Στις 12 Ιανουρίου του 1806, ένας Άγγλος ταξιδιώτης κι ένας Έλληνας μοναχός ανέβαιναν ένα από τα παλιότερα μονοπάτια της Πάρνηθας, που οδηγεί από το Μετόχι στην Αγία Τριάδα. Ο ταξιδιώτης ήταν ο William Leake (1777-1860), ένας από τους σπουδαιότερους περιηγητές που πέρασαν από την Ελλάδα και συνέγραψαν έργα που παραμένουν εξαιρετικά πολύτιμα μέχρι σήμερα. Για τον μοναχό γνωρίζουμε μόνον ότι ήταν ο ηγούμενος του μοναστηριού της Αγίας Τριάδας της Πάρνηθας, ο οποίος συνόδευε τον ξένο ταξιδιώτη. Το μοναστήρι αυτό ήταν από τα παλαιότερα της περιοχής, ιδρυμένο πιθανώς από τα χρόνια της Φραγκοκρατίας. Σήμερα διατηρείται μόνον η μικρή εκκλησία του, στο δρόμο προς το καζίνο Mont Parnes, ενώ η γη του, που περιλάμβανε μεγάλο μέρος των δασών της Πάρνηθας και το μετόχι στους πρόποδές της, πέρασε το 1833 στην ιδιοκτησία της μονής Πετράκη.
Σε ένα από τα ταξιδιωτικά βιβλία του, το «Τravels in Northern Greece» (Tαξίδια στη βόρεια Ελλάδα), ο Leake περιγράφει την ανάβασή του προς την Αγία Τριάδα εκείνη τη μέρα του 1806, καταγράφοντας πολύτιμες πληροφορίες για την εικόνα που παρουσίαζε τότε το βουνό. Ανάμεσα σε όσα σημειώνει, η είδηση για μια πυρκαγιά που κατέστρεψε μεγάλες εκτάσεις της Πάρνηθας το 1803, μας θυμίζει τις θλιβερές ημέρες της καταστροφικής φωτιάς του Ιουλίου του 2007.
Στο μετόχι του Αγίου Νικολάου
Ο Leake έφτασε το μεσημέρι της 11ης Ιανουαρίου 1806 στο μετόχι του Αγίου Νικολάου στους πρόποδες της Πάρνηθας, προερχόμενος από το Μενίδι. Ο Άγιος Νικόλαος βρίσκεται λίγο έξω από τους σημερινούς Θρακομακεδόνες, μετά την αφετηρία του τελεφερίκ. Η μικρή εκκλησία έστεκε μέχρι τον σεισμό του 1999, οπότε γκρεμίστηκε η πέτρινη καμάρα της στέγης με μέρος των τοίχων, κι έκτοτε παραμένει ερειπωμένη.
Ο Άγγλος περιηγητής περιγράφει την τοποθεσία του μετοχίου: «Βρίσκεται αμέσως κάτω από τα πευκοδάση που καλύπτουν την απόκρημνη πλαγιά του βουνού και παρέχει μια όμορφη άποψη της πεδιάδας της Αθήνας, που περιλαμβάνει την πόλη και τον Σαρωνικό κόλπο».
Το μετόχι ανήκε στη μονή της Αγίας Τριάδας και πολλοί Αθηναίοι ανέβαιναν ως εδώ στο πανηγύρι του, που γινόταν κάθε Μάιο. Ο Leake διανυκτέρευσε σε ένα από τα κελιά του μετοχίου, το οποίο βρήκε μεν μικρό, αλλά διέθετε πάτωμα, στέγη και τζάκι, πολυτέλειες τις οποίες, όπως αναφέρει, σπάνια συναντούσε τότε στην Ελλάδα ένας ταξιδιώτης.
Ο νοτιάς και η δυνατή βροχή τον κράτησαν όλη την υπόλοιπη μέρα στο κελί. Το επόμενο πρωί ήρθε στο μετόχι ο ηγούμενος της Αγίας Τριάδας για να συνοδεύσει τον Leake ως την κορυφή της Πάρνηθας.
«H φωτιά έκαιγε τέσσερις μέρες …»
Λόγω του άστατου καιρού, ο ηγούμενος και o Leake αποφάσισαν να πάρουν τον πιο σύντομο δρόμο για την κορυφή, παρακάμπτοντας το μοναστήρι. Η διαδρομή ανέβαινε την απότομη πλαγιά της Πάρνηθας, έχοντας απέναντι την Πεντέλη και την περιοχή της Κηφισιάς.
«Το κάτω μέρος του βουνού καλύπτεται με πεύκα καθώς ανεβαίνουμε, αναμειγνύονται δρεις και έλατα, και σε μεγάλο βαθμό, προς την κορυφή, το δάσος αποτελείται αποκλειστικά από τέτοια δέντρα. Πριν από τρία χρόνια άρπαξε μια τυχαία φωτιά στο ελατοδάσος και κατέστρεψε τα τρία τέταρτά του -τόσο τουλάχιστον το υπολογίζει ο σύντροφός μου ο ηγούμενος, αλλά ένα τέταρτο ίσως θα ήταν πιο κοντά στην αλήθεια. Είπε ότι η φωτιά έκαιγε τέσσερις μέρες, αλλά το πιο πολύ κακό έγινε μέσα σε λίγες ώρες. ∆εν έχει καταστραφεί μεγάλο μέρος του δάσους, αλλά οι νεκροί και γυμνοί από φύλλα κορμοί δίνουν μια εικόνα ερήμωσης στο τοπίο, που πριν από το συμβάν αυτό πρέπει να ήταν όμορφο, ακόμα και σε τούτη την εποχή του χρόνου.
Ανάμεσα στα έλατα υπάρχουν πυκνά ρυάκια και πράσινα φαράγγια, κι εδώ και κει μικρές εκτάσεις είναι σπαρμένες με σιτάρι. Με αυτές τις εξαιρέσεις, το βουνό καλύπτεται ολοκληρωτικά με δάση και περιέχει ένα ανεξάντλητο απόθεμα ξυλείας για τους Αθηναίους».