Στις παραπάνω απόψεις, δεν είχαμε βέβαια την απαίτηση από ένα παιδί δεξαέξι ετών, να προσέθετε ότι το σχολείο δεν ήταν μόνο η εικόνα απρόσωπων καθηγητών αλλά κυρίως η αντανάκλαση της κοινωνίας μας. Μιας κοινωνίας χωρίς ανάπτυξη, διαχρονικά, με περιορισμένο αριθμό επαγγελματικών ευκαιριών, με παράλληλη την απορριπτική αντιμετώπιση της Επαγγελματικής Εκπαίδευσης -παρά τις προσπάθειες που είχε καταβάλει το Υπουργείο Παιδείας, το 1976, για τον περιορισμό αυτής της επιζήμιας κοινωνικής προκατάληψης.
Γενικά, η ελληνική κοινωνία της Μεταπολίτευσης θεώρησε το πανεπιστημιακό δίπλωμα ως το μοναδικό διαβατήριο οικονομικής εξασφάλισης, πλουτισμού και κοινωνικού κύρους (!…) των παιδιών της, με αποτέλεσμα κυριολεκτικά να πάσχουν από βαθμομανία, ιδίως οι γονείς των μαθητών του Λυκείου, και να προξενούν ψυχοπνευματική ασφυξία τόσο στα παιδιά όσο και στους δασκάλους τους. Εννοείται ότι σ’ αυτό το σχολείο της χρησιμοθηρίας δεν υπάρχει χώρος για την πνευματική καλλιέργεια, και είναι θλιβερές οι συνέπειες της εξορίας της.
Για να επανέλθουμε όμως στο θέμα των εκθέσεων, θα ήθελα να διατυπώσω την προσωπική μου γνώμη: Επανειλημμένως είχα διαπιστώσει, ότι γενικά το παιδί και ο νέος δεν αποδέχονται το δάσκαλό τους αποκλειστικά ως πάροχο (ακόμη και πλούτου) γνώσεων. Δεν συνυπάρχουν, ουσιαστικά, με τον καθηγητή – ξένο, και επιθυμούν όχι μόνο τη γνωστική, αλλά πρώτα την ψυχική επικοινωνία με τον άνθρωπο του σχολείου.
Γιατί; Η ευαισθησία του παιδιού και του νέου -που ζουν περισσότερο χρόνο με τους δασκάλους παρά με τους γονείς- δεν συμβιβάζεται με κανέναν εγκλωβισμένο στην εκπαιδευτική «εξουσία» του. Τα παιδιά όπως είδαμε, ονειρεύονται ένα σχολείο που θα συνομιλεί με το νου και την ψυχή τους. Αυτό δεν είναι το φυσιολογικό;
Το σωστό σχολείο δεν επιδιώκει να κτίσει παιδιά – αποθήκες ψυχρών γνώσεων, αλλά να κτίσει μόρφωση, να παραδώσει υπεύθυνους πολίτες στην πολιτεία, που θα αποχωριστούν το χώρο της εκπαίδευσης, ευεργετημένοι δικαιωματικά από το κοινωνικό, το παιδαγωγικό και το επιστημονικό βλέμμα.
Για την επίτευξη, όμως, αυτών των κορυφαίων σκοπών και πάλι ας τονιστεί: οι λεγόμενες ανώτατες καθηγητικές σχολές και οι παρεμφερείς προς αυτές, πρέπει να συμπεριλαμβάνουν στο διδακτικό τους πρόγραμμα και την Παιδαγωγική επιστήμη, ώστε να είναι κατά το δυνατόν πλήρης η κατάρτιση των μελλοντικών δασκάλων. Η παιδαγωγική φαντασία είναι θαυμάσια, αλλά ο παιδαγωγικός αυτοσχεδιασμός υπάρχει κίνδυνος να οδηγεί στην αποτυχία τον εκπαιδευτικό.
Και μοναδικές ωραίες στιγμές
Όλοι γνωρίζουν ότι κάθε άλλο παρά εύκολος είναι ο χειρισμός πολλών παιδιών, συχνά κάποιου από αυτά που έχει ανάγκη προσωπικής επαφής με τον παιδαγωγό του και ιδιαίτερα πόσες μελετημένες και υπομονετικές προσπάθειες προϋποθέτει η εποικοδομητική σχέση του καθηγητή με τους μαθητές και τις μαθήτριες, όταν βιώνουν το «εφηβικό δράμα». Ωστόσο, για να θυμηθούμε ότι κατά κανόνα το παιδί είναι πολύ ευαίσθητος δέκτης κάθε κατάστασης του περιβάλλοντός του, μεταφέρουμε ένα ακόμη απόσπασμα από την έκθεση της πρώτης μαθήτριας, της Χαραλαμπίας. Απόσπασμα και τόσο επίκαιρο, μολονότι γράφτηκε πριν από πενήντα χρόνια. Η ωριμότητα εκείνου του παιδιού -και όχι μόνο εκείνου- μπορούμε να πούμε ότι συγκινεί:
«…Κι όταν αυτός, που όλοι έχουν τη διάθεση να τον αγαπήσουν, να τον μιμηθούν, δείχνεται σκληρός, απληστίαστος καμιά φορά; Ναι, είναι κι αυτός άνθρωπος, ούτε τέλειος, ούτε μηχανή χωρίς αισθήματα. Ίσως νάχει τις δυσκολίες του, τις στενοχώριες του. Δεν είναι άγνωστο αυτό στα παιδιά. Γι’ αυτό, κάθε στιγμή, μπορούν να καταλάβουν, να σεβαστούν την ψυχή του. Ίσως δεν παρουσιάζεται ευδιάθετος, όπως αυτά τον θέλουν, δεν του συγχωρούν όμως την αδιαφορία και την έλλειψη κατανόησης απέναντί τους.
Δύσκολο, να είναι κανείς αλάθητος και ιδανικός στο έργο του. Είτε η εποχή, είτε οι άνθρωποι τον εμποδίζουν σ’ αυτό. Όλα αυτά τα νιώθουν τα παιδιά και οι απαιτήσεις τους δεν υπερβαίνουν τις δυνατότητες ενός σημερινού δασκάλου, που έχει όμως συναίσθηση της αποστολής του».
Πόσες μοναδικές ωραίες στιγμές προσφέρουν τα παιδιά του σχολείου! Όσο για το ταλέντο του δασκάλου, εκτός των άλλων, μπορεί φυσιολογικά να τα διαμορφώσει σε θαυμάσιους φίλους του, δια βίου, έστω κι αν ουδέποτε τα ξαναδεί μετά το τέλος της κοινής σχολικής ζωής τους.
Και τότε… θα μιλάμε για Παιδεία και όχι για εκπαίδευση! Αυτό, δεν είναι ακατόρθωτο. Μας το βεβαιώνουν η Ιστορία και η Ζωή.
Αδαμαντία Τριάρχη – Μακρυγιάννη
Φιλόλογος