1. ΕΠΙΓΡΑΜΜΑΤΟΠΟΙΟΙ
Ο Ρόδιος επιγραμματοποιός Τιμοκρέων έλεγε ότι ο σύγχρονός του -επίσης επιγραμματοποιός και μετέπειτα, εκ του συγκεκριμένου επιγράμματος, «διάσημος» Σιμωνίδης ο Κείος (από την Τζιά), ήταν μέγας… φραγκοφονιάς.
Ο Σιμωνίδης, αντέτεινε, «ρουμπώνοντας» τον Τιμοκρέοντα με ένα επιτάφιο επίγραμμα, προ του θανάτου του, ως εξής: «Πολλά πιών και πολλά φαγών και πολλά κακ΄ ειπών ανθρώπους, κείμαι Τιμοκρέων ο Ρόδιος» («Εδώ κείμαι, αφού ήπια πολύ και πολύ έφαγα και πολύ κακολόγησα τους ανθρώπους, Τιμοκρέων ο Ρόδιος»).
Είναι γνωστό ότι οι επιγραμματοποιοί στην αρχαιότητα έπαιρναν παραγγελίες, επί πληρωμή, για να εκπονήσουν κάποιο επίγραμμα που θα αναφερόταν σε συγκεκριμένο πρόσωπο ή συγκεκριμένο γεγονός.
Προφανώς, κάπως έτσι ο Σιμωνίδης έλαβε την παραγγελία από το κράτος της Σπάρτης, να συντάξει ένα επιτάφιο επίγραμμα για τους πεσόντες στις Θερμοπύλες, το 480 π.Χ., Λακεδαιμόνιους υπό τον, ένα εκ των Βασιλέων τους, τον Λεωνίδα.
«Ω ξειν΄, άγγειλον Λακεδαιμονίοις ότι τήδε κείμεθα, τοις κείνων ρήμασι πειθόμενοι».
Το επίγραμμα, έμεινε. Το ίδιο και ο Σιμωνίδης.
Όταν ο περσικός στρατός, υπό τον βασιλιά Ξέρξη, αφού πέρασε στην ευρωπαϊκή ήπειρο, βάδισε μέσα από τη σημερινή Θράκη και τη Μακεδονία και κατέβηκε από τη Θεσσαλία, οι ελληνικές πόλεις διαιρέθηκαν.
Άλλες πρότειναν ν΄ αντιμετωπίσουν το πελώριο, και συνεπώς δυσκίνητο, περσικό σώμα στα (τότε) στενά των Θερμοπυλών κι άλλες έκαναν διαφορετικές στρατηγικές σκέψεις, με πρόταση των πελοποννησιακών πόλεων ν’ αντιμετωπιστεί ο εχθρός στο πέρασμα (Ισθμό) προς την Πελοπόννησο.
Επεκράτησαν οι απόψεις ν’ αντιμετωπιστεί ο πελώριος περσικός στρατός στα στενά των Θερμοπυλών. (Η διαμόρφωση του εδάφους, τότε, ήταν εντελώς διαφορετική από τη σημερινή και τα «Κτισμένα με τείχος Στενά» (οι «Πύλες») προσφέρονταν ώστε μια μικρότερη δύναμη ν΄ αντιμετωπίσει μια πολυαριθμότερη). Η Σπάρτη, έστειλε μια μικρή δύναμη από τριακόσιους οπλίτες υπό την ηγεσία του βασιλιά Λεωνίδα. Οι νόμοι της Σπάρτης δεν επέτρεπαν σύμπραξη σπαρτιατικού στρατεύματος, παρεκτός εάν το όλο στράτευμα ήταν υπό σπαρτιατική ηγεσία. (Αυτό, έγινε στη Ναυμαχία της Σαλαμίνας με τον Ευρυβιάδη και στις Πλαταιές με τον Παυσανία και στην άρνηση των Λακεδαιμονίων να συμπράξουν στην εκστρατεία του Μεγάλου Αλεξάνδρου προς Ανατολάς «…πλην Λακεδαιμονίων» εφόσον αυτοί δεν θα είχαν την ηγεσία του στρατεύματος). Οι Αθηναίοι, δεν είχαν συμμετοχή με χερσαίες δυνάμεις, αλλά όπλισαν στόλο κι αντιμετώπισαν τους Πέρσες απέναντι, στο Αρτεμήσιο, μαζί με Κορίνθιους, Αιγινίτες και πολλούς άλλους.
Ο Ηρόδοτος αναφέρεται σε χερσαία δύναμη των Περσών που ξεπερνά τους 2.300.000 οπλίτες, ιππείς, κλπ. Τις ελληνικές δυνάμεις τις ανεβάζει στους 5.200 οπλίτες. Μεγαλύτερη συμμετοχή είχαν οι Φωκείς με 1.000 οπλίτες, οι Αρκάδες με άλλους τόσους και οι Θεσπιείς με 700 οπλίτες. Όλοι αυτοί πολεμήσανε γενναία («από δω και πέρα θα λέμε ότι η Ήρωες πολεμούν σαν Έλληνες!», που μας «φουμάρισε», κατά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, ο Γουΐνστον Τσώρτσιλ, τότε που οι Έλληνες «έβγαζαν τα κάστανα απ΄ τη φωτιά» απέναντι στην υπερδύναμη του ιταλικού στρατού).
