Σθεναρή, πλην μάταιη, αντίσταση εξακολουθούν να επιδεικνύουν οι νοοτροπίες τού χθες, αρνούμενες να συμμορφωθούν με τα όσα οι νέοι καιροί επιβάλλουν. Ο καθένας μας ατομικά, αλλά και μέσα από τις επιμέρους συλλογικότητες στις οποίες συμμετέχουμε (π.χ. εργασία, παρατάξεις, συνδικαλιστικοί ή άλλοι φορείς κ.λπ.), εξακολουθούμε να «μεταφράζουμε» τα νέα δεδομένα με τα παλαιά «λεξικά», μη μπορώντας ίσως να αντέξουμε την πίεση που μοιραία ασκούν κάθε μεγάλη αλλαγή και κάθε βίαιη επανεκκίνηση.
Του Θάνου Σταθόπουλου
Είναι αλήθεια ότι οποιασδήποτε μορφής «ξεβόλεμα» από αυτό που έχουμε συνηθίσει και ξέρουμε συνοδεύεται από γκρίνιες, άρνηση της αναγκαιότητας που επιβάλλει την αλλαγή, προσπάθεια αντίδρασης – αντίστασης και, σε ορισμένες περιπτώσεις, παραίτησης. Ιδιαίτερα όταν οι αλλαγές συνοδεύονται από την εφαρμογή σκληρών μέτρων -και πολλές φορές συμβαίνει τούτο- τότε οι αντιδράσεις κορυφώνονται.
Κάτι ανάλογο συναντούμε και στο επίπεδο της Αυτοδιοίκησης. Από τους διαγωνισμούς για τα εργοστάσια επεξεργασίας των απορριμμάτων, μέχρι την ανάθεση σε ιδιώτες κάποιων από τις λειτουργίες που μέχρι σήμερα επιτελούσαν οι Οργανισμοί Τοπικής Αυτοδιοίκησης, οι αντιδράσεις αιρετών και μη δίνουν και παίρνουν. Μόνο που η συγκεκριμένη αντιπαράθεση διεξάγεται με όρους του παρελθόντος, αποδεικνύεται στείρα και ουδέν προσθέτει στην τόσο αναγκαία για τον τόπο μας αναδιάρθρωση.
Από τα έδρανα της πλειοψηφίας των Δημοτικών Συμβουλίων, οι προτάσεις που έρχονται χαρακτηρίζονται σε πολλές περιπτώσεις από προχειρότητα,«σκοτεινά» σημεία και απουσία σοβαρού ελεγκτικού μηχανισμού, ο οποίος θα μπορούσε να διασφαλίσει την απρόσκοπτη και προς το συμφέρον των δημοτών εκτέλεση του οποιουδήποτε έργου.
Τα παραπάνω ενεργοποιούν τα αρνητικά αντανακλαστικά στα έδρανα της μειοψηφίας -ιδιαίτερα δε εκείνα του αριστερού τόξου- ώστε κάθε εισήγηση που περιλαμβάνει τους όρους «εταιρεία» και «επιχειρηματικότητα» να λειτουργεί ως «κόκκινο πανί» και αφορμή για μαραθώνιες αντιμνημονιακές συζητήσεις.
Και για να τολμήσουμε μία πρόβλεψη -που δεν απαιτεί βεβαίως και μεγάλες μαντικές ικανότητες- το «παιχνίδι» αυτό θα συνεχιστεί και θα εντείνεται όσο πλησιάζουμε στην ημερομηνία των επόμενων αυτοδιοικητικών εκλογών.
Μόνο που αυτό το «παιχνίδι» παίζεται εις βάρος των πραγματικών συμφερόντων των δημοτών, καθώς συντηρεί τη νοσηρή κατάσταση που οδήγησε την Αυτοδιοίκηση -όπως, άλλωστε, και την ίδια τη χώρα- στο χείλος της καταστροφής. Είναι δε κρίμα, που ακόμη και σήμερα κάποιοι αρνούνται να συνειδητοποιήσουν ότι τόσο ο Δήμος, όσο και το κράτος, δεν μπορούν να λειτουργούν ως επιχειρηματίες. Το χρέος τους είναι να διασφαλίζουν σε όλους τους πολίτες – δημότες την πρόσβαση στα δημόσια αγαθά, με όσο το δυνατόν μικρότερο κόστος. Όμως, κάτι τέτοιο δεν επιτυγχάνεται με επαναστατικές κορόνες και ανατρεπτικά λογύδρια, αλλά με τη δημιουργία νέων πηγών άντλησης εσόδων.
Όσο κάποιοι, οχυρούμενοι πίσω από μία δήθεν αριστερή ιδεολογία, αρνούνται την επιχειρηματικότητα, τόσο τα κοινωνικά στρώματα, ιδίως τα χαμηλότερα, θα επωμίζονται μεγαλύτερα βάρη, για να καλύπτονται τα κόστη των δημοσίων αγαθών.
Αντιθέτως, θα πρόσφεραν εξαιρετικές υπηρεσίες, αν, αντί να βάζουν εμπόδια σε κάθε μορφή επιχειρηματικότητας, εστίαζαν τις πιέσεις και την παρεμβατικότητά τους στο «κτίσιμο» εκείνων των ελεγκτικών μηχανισμών, που θα επέβαλαν διαφανείς κανόνες στο επιχειρηματικό γίγνεσθαι. Μόνο μέσα από πραγματικές επενδύσεις υγιών επιχειρήσεων, μπορεί να προκύψει το κέρδος, το οποίο φορολογούμενο θα δώσει τη δυνατότητα να καλυφθούν οι κοινωνικές δράσεις. Άρα, αριστερή πολιτική είναι αυτή που προωθεί την υγιή επιχειρηματικότητα, ώστε να δημιουργούνται οι συνθήκες για την καλυτέρευση των μισθών και την άνοδο του βιοτικού επιπέδου.
Εκτός κι αν ορισμένοι πιστεύουν σοβαρά ότι οποιοσδήποτε μικρός ή μεγάλος επιχειρηματίας θα επενδύσει τα κεφάλαιά του για να μπορούν κάποιοι στους δήμους ή συνολικά στο κράτος να συνεχίζουν να κάνουν ρουσφετολογικές προσλήψεις, να συντηρούν τις κομματικές – παραταξιακές στρατιές τους και να παραγοντίζουν. Αν το πιστεύουν, πλανώνται. Αν το επιδιώκουν, γιατί έτσι έμαθαν να λειτουργούν έως σήμερα και έτσι τους βολεύει, θα ξεβολευτούν.
Ακόμη κι αν δεν είμαστε έτοιμοι γι’ αυτό που ήδη ήρθε, ακόμη κι αν επιμένουμε να αντιστεκόμαστε πεισματικά στο καινούργιο, η πορεία είναι μη αναστρέψιμη. Και είτε θα προσαρμοστούμε σε αυτήν, αγωνιζόμενοι παράλληλα να τη διαχειριστούμε υπέρ των πολλών, είτε αυτή θα μας προσπεράσει. Αντί, λοιπόν, να ονειρευόμαστε απόλυτες ανατροπές ή εκτροπές, είναι προτιμότερο να σηκώσουμε τα μανίκια και να αποφασίσουμε πραγματικά να δουλέψουμε υπέρ του κοινού συμφέροντος.