Έρευνα – παρουσίαση: Γιώργος Πάλλης
Πριν από έναν αιώνα, το αυγουστιάτικο πανηγύρι της Παναγίας στο μικρό Μαρούσι των 2.500 περίπου κατοίκων, αποτελούσε ένα μεγάλο γεγονός, που συγκέντρωνε το ενδιαφέρον της επίσης μικρής Αθήνας. Όταν ακόμα δεν υπήρχε η έννοια των διακοπών ή του τουρισμού, οι Αθηναίοι προσπαθούσαν να αποδράσουν από τη ζέστη της πόλης παραθερίζοντας στα γύρω εξοχικά χωριά ή κάνοντας μικρές εκδρομές, πολύ συχνά με αφορμή θρησκευτικές γιορτές. Ο ατμοκίνητος σιδηρόδρομος που συνέδεε την πρωτεύουσα με την Κηφισιά –ο πρόγονος του σημερινού ηλεκτρικού– ήταν το κύριο μέσο μετακίνησης για τους παραθεριστές και τους εκδρομείς. Το πανηγύρι του Μαρουσιού συγκέντρωνε κάθε χρόνο πλήθη επισκεπτών, που συνδύαζαν το θρησκευτικό προσκύνημα με μια έξοδο στην εξοχή, σε ατμόσφαιρα λαϊκής γιορτής. Πολλοί ήταν επίσης οι προσκυνητές που έρχονταν με κάρα ή με τα πόδια από άλλα χωριά της Αττικής, ακόμα και από τα Μεσόγεια.
Δεν είναι τυχαίο που ο σπουδαίος λογοτέχνης της εποχής Ζαχαρίας Παπαντωνίου, ο συγγραφέας του περίφημου σχολικού αναγνωστικού “Τα ψηλά βουνά”, αφιέρωσε το 1911 ένα χρονογράφημά του στο πανηγύρι της Παναγίας. Το κείμενο δημοσιεύτηκε στη στήλη “Από ημέρας εις ημέραν> που διατηρούσε στην εφημερίδα “Εμπρός>, στο φύλλο του Σαββάτου 13 Αυγούστου 1911, δύο μέρες δηλαδή πριν από τη γιορτή.
Πρόκειται για μία πολύ ενδιαφέρουσα μαρτυρία, που μας μεταφέρει αυθεντικές εικόνες από το Μαρούσι εκείνων των χρόνων, γραμμένες με το παιγνιώδες ύφος ενός χρονογραφήματος, που προοριζόταν για μία από τις μεγαλύτερες αθηναϊκές εφημερίδες των αρχών του περασμένου αιώνα. Εντύπωση προκαλεί στον σημερινό αναγνώστη το ενδιαφέρον του συγγραφέα για το μαρουσιώτικο νερό, που έτρεχε από την «τρίκρουνον» κρήνη της πλατείας Κασταλίας και μερικές μικρότερες βρύσες. Δεν λείπει η απαρίθμηση των οπωροκηπευτικών που παράγονταν στους αγρούς όπου σήμερα εκτείνονται συνοικίες και λεωφόροι, με ένα μικρό ύμνο στη φημισμένη ντόπια πατάτα. Στο τέλος δίνεται με συντομία το πρόγραμμα της γιορτής: θεία λειτουργία, περιφορά της εικόνας, δύο φιλαρμονικές και πυροτεχνήματα.
Το κείμενο του Παπαντωνίου μεταφέρεται παρακάτω αυτούσιο, με τη γλώσσα και την ορθογραφία του πρωτότυπου. Παρεμβάλλουμε ορισμένους αριθμούς σε παρένθεση, οι οποίοι παραπέμπουν σε επεξηγηματικά σχόλια στο τέλος του χρονογραφήματος.
ΑΠΟ ΗΜΕΡΑΣ ΕΙΣ ΗΜΕΡΑΝ ΠΑΝΗΓΥΡΙΣ
Όλαι αι εορταί στην Ελλάδα συνδέονται με την μνήμην αγίου. Σχεδόν και αι συναυλίαι! Λαϊκή εορτή δεν υπάρχει. Αι φυσιολατρικαί εορταί, τα πανηγύρια των δένδρων και του νερού, έχουν και αυταί θρησκευτικήν αφορμήν. Μόνον αυτή σύρει τον λαόν από το σπήτι του εις τα βουνά και τα ακρογιάλια. Και το Μαρούσι, εορτάζει την Δευτέραν, διότι είνε η ημέρα της Κοιμήσεως της Θεοτόκου. Η θρησκευτική αυτή εορτή, μία από τας προσφιλεστέρας της Αττικής, είνε ένα φυσιολατρικόν πανηγύρι, μία νεροπανήγυρις κυρίως, σκεπομένη από την Αειπάρθενον. Το Μαρούσι έχει ευλογηθεί με νερό, την περίφημον τρίκρουνόν του της πλατείας (1), άλλας δευτερευούσας βρύσεις και πηγάδια. Είνε αλήθεια ότι το νέον Μαρούσι, η Αθηναϊκή δηλαδή αποικία του χωριού, η οποία αναρριχάται προς το ύψος και προχωρεί με δίψαν αέρος προς τα πεύκα και προς την Λυκόβρυσιν (2), δεν έχει την ευτυχίαν του νερού, δι’ αυτό και προχωρεί βραδέως. Θα είχε λυθή και το ζήτημα τούτο και τα ξηρά χωράφια του μέρους εκείνου θα εγίνοντο δροσόκηποι άξιοι Γαλλικών παραθεριστηρίων, εάν η οκνηρία των επιχειρήσεων εις την Ελλάδα δεν έφθανεν εις το ζενίθ. Εν τούτοις το κεντρικό χωριό είνε νεροβριθές. Όλοι οι κάτοικοι το πίνουν φρέσκο, από την πηγήν, ακόμη και τα βρέφη καταφθάνοντα εκεί με κανατάκια μεγέθους ποτηριών. Ε είνε κι’ αυτό μια ευτυχία! Κάποιος εις την πλατείαν είδε τους χωρικούς εις τα τραπέζια συζητούντες με μεγάλες μισές οκάδες κρασιού εμπρός των. Έκαμε το σταυρό του.
– Πού το βάζουν, είπε, αυτό το κρασί!
Τι δε ήτο αυτό το κρασί; Νερό! Οι Μαρουσιώτες έμαθαν και πίνουν απ’ αυτό εις τα καφενεία των, μέσα εις μεγάλες τενεκεδένιες οκάδες, ομοιάζοντες με τους «πότας» του Βελάσκεζ και όμως πίνοντες το αθωότερον πράγμα του κόσμου. Έπαθαν ένα είδος αλκοολισμού με νερό. Το ίδιο και οι ξένοι. Προ ετών συνήντησα εδώ γιατρό των Αθηνών ο οποίος εκάθητο παρά την πηγήν και έπινε δέκα κανάτια την ημέρα!
– Νεροθεραπεύομαι, είπε, αλλά δεν είνε μόνον αυτό. Βλέπω και το νερό!
– Και αυτό θεραπεία;
– Και αυτό θεραπεία.
Ομολογώ ότι κάτι ήξευρε. Τρίκρουνος πηγή ολαργύρου νερού είνε μία σελίς της ποιμενικής συμφωνίας του Μπετόβεν, τουλάχιστον δι’ Αθηναίον.