλοξενούν τον ιό και δουλεύουν ασταμάτητα για την αναπαραγωγή του. Οι τύπου 1 (ινσουλινοεξαρτώμενοι) διαβητικοί κινδυνεύουν επιπλέον να οδηγηθούν σε διαβητικό κετοξικό κώμα, πολύ γρήγορα μετά την επιβάρυνση του οργανισμού τους από τον κορωνοϊό, αν δεν ληφθούν γρήγορα τα κατάλληλα μέτρα. Είναι πολύ πιθανόν να αναπτύξουν σηπτική καταπληξία που θα πυροδοτήσει τη γένεση κετοξικού κόμματος και συνδυαστικά να οδηγήσουν τον διαβητικό σε βαριά κλινική κατάσταση.
Επομένως, όταν νοσήσουν οι διαβητικοί, είναι απαραίτητο να ελέγχουν εκτός από τα επίπεδα σακχάρου αίματος συχνά και τα ούρα τους για παρουσία κετονών με τα ειδικά sticks. Για τους λόγους αυτούς, η νόσηση με κορωνοϊό μπορεί να προκαλέσει βαριά συμπτωματολογία στον διαβητικό ασθενή και να τον οδηγήσει σε δυσμενείς για τη ζωή του επιπλοκές. Όλες οι ειδικές οδηγίες για τον διαβητικό πληθυσμό, πέραν των ορθών αρχών υγιεινής και τις συνήθεις προφυλάξεις, συνιστούν την επίτευξη φυσιολογικών επιπέδων γλυκόζης. Επισημαίνεται, λοιπόν, ότι οι διαβητικοί οφείλουν να ελέγχουν τακτικά το σάκχαρό τους και να προσπαθούν για την επίτευξη άριστων γλυκαιμικών επιπέδων, σύμφωνα με τις οδηγίες που τους έχουν δοθεί από τον γιατρό τους.