Γράφει ο Δημήτριος Γ. Σουλιώτης.
Στα πρώτα χρόνια της καριέρας μου το εργασιακό αντικείμενό μου – ως επιθεωρητής της Τράπεζας της Ελλάδος – ήταν η άσκηση συναλλαγματικού ελέγχου στις ναυτιλιακές επιχειρήσεις. Πιο συγκεκριμένα, οι τελευταίες ήταν υποχρεωμένες από το νόμο να καλύπτουν τις εν Ελλάδι δαπάνες τους με εισαγόμενο συνάλλαγμα και ο έλεγχος της ΤΕ διαπίστωνε την εκπλήρωση ή μη της υποχρέωσής τους. Οι επιχειρήσεις συνήθως δεν καταχωρούσαν στα βιβλία τους το σύνολο των δαπανών τους – ενώ αντίθετα καταχωρούσαν το εισαγόμενο συνάλλαγμα – με συνέπεια να εμφανίζονται στους λογαριασμούς τους μεγάλα πιστωτικά υπόλοιπα, μέσω των οποίων αποκτούσαν τη δυνατότητα μη εισαγωγής του προβλεπόμενου ποσού συναλλάγματος. Σε αντίθεση με την επικρατούσα μέχρι τότε πολιτική του ελέγχου (αποδοχή του «δηλουμένου» των επιχειρήσεων) κάποιοι νέοι ελεγκτές αποφασίσαμε να αναζητήσουμε το «πραγματικό», μέσω του ελέγχου των πιστωτικών υπολοίπων. Από τους ελέγχους διαπιστώθηκε ότι τα υπόλοιπα ήταν εικονικά και δεν αντιστοιχούσαν σε πραγματικά διαθέσιμα. Κατόπιν τούτου καταλήγοντας στο συμπέρασμα ότι επρόκειτο για δαπάνες που δεν είχαν καταχωρηθεί, χρεώναμε το ισόποσο των ανύπαρκτων πιστωτικών υπολοίπων. Στα ναυτιλιακά γραφεία του Πειραιά υπήρξε μεγάλη αναστάτωση και μια μεγάλη ναυτιλιακή επιχείρηση, προσέφυγε στη Δικαιοσύνη. Μετά από πολλά χρόνια δικαστικών περιπετειών, το ανώτατο δικαστήριο της χώρας (ΣτΕ) μας δικαίωσε… Ήταν μια νίκη του ελεγκτικού ακτιβισμού…
Ο πρώην Πρόεδρος της Δημοκρατίας Χρήστος Σαρτζετάκης, στα πρώτα χρόνια της δικαστικής καριέρας του χειρίστηκε ως ανακριτής την υπόθεση της δολοφονίας του βουλευτή της Αριστεράς Γρηγόρη Λαμπράκη. Προκειμένου να αποδείξει ότι το έγκλημα ήταν οργανωμένο από παρακρατική οργάνωση – με δεσμούς με το επίσημο κράτος – άσκησε ψυχολογική πίεση στον ανακρινόμενο ύποπτο (προσποιήθηκε τον θυμωμένο εθνικόφρονα και τον χαρακτήρισε Αριστερό…). Αυτός για να υπερασπιστεί την «τιμή» της οργάνωσής του, έβγαλε και του έδειξε την ταυτότητά του ως μέλος παρακρατικής οργάνωσης… Από το σημείο εκείνο άρχισε να ξετυλίγεται το κουβάρι, που οδήγησε στην εξιχνίαση του εγκλήματος… Ο δικαστικός ακτιβισμός του ανακριτή δικαιώθηκε…
Το σκάνδαλο Novartis έσκασε σαν βόμβα, όταν αποφάσισαν να μιλήσουν υπάλληλοι της εταιρίας που κατείχαν κρίσιμα πόστα και να αποκαλύψουν το δίκτυο της διαφθοράς που είχε στήσει η εταιρία, προκειμένου να αυξήσει την κερδοφορία της. Αυτό το δίκτυο περιλάμβανε από τη μια πλευρά τα στελέχη, τους υπαλλήλους και τους εξωτερικούς συνεργάτες της εταιρίας, που εμπλέκονταν στον μηχανισμό δωροδοκίας και από την άλλη τους δωροδοκούμενους (πολιτικούς, ανώτερους κρατικούς υπαλλήλους, μέλη επιτροπών, γιατρούς, φαρμακοποιούς, διαφημιστές, κ.τ.λ.). Η υπόθεση τελικά παραπέμφθηκε στη Δικαιοσύνη – για τα πολιτικά πρόσωπα μέσω της Βουλής – προκειμένου η τελευταία να αποδείξει την τέλεση ή μη των καταγγελλόμενων οικονομικών εγκλημάτων.
