Μια ταινία του πατέρα του σουρεαλιστικού κινηματογράφου Λουίς Μπουνιουέλ
Μια γοητευτική ταινία του Μπουνιουέλ. Μια ανθρώπινη ταινία βασισμένη στη νουβέλα του Χένρι Καστιλου, προβάλλεται αυτές τις μέρες στους κινηματογράφους. Πρόκειται για την «Ο πυρετός ανεβαίνει στο Ελ Πάο», στην οποία πρώτη φορά ο Μπουνιουέλ εκφράζεται ανοιχτά πάνω σε πολιτικά ζητήματα.
Η ταινία είναι γυρισμένη το 1959 (προβάλλεται από 22/6 σε ψηφιακή έκδοση από τη New Star) και η υπόθεσή της διαδραματίζεται σε μια φανταστική χώρα της Λατινικής Αμερικής με δικτατορικό καθεστώς. Εκεί, ο Βάσκες, ένας ιδεαλιστής δικηγόρος δουλεύει ως γραμματέας του κυβερνήτη του νησιού Ελ Πάο, το οποίο χρησιμεύει ως τόπος φυλακής πολιτικών και ποινικών κρατουμένων. Ο Βάσκες είναι ερωτευμένος με τη σύζυγο του κυβερνήτη, η οποία και γίνεται ερωμένη του.
Είναι μια πολύ σπάνια ταινία, στην οποία με φόντο μια φασιστική χώρα της Λατινικής Αμερικής, ο Μπουνιουέλ για πρώτη φορά τοποθετείται πάνω σε πολιτικά ζητήματα χρησιμοποιώντας μάλιστα τον Γάλλο σταρ Ζεράρ Φιλίπ στον ρόλο του πρωταγωνιστή. Αποτελεί δε, μέρος ενός τριπτύχου που πραγματεύεται ανοιχτά, πολιτικά θέματα και ερευνά την ηθικότητα της ένοπλης εξέγερσης κατά των φασιστικών δικτατοριών. Τα άλλα δύο μέρη είναι η γαλλο-ιταλική παραγωγή του 1955 που τιτλοφορείται «Cela s’ appellel’ Aurore» και η γαλλο-μεξικάνικη «La mort en ce jardin» (1956).
Ο πατέρας του σουρεαλιστικού κινηματογράφου, Λουίς Μπουνιουέλ, γεννήθηκε στις 22 Φεβρουαρίου του 1900, στην Ισπανία. Μεγάλωσε σε μια μικρή επαρχιακή κοινωνία, τόσο κλειστή, παραδοσιακή και θρησκόληπτη, που ο ίδιος την αποκαλούσε «μεσαιωνική». Μέλος πολύ ευκατάστατης οικογένειας, έλαβε από νωρίς αυστηρή καθολική μόρφωση. Σύντομα, όμως, το ελεύθερο πνεύμα του και ο επαναστατικός του χαρακτήρας τον έκαναν να αντιδράσει στον καθολικισμό – μια αντίδραση που θα συνεχιζόταν σε όλη του τη ζωή.
Στο πανεπιστήμιο θα γίνει φίλος με τον ζωγράφο Salvador Dalí και τον ποιητή Federico García Lorca. Αργότερα, θα μετακομίσει στο Παρίσι, όπου θα εργαστεί στον κινηματογράφο και μάλιστα θα μαθητεύσει δίπλα στον Ζαν Επστάιν. Το 1929 ήταν χρονιά ορόσημο, καθώς, μαζί με τον Dalí, θα γυρίσουν το «Ένας ανδαλουσιανός σκύλος», μια ταινία απόλυτα σοκαριστική για τα ήθη της εποχής, με την οποία έγραψαν κινηματογραφική ιστορία.
Η δεύτερη ταινία του, «Η Εποχή Του Χρυσού »(1930), «βεβηλώνοντας» τα ιερά και τα όσια του καθολικισμού, προκάλεσε ακόμη μεγαλύτερο σκάνδαλο. Ο δεξιός Τύπος πολέμησε την ταινία και τελικά η αστυνομία την απαγόρευσε, μια απαγόρευση που κράτησε 50 ολόκληρα χρόνια!
