Tο έτος 1989 όταν έπεσε το τείχος του Βερολίνο. Εκείνη την εποχή ήμουν Νομάρχης Σάμου -διορισμένη από την οικουμενική κυβέρνηση και την κυβέρνηση Τζανετάκη- και ένας καλός μου φίλος, που ταξίδεψε στο Βερολίνο για να δει την πτώση από κοντά, μου έφερε ένα κομμάτι από το κατεδαφισμένο τείχος μέσα σε μια πλαστική διάφανη σακουλίτσα.
Της δηµοτικής συµβούλου Κηφισιάς, επικεφαλής της ΠΡΩΤΟΒΟΥΛΙΑΣ ΠΟΛΙΤΩΝ,
Χριστίνας Κοσµά – Μανταφούνη
Με το τείχος του Βερολίνου έπεσε και το τελευταίο διαχωριστικό τείχος μεταξύ Ανατολικού και Δυτικού μπλοκ και πήρε τέλος η ψυχροπολεμική περίοδος. Οι χώρες -παγκόσμια- έπαψαν να χαρακτηρίζονται ως φιλοσοβιετικές ή φιλοαμερικάνικες και οι δύο μεγάλες δυνάμεις σταμάτησαν να δανειοδοτούν μία χώρα μόνο και μόνο για να υπαχθεί στη σφαίρα επιρροής τους, αδιαφορώντας για το πού πήγαιναν τα δάνεια και τον τρόπο που τα διαχειρίζονταν οι πολιτικοί παραλήπτες τους.
Η επανάσταση της πληροφορικής άρχισε να κάνει άλματα. Η Silicon Valley, με τις χιλιάδες εταιρείες της, με την εισαγωγή εξαιρετικών μυαλών απ’ όλο τον κόσμο και τον Bill Gates επικεφαλής, μπήκε στο σπίτι του κάθε πολίτη του κόσμου, για να τον δικτυώσει και να του δώσει δυνατότητες επικοινωνίας και πληροφόρησης που ούτε στ’ όνειρό του δεν μπορούσε να φανταστεί. Πολλές χώρες άρχισαν γρήγορα να αντιλαμβάνονται τις αλλαγές και λειτούργησαν ευέλικτα για να προσαρμοστούν στην εποχή της ταχύτητας. Άλλες, όπως η Ελλάδα, μόλις πρόσφατα, αρχίσαμε να αντιλαμβανόμαστε ότι δεν είμαστε νησί απομονωμένο στη μέση του ωκεανού, αλλά μια χώρα, ικανή αν δεν προσαρμοστεί, να προκαλέσει τη μεγαλύτερη οικονομική κρίση του αιώνα. Γιατί πλέον είναι δεδομένο ότι η παγκόσμια οικονομία δοκιμάζεται από κάθε χώρα που δεν εκδημοκρατίζει τους θεσμούς και τη λειτουργία τους, που δεν επιταχύνει τις αναγκαίες μεταρρυθμίσεις, δεν εξασφαλίζει τη διαφάνεια, δεν καταδιώκει την διαφθορά, δεν υιοθετεί την αξιοκρατία και δεν προάγει την σύγχρονη εκπαίδευση.
Αντιλήψεις – αγκυλώσεις, σύμφωνες με αυτές των τελευταίων υπαρκτών σοσιαλιστών, τη στιγμή μάλιστα που το σύστημα τους έχει καταρρεύσει μέσα στην ίδια τη γενέτειρά του (!)κάθε άλλο παρά βοηθούν τη χώρα μας να μπει μες το παγκόσμιο παιγνίδι και να παίξει τον ρόλο που της αναλογεί. Πιθανώς κάποιοι να ονειρεύονται να υψώσουν καινούργια τείχη, τύπου Βερολίνου. Πιθανώς να αγνοούν ότι 75. 000 νέοι Έλληνες δουλεύουν ήδη σε μεγάλες εταιρείες παγκόσμια και αδυνατούν να επιστρέψουν στην Ελλάδα λόγω έλλειψης αντίστοιχου επιπέδου θέσεων εργασίας στη χώρα μας. Θυμάμαι, χρόνια τώρα, σε εκδηλώσεις της Νέας Δημοκρατίας στη Κηφισιά, πολίτες – γονείς να ρωτούν απελπισμένα παρόντα, εν ενεργεία υπουργό «πότε τα μορφωμένα και αξιόλογα παιδιά τους θα μπορούσαν να βρουν δουλειά αντάξια των προσόντων τους στην Ελλάδα και να μην ξενιτεύονται για καριέρα στο εξωτερικό». Νομίζω δεν πήραν απάντηση ποτέ γιατί το κράτος δυστυχώς δεν επανιδρύθηκε. Αυτό λοιπόν το κράτος πρέπει σήμερα να επανιδρυθεί υπό καθεστώς πίεσης και «ελεγχόμενης χρεοκοπίας» όπως την αποκαλούν πολλοί.
