Γράφει ο Αλέξανδρος Π. Μαλλιάς: Πρώην Πρέσβης Ελλάδος σε ΠΓΔΜ, ΗΠΑ & Αλβανία
Tα ζητήματα της γλώσσας και της ιθαγένειας/εθνότητας όπως αντιμετωπίζονται μεν αλλά δεν λύνονται με τη Συμφωνία των Πρεσπών, αποτελούν την «Αχίλλειο Πτέρνα» της. Με γνώμονα την όσο το δυνατό πληρέστερη και αντικειμενική Αυτοψία της Συμφωνίας, επέλεξα να αναλύσω με κριτική διάθεση τα προβλήματα αυτά στο βιβλίο μου «Ελλάδα και Βόρεια Μακεδονία – Αυτοψία της Δύσκολης Συμφωνίας των Πρεσπών» (Εκδόσεις Ι. Σιδέρης). Τα άρθρα Ι παράγραφος 3 εδάφιο B και 1 παρ. 3 εδάφιο C της Συμφωνίας εμφανίζονται ως τα πλέον προβληματικά για την Ελλάδα. Κυρίως, όμως, είναι αυτά που, όχι συμπτωματικά, έχουν προκαλέσει ισχυρές αντιδράσεις.H επίσημη απόδοση στην Ελληνική της παραγράφου 3b είναι η εξής: «Η ιθαγένεια του Δεύτερου Μέρους θα είναι Μακεδονική/πολίτης της Δημοκρατίας της Βόρειας Μακεδονίας, όπως αυτή θα αναγράφεται σε όλα τα ταξιδιωτικά έγγραφα».
Οι υπέρμαχοι της Συμφωνίας επιμένουν στη διαφορά μεταξύ NATIONALITY και ETHNICITY σημειώνοντας ότι η εθνοτική (ETHNIC) καταγωγή ή συμμετοχή σε εθνοτική ομάδα αποδίδεται με τον όρο αυτό και όχι με τον χρησιμοποιούμενο στη Συμφωνία όρο NATIONALITY. Οι πολέμιοι και σφοδροί επικριτές της αντιθέτως συνάγουν το συμπέρασμα ότι σημαίνει την αποδοχή και αναγνώριση «Μακεδονικής» εθνικής (εθνοτικής) ταυτότητας. Καίτοι η ελληνική μετάφραση σε «ιθαγένεια» φαίνεται εκ πρώτης όψεως να είναι δόκιμη, στην αγγλική -δηλαδή στην επίσημη γλώσσα της Συμφωνίας- ο όρος nationality προσδιορίζει τον εθνοτικό χαρακτήρα (εθνική καταγωγή), άρα και την εθνότητα. Συνεπώς δεν είναι υπερβολική η ένσταση ως προς την καταλληλότητα της χρήσης του όρου NATIONALITY αντί του πλέον δόκιμου και κατάλληλου κατά την κρίση μου CITIZENSHIP. Η αποδοχή στη Συμφωνία του όρου MACEDONIAN/ Μακεδόνας/Μακεδονικός και Μακεδονική, συνεπάγεται την εθνικότητα και την εθνική καταγωγή.
Ανατρέχοντας στις ασφαλιστικές δικλείδες και ερμηνείες του Άρθρου 7 παρ. 1, διαβάζουμε ότι «Tα Μέρη αναγνωρίζουν (παραδέχονται) ότι η αντίστοιχη/εκατέρωθεν εκ μέρους τους αντίληψη/κατανόηση των όρων «Μακεδονία» και «Μακεδόνας» αφορά/αναφέρεται σε διαφορετικό ιστορικό πλαίσιο και πολιτιστική κληρονομιά». Αξίζει να σημειωθεί ότι στο Σύνταγμα της γειτονικής μας χώρας έχει επέλθει θεμελιώδης διαφορά σε σχέση με το αρχικό που υιοθετήθηκε στις 17 Νοεμβρίου 1991. Τούτο οφείλεται κυρίως στην αναθεώρηση του Προοιμίου όσο και λοιπών άρθρων, ως αποτέλεσμα της εξέγερσης των Αλβανών του Μαρτίου 2001 και της υπογραφής της Συμφωνίας της Αχρίδας στις 13 Αυγούστου 2001.
