Καθώς η πρώτη φάση της διαδικασίας καταγραφής δικαιωμάτων στο Eθνικό Kτηματολόγιο φαίνεται να ολοκληρώνεται, αναδεικνύει ένα πελώριο πολιτικό και ηθικό ζήτημα που σε οποιαδήποτε άλλη στοιχειωδώς οργανωμένη και ευνομούμενη πολιτεία θα ήταν αδιανόητο να τίθεται: Ποιος είναι τελικά ο ιδιοκτήτης των ορεινών όγκων της Αττικής (ή ορθότερα ό,τι απέμεινε από αυτούς μετά από δεκαετίες καταπατήσεων και άλλων καταστροφικών παρεμβάσεων).
H θλιβερή -για τον μισό ελληνικό πληθυσμό που συνωστίζεται στο Λεκανοπέδιο Αττικής- διαπίστωση είναι ότι έχουν απομείνει πλέον αδόμητες οι κορυφές των πάλαι ποτέ κατάφυτων βουνών της Αττικής. Οι πρόποδες του Υμηττού, της Πάρνηθας, της Πεντέλης, του Αιγάλεω έχουν καταληφθεί εδώ και χρόνια από συμπαγή οικοδομικά συγκροτήματα με μεθόδους και υπευθύνους που κάποτε ίσως πρέπει να αναζητηθούν όχι μόνο για την απόδοση ευθυνών για τα όσα έγιναν, όσο κυρίως για την άντληση πολύτιμων συμπερασμάτων γι’ αυτά, που δεν πρέπει να επιτρέψομε να επαναληφθούν στο μέλλον.
Οι κορυφές των βουνών μας σηματοδοτούν τους τελευταίους πνεύμονες της Αττικής και η διάσωσή τους αποτελεί κάτι παραπάνω από αναγκαιότητα. Μπροστά στο κέρδος και τις διαπλεκόμενες σκοπιμότητες έχει αποδειχθεί ότι δεν αρκούν ούτε οι συνταγματικές απαγορεύσεις ούτε οι νομικοί κανόνες, που στις περιπτώσεις αυτές μάλλον υπάρχουν απλά για να παραβιάζονται.
Έτσι, ενώ όλοι γνωρίζουμε ότι από νομικής άποψης τα βουνά, οι παραλίες, οι ποταμοί, οι λίμνες κ.λπ. αποτελούν πράγματα «κοινά τοις πάσι», με αδιαμφισβήτητο δημόσιο χαρακτήρα, συνταγματικά προστατευόμενο, το κράτος παραμελεί τη θεμελιώδη υποχρέωσή του για τη διαφύλαξη του φυσικού περιβάλλοντος και δεν φαίνεται πρόθυμο να πάρει πρακτικά μέτρα για την προστασία της περιουσίας του προς όφελος της ποιότητας ζωής των πολιτών του, στα πλαίσια της αρχής της αειφορίας.
Έτσι, ο ορεινός όγκος της Πεντέλης, περιοχή υποτίθεται «ιδιαίτερου φυσικού κάλλους» διεκδικείται σχεδόν στο σύνολό της από την Ι.Μ. Πεντέλης και όσους επικαλούνται τίτλους προερχόμενους από αυτήν έως και την κορυφή της! Ούτε λίγο ούτε πολύ, πρόκειται για 30.911 στρέμματα που καλύπτουν όλη την έκταση των νοτιοανατολικών και δυτικών πλαγιών της, που οριοθετείται από τους Δήμους της Ραφήνας, του Πικερμίου, της Πεντέλης, της Νέας Πεντέλης, των Μελισσίων, της Κηφισιάς και καταλήγει στον Διόνυσο. Στην περιφέρεια του δασικού ιστού ευάριθμοι οικοδομικοί συνεταιρισμοί πασχίζουν να νομιμοποιήσουν επιπλέον 15.500 στρέμματα, που υπήρξαν στο πρόσφατο παρελθόν ή είναι σήμερα δασικές εκτάσεις, με τεκμήριο κυριότητας υπέρ του Δημοσίου.Τα στοιχεία προέρχονται από τη «Γενική Ρυθμιστική Μελέτη Αναπτύξεως Πεντέλης», που συνέταξε η Ι.Μ. Πεντέλης ήδη από το 1975, θεωρώντας ολόκληρο το Πεντελικό ιδιοκτησία της, όπως φαίνεται από τον παρατιθέμενο χάρτη. Πρόκειται για περιοχές που, αν δεν υπάρξει έγκαιρη και αποτελεσματική παρέμβαση από τους αρμόδιους κρατικούς φορείς, πολύ σύντομα θα καταλήξουν να τσιμεντοποιηθούν. «Φιλέτα» που θα προσπορίσουν τεράστια οικονομικά οφέλη σε μοναστηριακούς κορβανάδες και ποικιλώνυμα διαπλεκόμενα με αυτούς συμφέροντα.
Πώς απαντά το κράτος σε όλους αυτούς; Με εγκληματική ολιγωρία που αγγίζει τα όρια της παράβασης καθήκοντος των οργάνων του και με εύγλωττη απραξία των πολιτικών προϊσταμένων τους.
Η σύνταξη του Δασολογίου, που συνιστά υποχρέωση του κράτους(άρθρο 24 Συντάγματος), σέρνεται δεκαετίες τώρα ως υπόσχεση και δεν φαίνεται να υλοποιείται παρά μόνο όταν δεν θα έχει απομείνει κάτι για να καταγραφεί ως δάσος. Με τη χρονική πρόταξη του Εθνικού Κτηματολογίου και τη μη προηγούμενη -ή έστω ταυτόχρονη- συγκρότηση του Δασολογίου, όλοι αυτοί που με «δήθεν τίτλους» προσπαθούν να καταχραστούν δημόσιες δασικές εκτάσεις έχουν ήδη σπεύσει να τις δηλώσουν στο Κτηματολόγιο ως δήθεν ιδιοκτησίες τους… Το ίδιο βέβαια και η Ι.Μ. Πεντέλης, που στο παρελθόν πούλησε μαζικά ως οικόπεδα δασικές εκτάσεις σε ιδιώτες και συνεταιρισμούς. Πολλοί «γάιδαροι» θα μαλώνουν μελλοντικά με μακρόσυρτες δικανικές διαδικασίες σε ξένο αχυρώνα. Τον αχυρώνα όλων μας. Σε βάρος μας. Σε βάρος της διατυμπανιζόμενης βιώσιμης ανάπτυξης, της ποιότητας ζωής του συνόλου και της νοημοσύνης μας.