Γράφει η ‘Εφη Κανλή: Μέλος Δ.Σ. ΚΕΑΕΔΗΑ ΑΕ – ΟΤΑ, Μέλος Δ.Σ. ΟΠΑΜΚ, Μέλος Δημοτικής Επιτροπής Ισότητας, Υποψήφια Δημοτική Σύμβουλος Δήμου Ηρακλείου Αττικής – Συνδυασμός: Νίκος Μπάμπαλος – «Ηράκλειο: Ανθρώπινη Πόλη – Πάμε Μπροστά».
Διανύοντας τη σύγχρονη εποχή όπου οι γυναίκες αγωνίζονται να διεκδικήσουν με ουσιαστικά και αντικειμενικά κριτήρια μία θέση θεσμικής εξουσίας στον ανδροκρατούμενο χώρο της Τοπικής Αυτοδιοίκησης, που ενδείκνυται ως πεδίο ανάπτυξης πολιτικής και εφαρμογής για τις ανάγκες της κοινωνίας, είναι σωστό η συμμετοχή της να είναι δια νόμου ή πρέπει να την κερδίσει με βάση την ενεργοποίηση των αξιών της προσωπικής της δυναμικής;
Ποσόστωση των γυναικών στο 40%
Η νομοθετική ρύθμιση της ποσόστωσης είναι μια τεράστια αδικία που θα συνεχίσει να αντιμετωπίζει τη γυναίκα ως άτομο ειδικής κατηγορίας, υποδεέστερης, κατά συνέπεια η ισότιμη σχέση ανάμεσα στα δύο φύλα να έχει έντονο το στοιχείο της ανισότητας. Στον 21ο αιώνα, η ρύθμιση αυτή αποτελεί μια οπισθοδρομική κίνηση, μια αναχρονιστική αντίληψη. Θα μπορούσε να είναι ριζοσπαστική τον Φλεβάρη του 1934 όπου οι εγγράμματες γυναίκες άνω των 30 ετών ψήφισαν για πρώτη φορά στις δημοτικές εκλογές. Όχι όμως σήμερα, όπου η ισότητα των φύλων είναι κατοχυρωμένη, σχετικά, γιατί ενώ ισχύει συνταγματικά, επί της ουσίας πραγματική ισότητα στις σχέσεις των δύο φύλων δεν υφίσταται.
Η Τοπική Αυτοδιοίκηση καλείται υποχρεωτικά να συμπεριλάβει στο 40% των υποψηφίων της γυναίκες. Το κράτος, δηλαδή, πιστεύει, ότι εμείς οι γυναίκες είμαστε μια προβληματική αδύναμη ομάδα ανθρώπων και μας εντάσσει με νομοσχέδιο μέσα στα ψηφοδέλτια. Κρίνει λοιπόν, ό,τι παρά την αγωνιστική μας διεκδίκηση για εκπροσώπηση σε θέσεις εξουσίας, είμαστε ανεπαρκείς, έχουμε περιορισμένες δυνατότητες, αξίζουμε, δεν αξίζουμε, μας κάνει χάρη και μας ενισχύει στα ψηφοδέλτια.
Μας καλύπτει αυτή η αντιμετώπιση;
Οι γυναίκες έχουμε διπλό και τριπλό ρόλο. Πολλές φορές στην καθημερινότητά μας, είμαστε εργαζόμενες, μητέρες, νοικοκυρές, δραστηριοποιούμαστε στην πολιτική και κοινωνική ζωή του τόπου. Γίνεται άμεσα αντιληπτό ότι η γυναίκα δεν είναι ένα αδύναμο πλάσμα, αλλά αντιμετωπίζει δυσκολίες στο να προάγει τη θέση της στην πολιτική και αυτοδιοικητική ζωή του τόπου γενικότερα. Αν το κράτος ενδιαφερόταν πραγματικά να αυξηθεί ο αριθμός των γυναικών στα ψηφοδέλτια, έπρεπε να ενισχύσει τις δομές και παροχές του για την εναρμόνιση οικογενειακών και επαγγελματικών υποχρεώσεων, ώστε με ευκολία μια γυναίκα να μπορεί να δραστηριοποιηθεί. Ξεκινώντας με την εκπαιδευτική επαγρύπνηση, την ανάπτυξη ενημέρωσης για προσφορά, διδάσκοντας την ιερή αξία της υποχρέωσης για συνεισφορά στα κοινά, την ανάπτυξη συνείδησης για ισότιμη ευθύνη ανδρών και γυναικών, όπου κοινωνικές δομές και παροχή υπηρεσιών θα διευκόλυναν και θα βελτίωναν την καθημερινότητά της.
Για να ασχοληθεί μια γυναίκα με τα κοινά, πρέπει να έχει διασφαλίσει αρχικά τα προς το ζην, την ποιότητα ζωής της και, ταυτόχρονα, ελεύθερο χρόνο. Στη χώρα μας, θεωρείται επίτευγμα η συμμετοχή των γυναικών στα ψηφοδέλτια, σε αντίθεση με άλλες χώρες που κάλυψαν επιτυχώς τις ιδιαίτερες ανάγκες των γυναικών εξασφαλίζοντάς τους υπηρεσίες διευκόλυνσης για την ενεργό συμμετοχή τους στην πολιτική δράση. Μάλιστα, θεωρείται και μεγάλη επιτυχία της κυβέρνησης που πανηγυρίζει συχνά ό,τι με μία ανάταση χειρός μέσα στην Βουλή ψηφίστηκε κάτι με μηδενικό κόστος, ενώ η δημιουργία υπηρεσιών για την καλύτερη εξυπηρέτηση των πολιτών, κοστίζει. Διαπιστώνω ότι το κράτος για εμένα, χωρίς εμένα, μου παραχωρεί οίκτο. Αναρωτιέμαι, θα παραμένω σιωπηλή;