Τα οικονομικά εγκλήματα ή εγκλήματα “λευκού κολλάρου”, όπως αυτά του σκανδάλου Novartis, είναι αξιόποινες πράξεις χωρίς μεγάλη ορατότητα, χωρίς εμφανείς υπόπτους ή θύματα και με περιορισμένες δυνατότητες απόδειξης της κατηγορίας. Οι δικαστές στους οποίους ανατέθηκε η υπόθεση και ανέλαβαν να τα εξιχνιάσουν γνώριζαν ότι εγκληματικές ενέργειες αυτής της μορφής δεν αναγνωρίζονται από αντικειμενικά στοιχεία, αλλά εξαρτώνται από εξωτερικές εκτιμήσεις. Επιπλέον γνώριζαν ότι θα αντιμετώπιζαν άτομα υψηλού κοινωνικού status, τα οποία κάλυπταν την εγκληματική δράση τους με τη χρήση εξελιγμένων μεθόδων και σύγχρονων οικονομικο-λογιστικών, νομικών, χρηματιστηριακών και τεχνικών μέσων. Από τη στιγμή που αποφάσισαν να μην ακολουθήσουν τον συντηρητικό δρόμο (μη θίγεται τα κακώς κείμενα), αλλά το δρόμο της αναζήτησης της βαθύτερης αλήθειας, είχαν στη διάθεσή τους μόνο ένα όπλο: τον δικαστικό ακτιβισμό. Ειδικότερα η απόδειξη της κατηγορίας δεν θα ήταν δυνατή, χωρίς έναν υπερβάλλοντα ζήλο στην αναζήτηση πληροφοριών και στοιχείων από μάρτυρες (κοινούς και προστατευμένους), δημοσιογράφους, ξένες δικαστικές αρχές, πράκτορες του FBI και γενικά από οποιαδήποτε χρήσιμη πηγή. Θεωρώ ότι ο ελεγκτής, ο ανακριτής, ο δικαστής δρουν ακτιβιστικά όταν έχουν αναπτυγμένο το αίσθημα δικαίου και επιπλέον τα υπάρχοντα στοιχεία και η διαίσθησή τους τους οδηγούν στην εκτίμηση ότι τελικά η παράνομη πράξη έχει διαπραχθεί από τον κατηγορούμενο… Ο δικαστικός ακτιβισμός δεν εκφράζεται μόνο στο πεδίο της πράξης, αλλά και της θεωρίας (ερμηνεία δικαίου), όπου σε αντίθεση με τη συντηρητική οπτική της τυπολατρίας και του νομικού σχολαστικισμό, φέρνει σε επαφή τους νομικούς και τα δικαστήρια με την κοινωνία και τη ζωντανή πραγματικότητα.
