(Παύλος Πολάκης Vs Μαρέβας Μητσοτάκη)
Γράφει ο Δημήτριος Γ. Σουλιώτης
Από την αρχή του χρόνου έχουμε μπει σε προεκλογική περίοδο. Αυτό φαίνεται από τις συχνές κομματικές συνάξεις, τις περιοδείες στελεχών των Κομμάτων ανά την Ελλάδα, τα αυξανόμενα τηλεφωνήματα στους πολίτες για στήριξη των κομματικών συγκεντρώσεων, κυρίως όμως από τον αυξανόμενα εμπαθή και μισαλλόδοξο προφορικό και γραπτό λόγο μεγάλης μερίδας πολιτών και πολιτικών. Κατακλυζόμαστε από ένα λόγο τοξικό, πολωτικό, προσβλητικό, φανατικό, που τα βασικά του χαρακτηριστικά δεν διαφέρουν από το λόγο εντύπων σαν το «Espresso» και το «Μακελειό». Ο συγκεκριμένος λόγος δεν λέει, δεν σημαίνει, αλλά επιτελεί μια πράξη. Θα μπορούσαμε να ορίσουμε αυτή την πράξη με τον όρο «εκχυδαϊστική απαξίωση». Μέσα σ’ αυτό το συγκρουσιακό πολιτικό περιβάλλον έσκασε τελευταία και η είδηση ότι ο αναπληρωτής Υπουργός Υγείας Παύλος Πολάκης έχει λάβει καταχρηστικά καταναλωτικό δάνειο αξίας εκατό χιλιάδων Ευρώ. Αμέσως τα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ και τα φιλικά του έντυπα θυμήθηκαν τα δάνεια των Κομμάτων και του «Εθνικού Κήρυκα Χανίων» του Μητσοτάκη, το σκάνδαλο της Novartis και τις ύποπτες επιχειρηματικές δραστηριότητες της συζύγου του αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Αφαιρώντας από την ανάλυση την τοξική ατμόσφαιρα, ας εξετάσουμε τη σχέση των προβαλλόμενων από τα ΜΜΕ συμπεριφορών των δύο συγκεκριμένων προσώπων (Πολάκης – Μητσοτάκη) με τις έννοιες της ηθικής και της αισθητικής.
Ο Παύλος Πολάκης είναι Βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ, πρώην Υφυπουργός Εσωτερικών και από τον Σεπτέμβρη του 2015 Αναπληρωτής Υπουργός Υγείας. Στα φοιτητικά του χρόνια (σπούδασε Ιατρική στο ΕΚΠΑ) δραστηριοποιήθηκε πολιτικά στην Κομμουνιστική Νεολαία Ελλάδας (ΚΝΕ) και στο Νέο Αριστερό Ρεύμα (ΝΑΡ) και ήταν μέλος του Κεντρικού Συμβουλίου της ΕΦΕΕ. Ως γιατρός υπήρξε μέλος του ΔΣ της Ένωσης Ιατρών Νοσοκομείων Αθήνας και Πειραιά και του Γενικού Συμβουλίου της Ομοσπονδίας Ενώσεων Νοσοκομειακών Γιατρών Ελλάδας. Το 2010 εξελέγη δήμαρχος Σφακίων από τον πρώτο γύρο (60,97%) και επανεξελέγη το 2014 ως ο μοναδικός υποψήφιος (94%). Το 2012 προσχώρησε στον ΣΥΡΙΖΑ. Έχουμε λοιπόν να κάνουμε με έναν άνθρωπο που έγινε αποδεκτός από ένα σημαντικό τμήμα συμπολιτών μας σε όλους τους χώρους (πολιτικούς – συνδικαλιστικούς – τοπικής αυτοδιοίκησης) που δραστηριοποιήθηκε. Από την άλλη πλευρά για ένα άλλο τμήμα συμπολιτών μας ο ίδιος άνθρωπος εκφράζει το αποτρόπαιο πρόσωπο της συριζαϊκής Αριστεράς. Είναι προκλητικός, υβριστής, παρορμητικός, φανατικός, απατεώνας (λόγω του καταναλωτικού δανείου του), καπνίζει σε κλειστούς χώρους και κατά τον Σαββόπουλο είναι και αντι-αισθητικός, θυμίζει αρκουδιάρη…