Πρέπει να δεχτούμε, εκόντες – άκοντες, τη μείωση του κράτους, για την οποία παρεμπιπτόντως επιχειρηματολογώ εδώ και χρόνια, τη μείωση των συντάξεων, που οφείλεται στο μεγάλο πρόβλημα του ασφαλιστικού και στους κακούς χειρισμούς όλων. Δεν ξεχνώ το πόσο έντονα είχα ασχοληθεί με όλες τις παραμέτρους του προβλήματος όντας πρόεδρος των υπαλλήλων του ΥΠΕΧΩΔΕ (τότε), σε συνεργασία με τον τότε πρόεδρο του ΙΟΒΕ και νυν Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδας κ. Προβόπουλο. Πρέπει ν’ αντιμετωπίσουμε τη μείωση θέσεων εργασίας για μεγαλύτερους και μικρότερους, γιατί δυστυχώς η μόνη γνωστή στο πολιτικό μας σύστημα «ανάπτυξη» ήταν οι διορισμοί στο Δημόσιο, λες και η Ελλάδα δεν είναι χώρα με πλούτο υπόγειο και επίγειο, που μπορεί να προσελκύσει επενδύσεις, ειδικά στους τομείς ενέργειας, τουρισμού, περιβάλλοντος, πολιτισμού και ναυτιλίας.
Όμως, οι σοβαροί επενδυτές θέλουν διαφάνεια, αδιάφθορο κράτος, καθαρούς και σταθερούς κανόνες παιχνιδιού κ.ο.κ. Αντί, λοιπόν, οι νέοι μας να εκπαιδευτούν για να δουλέψουν σε υγιείς επιχειρήσεις, να γίνουν και οι ίδιοι επιχειρηματίες και σοβαροί επενδυτές, εκπαιδεύτηκαν να γίνουν «κακόμοιροι υπάλληλοι» πολλές φορές χωρίς αντικείμενο με ενδιαφέρον, χωρίς πρωτοβουλία, υπό καθεστώς παρακολούθησης από τον κολλητό του Υπουργού η του Δημάρχου γιατί τα στραβά της ανώτατης εκτελεστικής εξουσίας συνήθως επαναλαμβάνονται από τους «χρισμένους» αντιγραφείς της. Δεν επιθυμώ να αναφερθώ στο πώς αντιδρούν οι δημόσιοι υπάλληλοι στη καρικατούρα της διοίκησης που συνήθως αντιμετωπίζουν και στην αλλοίωση της ελληνικής ζωηρής φύσης τους, που την απαρνήθηκαν για χάρη της ασφάλειας της θέσης στο Δημόσιο. Η σκληρή πραγματικότητα μας επαναφέρει στο παρόν.
ΠΟΥ ΕΙΝΑΙ Η ΕΥΕΛΙΚΤΗ ΠΡΟΣΑΡΜΟΣΜΕΝΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ ΠΟΥ ΕΠΡΕΠΕ ΝΑ ΕΧΟΥΜΕ ΔΗΜΙΟΥΡΓΗΣΕΙ ΕΔΩ ΚΑΙ ΤΟΥΛΑΧΙΣΤΟΝ 10 ΧΡΟΝΙΑ, ΕΣΤΩ ΜΕ ΥΣΤΕΡΗΣΗ, ΛΟΓΩ ΤΩΝ ΔΥΣΚΟΛΙΩΝ ΠΡΟΣΑΡΜΟΓΗΣ ΣΤΗ ΠΑΓΚΟΣΜΙΑ ΑΓΟΡΑ;