Ο ακτιβισμός των δικαστών για να φθάσουν στην κρυμμένη αλήθεια μιας τόσο δύσκολης υπόθεσης θεωρήθηκε από τους κατηγορούμενους πολιτικούς και τα Κόμματά τους ότι εντασσόταν σε μια σκευωρία, που είχε «στηθεί» από τους πολιτικούς αντιπάλους τους… Όταν μάλιστα η συντηρητική παράταξη κατέλαβε την εξουσία τους παρέπεμψαν, μαζί με δημοσιογράφους και τον πρ. Αναπληρωτή Υπουργό Δικαιοσύνης να δικαστούν ως σκευωροί… Το Ανώτατο Δικαστικό Συμβούλιο όμως τους αθώωσε, γιατί προφανώς έκρινε ότι οι κατηγορούμενοι δεν ήταν κομματικά ενεργούμενα, αλλά ότι έδρασαν στο πλαίσιο του λειτουργήματός τους, σύμφωνα με τη συνείδησή τους και το αίσθημα δικαίου.
Σημαντικό θέμα προς διερεύνηση είναι και η συμπεριφορά του πρώην Αναπληρωτή Υπουργού Δικαιοσύνης Δημ. Παπαγγελόπουλου, ο οποίος κατηγορήθηκε ως αρχηγός των σκευωρών. Συγκεκριμένα αναρωτιέμαι: Πως ένας συντηρητικός άνθρωπος στράφηκε και μάλιστα δρώντας ακτιβιστικά εναντίον των ισχυρών; Πως και δεν επηρεάστηκε από τις βασικές συνιστώσες του συντηρητισμού (φόβο και βόλεμα); Ως απάντηση σκέφθηκα το αναπτυγμένο αίσθημα δικαίου. Ίσως αυτό το αίσθημα αποκαλύπτεται στη δήλωσή του μετά την αθώωσή του για τη θεωρία της σκευωρίας: «Το έχω υποσχεθεί και το επαναλαμβάνω. Μέχρι το τέλος της ζωής μου θα μάχομαι το παρακράτος, τους φαύλους και διεφθαρμένους που θέλουν ανενόχλητοι να συνεχίσουν τη λεηλασία της πατρίδας μας». Ίσως όμως αυτή η απολυτότητα να συνδέεται με βαθύτερα ναρκισσιστικά ψυχικά ριζώματα. Πιο απλά: Ποιοι είστε εσείς οι αλαζόνες εξουσιαστές; Εγώ είμαι ανώτερος, ως ηθικά ανεπίληπτος, και εφόσον είμαι σίγουρος ότι είστε ένοχοι σας υποβιβάζω στη θέση που σας αξίζει… Ένα τέτοιο άτομο δεν υπακούει σε κομματικές γραμμές, ούτε στήνει σκευωρίες που απαιτούν συλλογική δράση, ακολουθεί τη δική του μοναχική πορεία…
Το σκάνδαλο Novartis έχει πολλές συνιστώσες. Υπάρχει η ηθική συνιστώσα: Τα «πήραν ή δεν τα πήραν» οι Έλληνες πολιτικοί; Επιπλέον αν ένας τεράστιος κύκλος ανθρώπων είναι διεφθαρμένοι (πολιτικοί, μέλη επιτροπών, κρατικοί και ιδιωτικοί υπάλληλοι, γιατροί, φαρμακοποιοί, ιατρικοί επισκέπτες, διαφημιστές, λογιστές, κ.τ.λ.) σε τι κοινωνία ζούμε; Η ψυχαναλυτική συνιστώσα: Τι πιστεύουν οι δικαστικοί – πέραν της δυνατότητας απόδειξης της κατηγορίας – για την ενοχή των πολιτικών; Επίσης ο δικαστικός ακτιβισμός οφείλεται σ’ ένα ισχυρό αίσθημα δικαίου ή πυροδοτήθηκε από έναν έντιμο ναρκισσισμό; Υπάρχει τέλος η πολιτική συνιστώσα. Τι πιστεύουν οι πολίτες; Πιστεύουν στην ενοχή των πολιτικών ή στη θεωρία – αν και απορρίφθηκε από το Ανώτατο Δικαστικό Συμβούλιο – της σκευωρίας; Πόσο αυτή η πίστη τους επηρεάζει την πολιτική – εκλογική συμπεριφορά τους;