Η σύζυγος του αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης Μαρέβα Γκραμπόφσκι – Μητσοτάκη δεν ασχολήθηκε ποτέ με τα κοινά, δεν συμμετείχε ποτέ ενεργά σε συλλογικές διαδικασίες, αρκέστηκε στις επιχειρηματικές της δραστηριότητες. Μία από τις τελευταίες ήταν και η συμμετοχή της (μέτοχος, πρόεδρος του ΔΣ, διευθύνουσα σύμβουλος) στην off shore εταιρία «MG Capital Advisor AE», ενός επενδυτικού σχήματος με έδρα τα νησιά Κέιμαν στην Καραϊβική και αντικείμενο εργασιών τη διαχείριση κεφαλαίου. Επίσης πρόσφατα εισέρευσε σε εγχώρια εταιρία της μέσω off shore το ποσό των οκτακοσίων χιλιάδων Ευρώ. Λόγω του ύποπτου επιχειρηματικού περιβάλλοντος στο οποίο κινούνται οι off shore εταιρίες, γεννώνται ορισμένα εύλογα ερωτήματα: Ποιο ήταν ακριβώς το αντικείμενο εργασιών της off shore εταιρίας της κας Μητσοτάκη; Με ποιον τρόπο προσελκύονταν οι πελάτες και τι είδους επενδυτικές συμβουλές και τοποθετήσεις κεφαλαίων έκανε η εταιρία; Από που προέρχονταν τα κεφάλαια των πελατών της; Υπήρχε έλεγχος της νομιμότητας προέλευσής τους; Γιατί επιλέχτηκε ως έδρα της εταιρίας ο φορολογικός παράδεισος των νησιών Κέιμαν; Συμμετείχε η εταιρία στον φορολογικό σχεδιασμό (ο politically correct όρος για την φοροαποφυγή) των πελατών, μέσω του «στησίματος» off shore εταιριών;
Έχουμε λοιπόν δύο πρόσωπα με τελείως διαφορετικές διαδρομές στην πορεία του βίου τους και μας ενδιαφέρει να εξετάσουμε αν οι προβαλλόμενες συμπεριφορές τους είναι συμβατές με την ηθική. Ειδικότερα μας ενδιαφέρει να ανιχνεύσουμε ποια είναι τα ηθικά κριτήρια, βάσει των οποίων οι άλλοι τους αποδέχονται ή τους απορρίπτουν. Η Ηθική ως έννοια και σκοπός, η οποία βρίσκει σύμμαχο ή αντίπαλο την Αισθητική, από τους Σοφιστές μέχρι τον Νίτσε, είναι η δημιουργία των κανόνων που μια ομάδα αποδέχεται για τη συνοχή της. Δεν υπάρχει Ηθική εκτός της ομάδας, εκτός της σχέσης με τον Άλλον. Η Ηθική είτε προκύπτει ως φαντασιακή διεργασία, είτε από πραγματικές διαδικασίες, αποσκοπεί πάντοτε στη συνοχή της κοινότητας και στην επιβίωσή της, μέσω της εξαφάνισης ή περιστολής της ατομικότητας υπέρ του γενικού καλού. Με άλλα λόγια οι φορείς της ηθικής (νόμοι, παράδοση, θρησκεία) αποσκοπούν στην περιστολή της επιθυμίας υπέρ της συνοχής και της ασφάλειας.
Μέσα σ’ αυτό το γενικό πλαίσιο, θα μπορούσαμε για την ανάλυσή μας να αναφερθούμε σε δύο μορφές ηθικής. Η πρώτη – συμβατικά την αποκαλούμε προτεσταντική ηθική – διαμορφώνει έναν τύπο ανθρώπου που δίνει προτεραιότητα στο πρέπον και όχι στο υπάρχειν, στη χρήση (χρήσιμο) και όχι στη σχέση, στο άτομο και όχι στο πρόσωπο, στην κατοχύρωση του Εγώ μέσα από συμφωνημένους όρους (σύμβαση – ατομικό δικαίωμα) και όχι στη χαρά του ανοίγματος προς τον άλλο. Αυτή η μορφή ηθικής διαμορφώνει έναν τύπο ανθρώπου με ωφελιμιστικό χαρακτήρα, κύρια στοιχεία του οποίου είναι ένας χωρίς ψευδαισθήσεις απαισιόδοξος ατομισμός και ένας πρακτικός ορθολογισμός. Αυτό το άτομο βλέπει και κρίνει τον κόσμο συνειδητά με κριτήριο τα εγκόσμια συμφέροντά του, εξοστρακίζοντας όλα τα αισθησιακά και συγκινησιακά στοιχεία στον πολιτισμό και στη θρησκεία, ως προάγοντα αισθηματικές απάτες. Κύριος σκοπός της ζωής του καθίσταται μια επιτυχημένη επαγγελματική καριέρα, προς απόκτηση πλούτου και εξουσίας.