Η χρήση του όρου ΝΑΤΙΟΝΑLΙΤΥ/εθνικότητα δεν αποτελεί καλή επιλογή. Προκαλεί σύγχυση και οδηγεί αναπόφευκτα σε περιπλοκές και προβλήματα. Ειδικά όταν και εφόσον υπάρξει σκοπιμότητα. Επίσης, το θεμελιώδες αυτό συμβατικό Κείμενο μεταξύ Ελλάδος και «Δημοκρατίας της Βόρειας Μακεδονίας» επαναφέρει μια ορολογία που είχε -από σύστασης της ανεξάρτητης κρατικής οντότητας (1991) της γειτονικής μας χώρας- προκαλέσει τις αιτιάσεις των Αλβανών και εν τέλει παρελήφθη τελείως κατά τις αναθεωρήσεις του Συντάγματος της πρώην Γιουγκοσλαβικής Δημοκρατίας της Μακεδονίας μετά τη Συμφωνία της Αχρίδας (2001).
Μια καλή λύση προκειμένου να υπάρξει μεγαλύτερη και μονιμότερη στήριξη της Συμφωνίας στην Ελλάδα, θα ήταν να αποφύγουμε πλήρως την αναφορά στην παρ. 3 εδ. b του όρου ΜΑCEDONIAN. Θα μπορούσε να αναδιατυπωθεί ως εξής: «Holders of Passports and all travel and international documents of citizens of the Second Party shall be Citizens of the Republic of North Macedonia». Δυστυχώς,ο αποδεκτός πλέον μέσω της Συμφωνίας των Πρεσπών και από την Ελλάδα όρος MACEDONIAN (Μακεδονική), δύσκολα μπορεί να υποστηριχθεί ότι αφορά αποκλειστικά και περιορίζεται στην ιθαγένεια. Εδώ και πολλούς μήνες επισημαίνω τη σημασία που έχει η συνεννόηση για την αποτελεσματικότερη αντιμετώπιση και λύση των διεθνών εκκρεμών προβλημάτων μας. Η κυβέρνηση επέλεξε να κατοχυρώσει την απόλυτη και μοναχική πατρότητα και ανάληψη της πολιτικής ευθύνης και κόστους για την υπογραφή της Συμφωνίας, με ό,τι αυτό συνεπάγεται .
Προσθέτω ότι από το 1991 μέχρι και την υπογραφή της Συμφωνίας, ουδέποτε η Ελλάδα, ανεξαρτήτως κυβερνήσεων, είχε δεχθεί, με διμερή δεσμευτική Συμφωνία μάλιστα, τη χρήση του όρου MACEDONIAN/Μακεδονικός προκειμένου για την ιθαγένεια/εθνότητα/εθνικότητα των Σλαβομακεδόνων. Αντιθέτως, συνεχείς ήσαν οι οδηγίες, τα διαβήματα και οι ενέργειες προκειμένου να μην περιλαμβάνεται σε κείμενα, εκθέσεις και ανακοινώσεις Κρατών, Οργανισμών και Διασκέψεων, όπου ήταν δυνατόν να προληφθεί, αποσοβηθεί ή διορθωθεί. Χωρίς να έχουμε πάντοτε κατανόηση, επιτυχία και ανταπόκριση. Αυτή είναι η αλήθεια.
Εδώ και 25 χρόνια, η θέση των Σκοπίων, ανεξαρτήτως κυβέρνησης και διαπραγματευτών, καθώς και του ιδίου του κυρίου Μάθιου Νίμιτς,όπως επιβεβαιώνεται από τις διαχρονικές του δημόσιες θέσεις και ανακοινώσεις, ήταν ότι «τα ζητήματα ταυτότητας (γλώσσα και εθνότητα) δεν αποτελούν αντικείμενο της διαπραγμάτευσης». Με άλλα λόγια, δεν επρόκειτο να κληθεί η πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας/Βόρεια Μακεδονία να προβεί εν προκειμένω σε αλλαγές προκειμένου να ικανοποιηθεί η Ελλάδα. Αν έτσι έχουν τα πράγματα, γιατί τελικά συνομολογήσαμε μια Συμφωνία η οποία περιέχει/επιβάλλει στην Ελλάδα τη ρητή αναγνώριση δύο θεμελιωδών συστατικών της Μακεδονικής ταυτότητας; Συνεπώς κάθε αντικειμενικός κριτής δικαιούται να διερωτηθεί κατά πόσον η κατοχυρωμένη με τη Συμφωνία έναντι όλων ισχύς του ονόματος Republic of North Macedonia ενισχύεται ή αναιρείται από τις περί γλώσσας και ιθαγένειας/εθνικότητας/υπηκοότητας συμφωνημένες ερμηνείες.