Δεν μπορούμε να ερμηνεύσουμε, πλέον, ποια εθνική διαστροφή μάς χαρακτηρίζει ως λαό και αποφεύγουμε -σε όλους τους τομείς- την πρόληψη, προτιμώντας να τρέχουμε την τελευταία στιγμή για να θεραπεύσουμε το κακό. Η καταβύθιση της εθνικής μας οικονομίας, την οποία παρακολουθούμε άβουλοι τους τελευταίους μήνες, δεν είναι παρά ένα ακόμη τρανταχτό παράδειγμα στη μακροσκελή λίστα των εθνικών μας παραλείψεων. Και μακάρι να είναι η τελευταία…
Ας ξαναγυρίσουμε στα δάση μας. Στην περσινή μεγάλη πυρκαγιά, δεν υπήρξε πιο οδυνηρό θέαμα από το να βλέπεις τα δενδράκια που είχαν φυτευτεί πριν από μόλις λίγα χρόνια, να παραδίδονται στις φλόγες. «Είναι σα να χάνονται παιδιά!», είχε πει ένας εθελοντής δασοπυροσβέστης δίπλα μας και η παρατήρησή του ήταν τόσο εύστοχη, όσο και τρομακτική. Το χειρότερο είναι ότι δεν έχουμε κάνει τίποτα, ώστε ν’ αποτρέψουμε ανάλογες εικόνες και φέτος.
Ήδη, λίγα εικοσιτετράωρα πριν, η πρώτη φωτιά στο Πεντελικό, κοντά στη σπηλιά Νταβέλη, ήρθε να μας υπενθυμίσει ότι ο κίνδυνος είναι πάντοτε παρών. Ευτυχώς, στη συγκεκριμένη περίπτωση, η Εθελοντική Ομάδα Αντιμετώπισης Εκτάκτων Αναγκών της Νέας Πεντέλης έσπευσε στο σημείο και κατάφερε να σβήσει τη φωτιά, πριν αυτή επεκταθεί. Θα είμαστε εξίσου τυχεροί την επόμενη φορά; Ο αντιδήμαρχος Αντώνης Φειδοπιάστης, που συνόδευε την προαναφερόμενη ομάδα, δεν αισιοδοξεί. Η φράση του, «η περσινή μεγάλη καταστροφή του Πεντελικού δεν είναι αρκετή για μερικούς…», αποτυπώνει τις ανησυχίες και την απαισιοδοξία όλων μας.
Καλώς ή κακώς, μόνο ο εθελοντισμός δεν φθάνει. Μπορεί να προσφέρει σημαντική βοήθεια στην πυροφύλαξη των δασών, να δίνει τα πάντα στην κατάσβεση των πυρκαγιών, να σπεύδει ν’ αποκαταστήσει τις απώλειες σε πράσινο, αλλά η παρέμβασή του παραμένει συμπληρωματική και, σε καμία περίπτωση, δεν δύναται και δεν πρέπει να υποκαταστήσει τον ρόλο και τις υποχρεώσεις του κράτους.
Το θέμα είναι τι γίνεται με το κράτος, που φροντίζει να θυμάται την ύπαρξή του και να επιβάλλει την παρουσία του μόνο όταν είναι να θεσπίσει έναν νέο φόρο για τους πολλούς ή μια καινούργια απαλλαγή για του λίγους. Που σπεύδει στις δενδροφυτεύσεις, όχι για να πάρει την τσάπα στο χέρι και να φυτέψει μερικά δενδράκια, αλλά για να φωτογραφηθεί και να κάνει μια ακόμη από αυτές τις «κούφιες» δηλώσεις, τις οποίες ήδη θα έχει ξεχάσει, όταν θα ξεσκονίζει το παντελόνι ή τη φούστα του, πριν μπει στο πολυτελές όχημα, που θα το οδηγήσει πίσω στο κλειστό κι απομονωμένο γραφείο του.
Ας είναι. Η ανεπάρκεια του κράτους δεν θα πρέπει να μας απογοητεύσει και να μας κάνει να παραιτηθούμε από την προσπάθεια. Ας επικοινωνήσουμε με τους τοπικούς φορείς, όπου βρίσκεται ο καθένας μας, κι ας ζητήσουμε πληροφορίες για το πώς μπορούμε να βοηθήσουμε, ώστε να μειώσουμε την πιθανότητα μιας νέας πύρινης καταστροφής. Ας σταθούμε εμείς στο ύψος των περιστάσεων, ας ανταποκριθούμε στην πρόκληση των καιρών κι ας είμαστε εμείς που θα παρασύρουμε τις όποιες ηγεσίες μας στη λήψη των αναγκαίων μέτρων. Αν οι διοικούντες μάς δουν να επιμένουμε και να συνεχίζουμε, ίσως τελικά να μην έχουν άλλη επιλογή, από το ν’ ανταποκριθούν κι αυτοί στο δικό τους χρέος.