Στην αντίπερα όχθη υπάρχει μια μορφή ηθικής – συμβατικά την αποκαλούμε ηθική της Ανατολής – η οποία δεν ομνύει στη σκέψη που θρέφεται από τα πράγματα, αδιαφορεί για την τεχνική ακρίβεια και αφήνεται στο αίσθημα της πίστεως, που θρέφεται από τα σύμβολα. Αυτή η μορφή διαμορφώνει ένα τύπο ανθρώπου με χαρακτηριστικό της προσωπικότητάς του το φιλότιμο, το οποίο συνιστά ισχυρότατο ψυχικό δεσμό μεταξύ ατόμου και ομάδας. Το φιλότιμο – και όχι οι νόμοι της πολιτείας – κατευθύνει το άτομο να εκθέτει τον αληθινό εαυτό του στην επιδοκιμασία των άλλων, των δικών του άλλων. Με όχημα το φιλότιμο, που έχει ως καύσιμη ύλη το συναίσθημα, το Εγώ συναντιέται με το εμείς, μορφοποιώντας μια ηθική τελείως διαφορετική από την προτεσταντική ηθική.
Σύμφωνα με ορισμένους στοχαστές η πρώτη μορφή ηθικής οδήγησε στη γέννηση και παγκόσμια κυριαρχία του καπιταλιστικού συστήματος με την εξειδικευμένη σύγχρονη μορφή του, τον καπιταλισμό – καζίνο. Ενός συστήματος «υπαρκτού καπιταλισμού», που μετά την κατάρρευση του «υπαρκτού σοσιαλισμού», αρνήθηκε κάθε έλεγχο και περιορισμό των ενστικτωδών ενορμήσεων, με συνέπεια να επικρατήσουν παγκόσμια οι στυγνοί νόμοι της «ελευθερίας των αγορών» και της άτεγκτης ανταγωνιστικότητας, δηλαδή οι νόμοι της φυσικής επιλογής, της επιβίωσης του ισχυρότερου. Και πιο εξειδικευμένα αυτή η μορφή ηθικής οδήγησε στο ξεχαρβάλωμα – μέσω των διεθνών off shore κέντρων – των εθνικών φορολογικών συστημάτων κοινωνικής ισορροπίας, με συνέπεια τη διεύρυνση των χαοτικών ανισοτήτων μεταξύ πλούσιων και φτωχών (το 1% του πληθυσμού του πλανήτη έχει συγκεντρώσει το 65% του παγκόσμιου πλούτου!!). Και είναι αυτή η αυξανόμενη ανισότητα που προκαλεί, αναπαράγει και οξύνει τα σύγχρονα κοινωνικά προβλήματα, όπως η έξαρση της μετανάστευσης, του εθνικισμού, του εξτρεμισμού και η υποβάθμιση της δημοκρατίας.
Η προερχόμενη εξ Ανατολών δεύτερη μορφή ηθικής μέσω του συναισθήματος και του φιλότιμου οδήγησε σε κοινωνίες κλειστών οριζόντων και στην κυριαρχία των δεσμών αίματος, τόπου, πίστης, συντεχνίας, που κλείνει το άτομο στα στενά όρια των δικών του ανθρώπων. Ειδικότερα αυτή η μορφή ηθικής τοποθετεί τον άνθρωπο έξω από το χρόνο και την ιστορία ως παθητικό αντικείμενο και όχι ως δημιουργικό υποκείμενο και δημιουργεί τον ομαδικό άνθρωπο, ο οποίος παίρνει την εικόνα του εαυτού του από το περιβάλλον του – «τι θα πει ο κόσμος», ο δικός του «κόσμος» – και δεν έχει τη δυνατότητα να κρίνει ως υποκείμενο την ίδια την κρίση του. Αν θεωρήσουμε ότι η συμπεριφορά της Μαρέβας Μητσοτάκη στο πεδίο της επιχειρηματικής της δραστηριότητας καθορίζεται από τις αρχές της πρώτης μορφής ηθικής, ενώ η συμπεριφορά του Παύλου Πολάκη στο πεδίο της πολιτ ικής του δραστηριότητας από τις αρχές της δεύτερης μορφής ηθικής, πως κρίνονται οι συγκεκριμένες συμπεριφορές τους; ηθικές ή ανήθικες; Βάσει ποιών κριτηρίων; Υπάρχει διαφορά ηθικού βάρους των συμπεριφορών των δύο προσώπων; Και αν υπάρχει μήπως το ύψος της προσδιορίζεται από τα εφαρμοζόμενα κριτήρια και την πολιτική τοποθέτηση των κρινόντων.