Το 1933, ο Μπουνιουέλ επιστρέφει στην Ισπανία, μέσα σε ένα φοβερά ταραχώδες πολιτικό κλίμα, και γυρίζει τη μικρού μήκους ταινία «Las Hurdes: Tierra Sin Pan» (1933), ένα ντοκιμαντέρ για τις δυσχέρειες των χωρικών. Όμως, η πολιτική κατάσταση της χώρας ήταν εκρηκτική και το 1936 οδήγησε στον Ισπανικό Εμφύλιο. Με την επιβολή της δικτατορίας του Franco, που έγινε και με την ισχυρή στήριξη της εκκλησίας, πολλοί καλλιτέχνες αναγκάστηκαν να εκπατριστούν.
Ο Μπουνιουέλ έφυγε στην Αμερική και, αφού εργάστηκε για ένα διάστημα στο μουσείο Μοντέρνας Τέχνης της Νέας Υόρκης, μετακόμισε στο Μεξικό. Το 1948, με την εγκληματική κατάσταση να συνεχίζεται στη χώρα του από το φασιστικό καθεστώς του Φράνκο, πήρε τη μεξικάνικη υπηκοότητα.
Στο Μεξικό πια, θα βρει το έδαφος και την ελευθερία για να γυρίσει τις ταινίες του μεταξύ των οποίων είναι και το «Los Olvidados» (1950), με το οποίο θριάμβευσε στις Κάννες. Ταινία που εντάχτηκε και στη λίστα της UNESCO ως μέρος της παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς.
Όταν το 1960, για λόγους πολιτικής προπαγάνδας, ο Φράνκο κάλεσε τον Μπουνιουέλ να γυρίσει στην πατρίδα του και να σκηνοθετήσει ένα φιλμ της δικής του επιλογής, αυτός δέχτηκε και παρουσίασε τη «Βιριδιάνα», μια ταινία που μέσα στα άλλα, παρωδεί και τον Μυστικό Δείπνο! Το αποτέλεσμα ήταν το καθεστώς να κάψει τις κόπιες, ευτυχώς όχι όμως πριν προλάβει μια από αυτές να περάσει στη Γαλλία και να βραβευτεί με τον Χρυσό Φοίνικα στις Κάννες.
Στις δεκαετίες ‘60 – ’70 ο Μπουνιουέλ διανύει την ωριμότερη φάση του, τη λεγόμενη «Γαλλική περίοδο», όπου με συνεργάτες τους Silberman and Carrière, θα σκηνοθετήσει στη Γαλλία τα μεγάλα κινηματογραφικά του αριστουργήματα. Ανάμεσά τους, «Ημερολόγιο Μιας Καμαριέρας» (1964), «Η Ωραία της Ημέρας» (1967), «Η Διακριτική Γοητεία Της Μπουρζουαζίας» (1972) και, την τελευταία του ταινία, «Το Σκοτεινό Αντικείμενο Του Πόθου» (1977). Αυτές θα είναι και οι διασημότερες ταινίες της καριέρας του και όχι άδικα.
Με τη «Διακριτική γοητεία της μπουρζουαζίας», κερδίζει το Oscar Καλύτερης Ξενόγλωσσης Ταινίας, ενώ με το «Φάντασμα της ελευθερίας», ο Μπονιουέλ εμπνέεται άμεσα από την ιστορία της χώρας του.
Στα τέλη του ΄70, αποσύρθηκε από τη σκηνοθεσία μέχρι και το τέλος της ζωής του και μαζί με τον Carrière, έγραψε την αυτοβιογραφία του, «Mon Dernier Soupir» (1982). Ένα χρόνο μετά, το 1983, ο μεγάλος αιρετικός του κινηματογράφου πέθανε, αφήνοντας πίσω μια μοναδική πολιτιστική κληρονομιά.