Γράφει ο Γεώργιος Γενετζάκης, φιλόλογος στο Χαλάνδρι
Παρακολουθούμε χρόνια τώρα να καίγονται τα δάση της Αττικής (κυρίως Πάρνηθας & Πεντέλης) κι η φωτιά να επεκτείνεται ενίοτε στον αστικό ιστό με ολέθριες υλικές και τραγικές ανθρώπινες συνέπειες – κορυφαία η πυρκαγιά στο Μάτι. Ο κατάλογος είναι μακρύς: 1981 Κοκκιναράς – Κηφισιά, 1982 Διόνυσος, 1986 Βαρυμπόμπη, 1992 Αυλώνας, 1993 Άγιος Στέφανος, 1995 Κάτω Πεντέλη, 1998 Πεντέλη, 2000 Πεντέλη, 2005 Ν. Βουτσάς – Καλλιτεχνούπολη- Ραφήνα, 2007 Πάρνηθα – Πεντέλη, 2018 Πεντέλη – Μάτι, 2022 Νταού Πεντέλης, 2023 Πάρνηθα, 2024 Πάρνηθα, 2024 Πεντέλη.
Αναμφισβήτητα, το θέμα είναι πολυσύνθετο και τεραστίων διαστάσεων, εάν συνυπολογίσουμε ότι λόγω κλιματικής αλλαγής έχουμε σε όλον τον κόσμο φωτιές στη διάρκεια του καλοκαιριού: Αλάσκα, Αυστραλία, Γαλλία, ΗΠΑ, Ισπανία, Καναδάς, Κίνα, Πορτογαλία, Ρωσία, Τουρκία. Ωστόσο, στη σκέψη όλων μας γεννιέται το εξής ερώτημα: Δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί αποτελεσματικότερα η καταστροφική μανία της φωτιάς; Δεν είναι δυνατό η προληπτική και πυροσβεστική μας ικανότητα να βελτιωθεί; Είμαστε έρμαια της τύχης;
Από την άλλη, παρακολουθούμε ως θεατές τις αντιπαραθέσεις των πολιτικών μετά την κατάσβεση. Εάν κανείς σταθεί στις ημερομηνίες των μεγάλων πυρκαγιών, θα διαπιστώσει ότι καταστροφικές φωτιές διαχειρίστηκαν και τα τρία μεγάλα κόμματα: Νέα Δημοκρατία, ΠΑΣΟΚ και ΣΥΡΙΖΑ. Έχουν δηλαδή δοκιμαστεί στην πράξη όλα τα κόμματα εξουσίας. Επομένως, ο λόγος τους στερείται αξιοπιστίας, επειδή κατηγορούν για πράγματα που και τα τρία κόμματα, όταν ήταν στην κυβέρνηση, δεν πέτυχαν.
Επομένως, γιατί να γίνονται κάθε φορά κοκορομαχίες των πολιτικών πάνω στα αποκαΐδια; Τι προσφέρει όλη αυτή η άγονη αντιπαράθεση; Τι παραπάνω θα μας πει ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ στην κριτική του προς τη Νέα Δημοκρατία από αυτά που έκανε, όταν ήταν στην κυβέρνηση το κόμμα του; Τι διαφορετικό θα καταθέσει ο νέος αρχηγός του ΣΥΡΙΖΑ από αυτά που έγιναν, όταν ήταν το κόμμα του στην εξουσία; Τι επιπλέον έλεγε η Νέα Δημοκρατία, ούσα στην αντιπολίτευση, εναντίον της κυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ το 2018 (Μάτι), από αυτά που δεν μπόρεσε να κάνει το 2024; Το ΚΚΕ απλώς ασκεί κριτική εκ του ασφαλούς, αλλά αποφεύγει να συνεργαστεί (αυτό αποδείχθηκε αναντίλεκτα το 2012). Τα ίδια περίπου ισχύουν και για τα υπόλοιπα κόμματα της ελάσσονος αντιπολίτευσης.
Σαφέστατα, δεν αρνούμαστε τις προσπάθειες που καταβάλλει κάθε κυβέρνηση, βελτιώνοντας τις υπάρχουσες υποδομές. Οι ειδικοί γνωρίζουν ποιες βελτιώσεις έχουν σημειωθεί από την κάθε κυβέρνηση. Αλλά, δεν μπορεί μία επιτροπή επιστημόνων διεθνούς κύρους να αναλάβει να μελετήσει σε βάθος το φαινόμενο και να καταθέσει προτάσεις σε μία διακομματική επιτροπή, η οποία ενωμένη θα παρουσιάσει στη Βουλή τα πορίσματα της, για την επιτυχέστερη αντιμετώπιση του υπό συζήτηση θέματος; Είναι δύσκολο να κληθούν στο Κοινοβούλιο οι ειδικοί αυτοί επιστήμονες και να ανακοινώσουν ποιες ενέργειες πρέπει να δρομολογηθούν, ώστε σταδιακά να μειωθούν ή να ελεγχθούν αποτελεσματικότερα οι φωτιές στα δάση και να αναγκαστούν τα κόμματα να δεσμευτούν ότι θα συμβάλουν στη βελτίωση της όλης κατάστασης; Να μην μπορεί με αυτόν τον τρόπο ένα κόμμα να διαφοροποιείται για λόγους στείρας αντιπολιτευτικής στάσης.
Παράλληλα, να συνειδητοποιήσουμε εμείς οι πολίτες, αφού ενημερωθούμε συστηματικά, (τηλεόραση, σχολείο, εκκλησία) με ποιες ενέργειες μπορούμε να συμβάλουμε στο έργο της εκάστοτε Δημοτικής Αρχής, ποιες συμπεριφορές πρέπει να αποφύγουμε και ποιες να αναλάβουμε. Για παράδειγμα, ο φετινός υποχρεωτικός καθαρισμός των οικοπέδων, παρότι μας ξεβόλεψε και παρά τις αστοχίες κάποιων Δήμων, λειτούργησε σε καλό βαθμό.
Οι Έλληνες, εάν διαπιστώσουμε ότι σύσσωμοι οι πολιτικοί ομονοούν σε ένα κοινό σχέδιο, είναι βέβαιο ότι θα υιοθετήσουμε ευκολότερα τα μέτρα που προτείνονται ή τις οικονομικές θυσίες οι οποίες μας ζητούνται.
Δυστυχώς, στην πατρίδα μας εδώ και χρόνια οι πολιτικοί αρνούνται να συνεννοηθούν ικανοποιητικά. Ο ένας ασκεί στον άλλο κατά κανόνα αρνητική κριτική, υπηρετώντας την πόλωση. Αυτή, όμως, γίνεται τροχοπέδη της ανάπτυξης. Η ανεπαρκής συνεννόηση των πολιτικών είναι η αναπηρία της σύγχρονης Ελλάδας και το μέγα έλλειμμα πολιτικής.