Γράφει ο Ευάγγελος Βογιατζής
Εδώ και καιρό είναι προφανές ακόμη και στον πλέον αποστασιοποιημένο απ’ τα κοινά της χώρας μας πολίτη ότι το είδος δημοσιογραφικού λόγου που γίνεται ανεκτό, πριμοδοτείται κι ενθαρρύνεται είναι εκείνο του λιβανίσματος της εξουσίας και των επικοινωνιακών «μαλάξεων» υπνωτισμού και αποχαύνωσης της κοινής γνώμης έτσι ώστε αυτή να παραδίδεται μοιρολατρικά και αδιαμαρτύρητα στις αντιλαϊκές κυβερνητικές επιλογές.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα ρεπορτάζ που μετέδωσε τηλεοπτική εκπομπή της κρατικής τηλεόρασης προ ημερών στο οποίο προτείνονταν εναλλακτικοί τρόποι για να ζεστάνουν οι πολίτες τα σπίτια τους με δεδομένο το δυσθεώρητο πια κόστος της ενέργειας που δεν επιτρέπει στα νοικοκυριά να αξιοποιήσουν τα συμβατικά μέσα θέρμανσης. Έτσι λοιπόν οι δύο γυναίκες δημοσιογράφοι της ΕΡΤ που παρουσίαζαν το θέμα προέτρεπαν τους τηλεθεατές τις ώρες της ημέρας που επικρατεί ηλιοφάνεια να τραβούν κουρτίνες και στόρια για να μπαίνει ο ήλιος στις οικίες και να τις ζεσταίνει, να βάζουν αεροστόπ στις πόρτες για να εμποδίζεται η είσοδος του ψυχρού αέρα, μετά το ντους που κάνουν να αφήνουν ανοιχτή την πόρτα του μπάνιου για να διαχέεται η θερμότητα και στους άλλους χώρους, να αφήνουν μισάνοιχτο τον φούρνο μετά το μαγείρεμα, να σφραγίζουν τα τζάκια τους κ.α., προκαλώντας ένα παράξενο μείγμα θυμηδίας και οργής σε όσους παρακολουθούσαν.
Εδώ λοιπόν έχουμε να κάνουμε καταφανέστατα με μια οικτρή παρώδηση του δημοσιογραφικού λειτουργήματος που αντί, σύμφωνα με την καταστατική του αποστολή, να αφυπνίζει τους πολίτες και να ενισχύει τα ανακλαστικά αυτοσεβασμού τους αντιθέτως τους οδηγεί σε μια ταπεινωτική συνθηκολόγηση με την προοπτική της γενικευμένης εξαθλίωσης που μεθοδεύει το κυβερνητικό επιτελείο.
Σε μια εποχή που καταγράφεται ρεκόρ θανάτων συμπολιτών μας εξαιτίας πυρκαγιών σε διαμερίσματα που εκδηλώνονται από τη χρήση ακατάλληλων ή επικίνδυνων θερμαντικών συσκευών, σύμφωνα με στοιχεία της Πυροσβεστικής, τμήμα του δημοσιογραφικού κόσμου αντί να πιέζει αφόρητα την κυβέρνηση προκειμένου αυτή να τιθασεύσει το κύμα εξοντωτικών ανατιμήσεων που έχει βυθίσει στην απόγνωση τα νοικοκυριά επιλέγει να υποτιμά τη νοημοσύνη των πολιτών προβάλλοντας ας πούμε τις φιλοδωρηματικού χαρακτήρα ισχνές επιδοτήσεις κι εκπτώσεις στους λογαριασμούς της ενέργειας. Και από την άλλη πλευρά έχουμε τους εκπροσώπους της ερευνητικής-αποκαλυπτικής δημοσιογραφίας να διώκονται ανηλεώς – όπως συνέβη με την υπόθεση του σκανδάλου της Novartis ας πούμε – με κατασκευασμένες κατηγορίες από εμπλεκόμενους στην υπόθεση πολιτικούς παράγοντες, που κάνουν ρεσάλτο στη Δικαιοσύνη ελέγχοντάς τη για ίδιον όφελος, με συνέπειες τόσο την καταπάτηση της ανεξαρτησίας της όσο και την καταβαράθρωση της χώρας μας διεθνώς σε όλους τους δείκτες που μετρούν την ελευθερία της έκφρασης και του Τύπου.
Λέγοντας κανείς ότι η αδέσμευτη, μάχιμη δημοσιογραφία αποτελεί πυλώνα της Δημοκρατίας ασφαλώς και δεν πρωτοτυπεί, ωστόσο, δυστυχώς διαπιστώνουμε με έντονη ανησυχία ότι στις μέρες μας και ειδικότερα στον τόπο μας κάτι τέτοιο συνιστά ζητούμενο, επισφαλές και υπό αίρεση αγαθό.