Γράφει ο Φώτης Αλεξόπουλος
Οικονοµολόγος, μέλος του ΙΝΚΑ/Γενική Οµοσπονδία Καταναλωτών Ελλάδος
Η αρχή «ο ρυπαίνων πληρώνει» δεν είναι ένα οικολογικό σύνθηµα. Είναι µια θεµελιώδης αρχή δικαιοσύνης, κατοχυρωµένη στο ευρωπαϊκό δίκαιο, που ορίζει το αυτονόητο: όποιος προκαλεί περιβαλλοντική ζηµιά οφείλει να αναλαµβάνει το κόστος αποκατάστασής της.
Κι όµως, στην Ελλάδα, η αρχή αυτή παραµένει περισσότερο θεωρητική παρά εφαρµοσµένη.
Στην πράξη, η ρύπανση εξακολουθεί να είναι µια «φθηνή επιλογή» για όσους την προκαλούν, ενώ το κόστος µετακυλίεται συστηµατικά στην κοινωνία, στους φορολογούµενους και στις τοπικές κοινότητες.
Η χώρα µας διαθέτει ένα εκτενές νοµοθετικό πλαίσιο για την προστασία του περιβάλλοντος. Ευρωπαϊκές οδηγίες έχουν ενσωµατωθεί, κανονισµοί υπάρχουν, προβλέψεις για πρόστιµα και αποκατάσταση ζηµιών επίσης.
Αυτό που λείπει δεν είναι η νοµοθεσία, αλλά η εφαρµογή της.
Ανεπαρκείς και υποστελεχωµένοι ελεγκτικοί µηχανισµοί, χρονοβόρες διαδικασίες, χαµηλά πρόστιµα και πολιτική ανοχή –ιδίως όταν πρόκειται για ισχυρούς οικονοµικούς παίκτες– δηµιουργούν ένα καθεστώς έµµεσης ασυλίας. Σε πολλές περιπτώσεις, το κόστος συµµόρφωσης είναι µεγαλύτερο από το κόστος της παρανοµίας.
Ανεξέλεγκτες χωµατερές, ρυπασµένα νερά, κατεστραµµένα οικοσυστήµατα και περιοχές που χρειάζονται αποκατάσταση. Και ποιος πληρώνει; Πολύ συχνά, το ∆ηµόσιο, µέσω εθνικών ή ευρωπαϊκών πόρων. ∆ηλαδή, οι πολίτες.
Έτσι, αντί να πληρώνει ο υπαίτιος, πληρώνει η κοινωνία. Πρόκειται για µια βαθιά άδικη και οικονοµικά στρεβλή πρακτική, που όχι µόνο δεν αποτρέπει τη ρύπανση, αλλά την ενθαρρύνει.
Η ουσιαστική εφαρµογή της αρχής «ο ρυπαίνων πληρώνει» δεν απαιτεί νέες διακηρύξεις. Απαιτεί πολιτική βούληση και θεσµική συνέπεια. Απαιτεί:
– πραγµατικούς και συστηµατικούς ελέγχους
– πρόστιµα που λειτουργούν αποτρεπτικά
– υποχρεωτική αποκατάσταση της ζηµιάς από τον υπαίτιο
– διαφάνεια και δηµοσιοποίηση των παραβάσεων
– µηδενική ανοχή σε εξαιρέσεις λόγω µεγέθους ή επιρροής
Η περιβαλλοντική νοµοθεσία δεν µπορεί να εφαρµόζεται επιλεκτικά. Όταν υπάρχουν «ιερά και όσια», το µήνυµα είναι σαφές: η καταστροφή επιβραβεύεται.
Η προστασία του περιβάλλοντος δεν είναι εµπόδιο στην ανάπτυξη.
Είναι προϋπόθεση βιώσιµης ανάπτυξης. Η αρχή «ο ρυπαίνων πληρώνει» διασφαλίζει υγιή ανταγωνισµό, προστατεύει τους συνεπείς και αποτρέπει την κοινωνικοποίηση των ζηµιών και την ιδιωτικοποίηση των κερδών.
Αν η Ελλάδα θέλει να µιλά σοβαρά για πράσινη µετάβαση, δεν µπορεί να συνεχίζει να λειτουργεί µε λογικές ανοχής και αναβολής. Γιατί όσο δεν πληρώνει ο ρυπαντής, πληρώνει πάντα ο πολίτης.









































































