Όταν οι αμυνόμενες δυνάμεις κυκλώθηκαν από τους Πέρσες –είτε μέσω προδοσίας του Εφιάλτη είτε κάπως αλλιώς– τότε, ο Λεωνίδας προέτρεψε τους υπόλοιπους Έλληνες ν΄ αποχωρήσουν ώστε να φανούν χρήσιμοι σε κατοπινή αντιμετώπιση των Περσών. Πολλοί έφυγαν. Ο Ηρόδοτος, και πάλι, αναφέρει ότι παρέμειναν οι Θηβαίοι –σχεδόν κρατημένοι με το ζόρι από τους Σπαρτιάτες– και, εντελώς αυτόβουλοι, οι δημοκρατικοί Θεσπιείς. Οι Θεσπιές ήταν σύμμαχος των Αθηνών, είχε δημοκρατικό πολίτευμα και κανένας δεν θα καταλόγιζε μομφή εάν ο στρατός αναδιπλωνόταν και απέφευγε τον βέβαιο θάνατο, όπως π.χ. οι Σπαρτιάτες δεν μπορούσαν να πράξουν. Θα πρέπει να θεωρήσουμε ότι και οι 1.000 Φωκείς κατέβηκαν από την αποτυχημένη τους φύλαξη της Ανόπαιας (έτσι λεγόταν το μονοπάτι στο βουνό Καλλίδρομο) και έλαβαν μέρος στην τελική μάχη, ως και άμεσα ενδιαφερόμενοι.
Τελικός απολογισμός (κατά τον Ηρόδοτο): Νεκροί Πέρσες, 20.000. Νεκροί Έλληνες, 4.000.
Όλη η στρέβλωση της Ιστορίας, οφείλεται στο επιτάφιο επίγραμμα του Σιμωνίδη. Κι άντε να τη διορθώσεις, μετά από 2.500 χρόνια!
2. ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΔΑΒΑΚΗΣ
Σε τριάντα οκτώ (38) Δήμους της Αττικής έχει δοθεί το όνομα «Δαβάκη» σε δρόμους. Σ΄ ορισμένους, και σε πλατείες, π.χ. Καλλιθέα.
Ο Συνταγματάρχης Πεζικού Κωνσταντίνος Δαβάκης, υπαγόμενος στο 51ο Σύνταγμα της Ηπείρου, βρισκόταν στα σύνορα Ελλάδας και ιταλοκρατούμενης Αλβανίας όταν τη νύχτα της 27ης προς 28η Οκτωβρίου του 1940, τα βασιλοφασιστικό καθεστώς της Ιταλίας (για να μην ξεχνάμε: Ο Μουσολίνι ασκούσε χρέη Δικτάτορα υπό την αιγίδα του Βασιλιά Βίκτορα Εμμανουήλ / Victor Emmanuele, κάπως σαν το καθεστώς των Συνταγματαρχών, με τη σύμπραξη του Κοκού από 21/4/67 έως 13/12/67) κήρυξε τον πόλεμο στην Ελλάδα.
Επί τέσσερις ημέρες, ο ελληνικός στρατός, πανικόβλητος, άτακτα οπισθοχωρούσε, χωρίς ο ηγέτης του στην πρώτη γραμμή πυρός, ο Κων/νος Δαβάκης, να είναι σε θέση ή ικανότητα να αποτρέψει αυτήν την άτακτη φυγή.
Την πέμπτη μέρα του πολέμου, ένα θραύσμα βλήματος βρήκε στο στήθος τον Συνταγματάρχη Κων/νου Δαβάκη κι αυτός μεταφέρθηκε στα μετόπισθεν για να τύχει ιατρικής περίθαλψης, κλπ. Ο πόλεμος είχε, γι΄ αυτόν, τελειώσει. Ασχέτως, εάν αργότερα συνελήφθη από τους Ιταλούς και μεταφέρθηκε, σε ομηρεία στην Ιταλία, με το ατμόπλοιο «Πόλη της Γένοβας», το οποίο τορπιλίστηκε από βρετανικό υποβρύχιο και, βυθιζόμενο, συμπαρέσυρε στο θάνατο και τον Συν/χη Κων/νο Δαβάκη (Ιανουάριος 1943).
Με τον τραυματισμό του Κων/νου Δαβάκη, αναλαμβάνει την ηγεσία των στρατιωτικών μονάδων του μετώπου ο Αντισυνταγματάρχης Πεζικού Μορντεχάι Φριζή. Από το όνομα, και μόνο, αντιλαμβάνεται κανείς ότι πρόκειται για εβραϊκής καταγωγής Έλληνα αξιωματικό.
Ο ήρωας αυτός αξιωματικός, συνέγειρε και ανασυνέταξε το στράτευμα ώστε ν΄ ακολουθήσει το λεγόμενο «Αλβανικό Έπος», που έρχεται να επισφραγίσει τη συνέπεια και τη συνέχεια αυτού του αλλόκοτου Λαού, ως προς την αγάπη του -μήπως πρέπει να πω, την ενσωμάτωση στο DNA του, τη λατρεία του – προς την ελευθερία.
Τον μέγιστο αυτόν Πατριώτη Αξιωματικό, τίμησαν με οδονύμιο μόνο τρεις (3) (!) Δήμοι στην Αττική: Ο δήμος Αθηναίων, με ένα δρομάκι (με το ζόρι εκατό μέτρων) πάνω από το Μαιευτήριο «Λητώ» ακριβώς απέναντι από τη Βαρβάκειο Σχολή, ο Δήμος Καλλιθέας και –πολύ σωστά– ο Δήμος Παπάγου.
Η Ιστορία καταχώρησε κι απαθανάτισε τον Κων/νο Δαβάκη. Τον Μορντεχάι Φριζή, τον «ξέχασε» στη σκιά της, κι ας σκοτώθηκε στο πεδίο της μάχης, μετά την υπ΄ αυτόν κατάληψη της Πρεμετής, από βόμβα αεροπλάνου (5.12.1940).