Το άρθρο του «έγκριτου» δημοσιογράφου Φόλφγκανγκ Μινχάου στους Financial Times, δημιούργησε ερωτηματικά, απορίες αλλά και διεξόδους. «Τώρα είναι η κατάλληλη στιγμή για την Ελλάδα να κηρύξει στάση πληρωμών», έγραψε και το στήριξε στο γεγονός ότι τώρα που έχουμε πρωτογενές πλεόνασμα, δεν χρειαζόμαστε άλλα δάνεια για να επιβιώσουμε, άρα ξεχνάμε τι χρωστάμε και είμαστε ευχαριστημένοι. Έτσι απλά, έτσι εύκολα!
Γράφει ο ΝΙΚΟΣ ΑΝΑΓΝΩΣΤΑΤΟΣ*
Σοβαροί άνθρωποι χαρακτηρίζουν τον δημοσιογράφο ως «έγκριτο» και πρέπει να είναι αφού αρθρογραφεί σε μια τόσο σοβαρή εφημερίδα. Επειδή όμως αυτά που γράφει δεν είναι σοβαρά ούτε υπεύθυνα, θα πρέπει να υποκρύπτονται άλλες σκοπιμότητες. Δεν είναι σοβαρός ούτε υπεύθυνος με αυτά που γράφει με περισσή αφέλεια(;), διότι πρέπει να ξέρει ότι δεν είμαστε μόνοι σε αυτό τον κόσμο για να χαράζουμε ανενόχλητοι την πορεία μας. Πέραν του γεγονότος ότι τα νέα μας δάνεια, που είναι και το μεγαλύτερο μέρος, είναι εγγυημένα με δίκαιο Λονδίνου και δικαιοδοσία Λουξεμβούργου, είναι σε θέση η μικρή Ελλάδα να επιβιώσει με απέναντί της όλον τον υπόλοιπο κόσμο; Φθηνοί παλικαρισμοί ακούγονται, μάλλον, οι θέσεις του κ. Μινχάου, αν δεν συμπεραίναμε ότι αποβλέπουν στο να μας παγιδεύσουν σε μια απέλπιδα ενέργεια, ως εύπιστους που μας θεωρούν και συμμάχους του την αντιπολίτευση.
Ας αφήσουμε λοιπόν τι λέει το παλικάρι της φακής, που λέμε στο χωριό μου, και ας δούμε τι πρέπει να πράξουμε και πώς να πορευτούμε για να βγούμε από το σκοτεινό τούνελ της μιζέριας και της απόγνωσης. Το πώς και το γιατί βρεθήκαμε μέσα, είναι άλλο θέμα άλλης στιγμής, αλλά από τη στιγμή που είμαστε μέσα, όπως όταν για οιονδήποτε λόγο βρεθούμε στο κέντρο της καταιγίδας, στο μάτι του κυκλώνα, η έγνοιά μας είναι πώς θα βγούμε ζωντανοί και μετά ψάχνουμε για τους λόγους και τις αιτίες που βρεθήκαμε στη δύσκολη αυτή στιγμή. Ο κ. Μινχάου όμως γράφει και κάτι άλλο που είναι γεγονός και χρειάζεται αντιμετώπιση: «Ποιος άνθρωπος με σώας τας φρένας θα κάνει μια μακρόχρονη επένδυση σε μια χώρα με τόσο αφόρητο μακρόχρονο χρέος;». Η απάντηση είναι από απλή μέχρι απλοϊκή, αλλά πριν ας επισημάνουμε ξανά τις ύποπτες απώτερες σκέψεις και επιδιώξεις του αρθρογράφου. Είναι τοις πάσι γνωστό ότι το ύψος του χρέους δεν είναι το πρόβλημα αλλά αν υπάρχει εξασφαλισμένο πρωτογενές πλεόνασμα. Άρα στην εξασφάλιση του πρωτογενούς πλεονάσματος οφείλουμε να επικεντρώσουμε όλη μας την προσοχή.
Σε κάθε περίπτωση, η άποψή μου είναι ότι, χωρίς να αποκλείουμε τις ξένες επενδύσεις, να δώσουμε προσοχή στις ελληνικές μικρομεσαίες επιχειρήσεις. Όπως λέμε πάντοτε αυτές αποτελούν τη ραχοκοκαλιά της οικονομίας και της κοινωνίας, καθώς είναι και εκείνοι οι επιχειρηματίες που θα τα δώσουν όλα, ακόμη και με όλη τους την οικογένεια, να πετύχουν τους στόχους τους και τα όποια κέρδη τους θα παραμείνουν μέσα στην Ελλάδα, σε αντίθεση με τις ξένες επενδύσεις, είτε ως επανεπένδυση αν δεν τα ξοδέψουν, είτε ακόμη και αποταμιεύοντάς τα στην τράπεζα. Η κυβέρνηση επομένως οφείλει να βρει τρόπους και μέσα να ενεργοποιήσει τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, με πλήρη στήριξη και συμπαράσταση, ώστε να γίνουν μοχλός ανάπτυξης. Σε κατεύθυνση ανάπτυξης η κυβέρνηση να εφαρμόσει «κεϋνσιανή» πολιτική ως έναυσμα και μόνο, όπου οι ιδιώτες διστάζουν ή δεν μπορούν για οιονδήποτε λόγο να ασχοληθούν.
Κάπου εδώ έρχεται και η σειρά της Ε.Ε. να πράξει το καθήκον της και να συμπαρασταθεί με κάθε τρόπο στην προσπάθεια ανάπτυξης, ως του μόνου τρόπου και μέσου να ανακάμψει η οικονομία μας εφ’ ενός, αλλά και για να μπορέσουμε να αποπληρώσουμε τα δάνειά μας αφ’ ετέρου. Πετύχαμε την ενοποίηση των τραπεζών, πολύ σοβαρό βήμα για τη λειτουργία των τραπεζών χωρίς την επιβάρυνση του κράτους. Το αναπτυξιακό fund που θα δημιουργηθεί από τα κράτη – μέλη της Ε.Ε. για να βοηθήσει τις επενδύσεις των χωρών του Νότου, είναι επίσης ακόμη ένα θετικό βήμα. Ένα ακόμη βήμα που πρέπει να προχωρήσει η Ε.Ε. είναι η αντιμετώπιση της άμυνας των κρατών – μελών σε κεντρικό επίπεδο, έτσι ώστε η Ελλάδα π.χ., να μην χρειάζεται να ξοδεύει τεράστια ποσά για την άμυνά της, καθώς επίσης η όποια Τουρκία π.χ. να έχει να κάνει με την Ε.Ε. και όχι με την Ελλάδα στις αναιτιολόγητες και παράνομες προκλήσεις της. Έχουμε κοινό υπουργό Εξωτερικών χωρίς κοινή εξωτερική πολιτική και έχουμε π.χ. τα Σκόπια να βρίσκουν έδαφος μέσα στην Ε.Ε. να περάσουν τις ανιστόρητες και παντελώς απαράδεκτες αλυτρωτικές της επιδιώξεις. Επιτέλους κάποιος να θέσει δυναμικά αυτά τα θέματα, ιδιαίτερα πριν τελειώσει η Προεδρία μας, ως σωστά, δίκαια και αναγκαία.