Οι ανθρακείς της Πάρνηθας
Η εκμετάλλευση των δασών της Πάρνηθας επέτρεψε στον Leake και τον ηγούμενο να ανεβούν τη διαδρομή καβάλα σε άλογα. «Στην παραγωγή σανίδων οφείλω τη δυνατότητα να ανέβω στο βουνό έφιππος από έναν ανεκτό δρόμο», γράφει χαρακτηριστικά ο περιηγητής.
Αλλά εκτός από την ξυλεία για οικοδομές και άλλες ανάγκες, η Πάρνηθα εφοδίαζε την Αθήνα με καυσόξυλα και κάρβουνο για το χειμώνα, όπως συνέβαινε και στην αρχαιότητα. Η εργασία αυτή βρισκόταν στα χέρια των σκληραγωγημένων χωρικών της Χασιάς και του Μενιδίου -οι δεύτεροι ήταν μάλιστα οι συνεχιστές των αρχαίων Αχαρνέων στην ίδια δουλειά.
Ο λόγος και πάλι στον Leake:
«Η Πάρνηθα εξακολουθεί να εφοδιάζει την Αθήνα με ξυλοκάρβουνο, αλλά καθώς η ζήτηση δεν είναι τόσο μεγάλη ώστε να προκαλεί υπερβολική κατανάλωση ξυλείας για την παραγωγή του, οι κάτοικοι του Μενιδιού και της Χασιάς -που έχουν διαδεχτεί τους ανθρακείς των Αχαρνών στην παραγωγή- δεν χρειάζεται προς το παρόν να ανεβαίνουν πολύ ψηλά στο βουνό για τις πρώτες ύλες».
Αγριογούρουνα και λύκοι
Μεγάλο ενδιαφέρον έχουν οι πληροφορίες που καταγράφει ο περιηγητής για τα άγρια ζώα που ζούσαν τότε στο μεγαλύτερο και υψηλότερο βουνό της Αττικής:
«Η Πάρνηθα εξακολουθεί να φιλοξενεί αγριογούρουνα, όπως στην εποχή του Παυσανία, αλλά πολύ σπάνια θα δει κανείς αρκούδες -αν δει ποτέ. Είναι επίσης γεμάτη λύκους, λαγούς και πέρδικες, και καλύπτεται με καλό χώμα, οπωσδήποτε καλύτερο από εκείνο στην εντελώς ακαλλιέργητη σήμερα πεδιάδα που απλώνεται ανάμεσα στο βουνό αυτό και την Πεντέλη. Προς την κορυφή του βουνού κάνει την εμφάνισή του ο βράχος, στις πιο εξέχουσες πλαγιές, αλλά γενικά τα έλατα φτάνουν το υψηλότερο ύψωμα και παρεμποδίζουν σε κάποιες μεριές τη θέα του ορίζοντα, ο οποίος είναι από τους ευρύτερους στην Ελλάδα».
Σήμερα τα αγριογούρουνα και οι λύκοι έχουν εξαφανιστεί από την Πάρνηθα. Ωστόσο το βουνό εξακολουθεί να διατηρεί ιδιαίτερα πλούσια πανίδα: όπως πληροφορούμαστε από το εξαιρετικό βιβλίο του Ν. Νέζη «Τα βουνά της Αττικής» (εκδόσεις Ανάβαση, Αθήνα 2002), στην Πάρνηθα έχουν καταγραφεί 43 είδη θηλαστικών, 34 είδη ερπετών και αμφιβίων και 132 είδη πτηνών. Όσο για τη χλωρίδα, αυτή αριθμεί 818 είδη, που αντιστοιχούν με το 15% του συνόλου της ελληνικής χλωρίδας.
Ο Leake δεν αναφέρει πουθενά την ύπαρξη ελαφιών, που υπάρχουν μέχρι σήμερα στο βουνό. Ο λόγος είναι ότι τα ελάφια έφερε στο βουνό ο βασιλιάς Γεώργιος Α’ όταν αγόρασε το κτήμα Τατοΐου, μέσα στο οποίο ζούσαν ελεύθερα και με το πέρασμα του χρόνου εξαπλώθηκαν πέρα από τα όριά του. Απόγονοι αυτών των ευρωπαίων «μεταναστών» είναι τα σημερινά ελάφια της Πάρνηθας. Αξίζει να σημειωθεί ότι ο Γεώργιος απαγόρευε το κυνήγι μέσα στο τεράστιο βασιλικό κτήμα, κάτι το οποίο σεβάστηκαν και όλοι οι διάδοχοί του.
∆ιακόσια χρόνια μετά
Η περσινή πυρκαγιά στην Πάρνηθα κατέστρεψε το δάσος των ελάτων, πρώτη φορά μετά από διακόσια χρόνια. Η καταστροφή πήρε τρομακτική έκταση, πολύ μεγαλύτερη από εκείνη του 1803, όταν δεν υπήρχε ούτε καν η έννοια της πυρόσβεσης. Η ευθύνη ανήκει σε ανθρώπους που κατείχαν υπεύθυνες θέσεις, από τους οποίους κανείς δεν ένιωσε την ανάγκη να παραιτηθεί. Ο ελληνικός λαός τους επιβράβευσε επανεκλέγοντάς τους στη Βουλή.
Η ραγδαία περιβαλλοντική υποβάθμιση του βουνού δύσκολα θα αποτραπεί, αν λάβει κανείς υπόψιν τις βιαστικές αναδασώσεις για το θεαθήναι, την υποστελέχωση των δασικών υπηρεσιών, τις ανεξέλεγκτες αυθαιρεσίες στη δόμηση και την υλοτομία, αλλά και τις νέες συνθήκες που επιφέρει η κλιματική αλλαγή. Μοναδική ελπίδα αποτελούν οι προσπάθειες των ενεργών πολιτών και φορέων, που θα πρέπει να υποστηρίζουμε περισσότερο και πολύ πιο δυναμικά. Σίγουρα πάντως κανείς δεν θα αντικρίσει ξανά όσα είδε εκείνη τη μέρα του Ιανουαρίου του 1806 ο William Leake.
Γιώργος Πάλλης