Editorial – Γράφει ο Γιάννης Μπεθάνης – Από την έντυπη έκδοση της εβδομαδιαίας Αμαρυσίας – 7/01/2023
Το 2023 μπήκε υπό τις χειρότερες δυνατές συνθήκες για την Τοπική Αυτοδιοίκηση. Όπως μπορείτε να διαβάσετε στο πρωτοσέλιδο ρεπορτάζ μας, η πλήρης και οριστική απόφαση του ΣτΕ που έκρινε «αντισυνταγματικό» τον «νόμο Θεοδωρικάκου» περί κυβερνησιμότητας των Δήμων, καθιστά άκυρες τις χιλιάδες των αποφάσεων που έλαβαν σε όλους τους ΟΤΑ της χώρας οι δύο επιτροπές, Οικονομική και Ποιότητας Ζωής, από την 1η Δεκεμβρίου του 2022 έως σήμερα. Και μη νομίζετε, φίλοι αναγνώστες, ότι ένας μήνας είναι λίγος. Μιλάμε για δεκάδες έως εκατοντάδες αποφάσεις μικρότερης ή μεγαλύτερης βαρύτητας για τον εκάστοτε Δήμο, που πρέπει τώρα να ξαναέρθουν (λογικά) στο αντίστοιχο Δημοτικό Συμβούλιο για συζήτηση και έγκριση. Η ΑΜΑΡΥΣΙΑ το είχε γράψει από την πρώτη στιγμή, αρκετές δημοτικές παρατάξεις είχαν κρούσει τον κώδωνα του κινδύνου και οι δημοτικές Αρχές είτε «τράβηξαν χειρόφρενο» είτε έκαναν πως δεν άκουσαν και τρέχουν και δεν φτάνουν.
«Και τώρα τι γίνεται;», θα αναρωτηθεί κανείς; Έλα μου ντε! Μιλάμε για αποφάσεις που έχουν να κάνουν με ένα σωρό παραμέτρους της λειτουργίας ενός Δήμου. Από συμβάσεις για έργα (συνήθως με απευθείας αναθέσεις, πρακτική που ευδοκίμησε την τελευταία τριετία) κρίσιμα για περιοχές και γειτονιές, μέχρι αναθέσεις για μελέτες κ.λπ. Και οι οποίες λογίζονται όλες άκυρες! Με ό,τι αυτό συνεπάγεται για προμηθευτές, εργολάβους, Δημοτικές Υπηρεσίες. Διότι θα χρειαστεί μια κάποια χρονική διαδικασία προκειμένου να επανέλθουν προς έγκριση από το Δημοτικό Συμβούλιο, τη στιγμή που «τρέχουν» και όλα τα υπόλοιπα θέματα.
Όλο αυτό το αλαλούμ, φυσικά, δεν αποτελεί παρά την πιο τρανή επιβεβαίωση ότι η Αυτοδιοίκηση αποτελεί ένα «πειραματικό εργαστήρι» της κεντρικής διοίκησης. Μια χειραγωγούμενη πολιτική και θεσμική έκφανση του δημοκρατικού μας πολιτεύματος, ενώ θα έπρεπε να είναι η πιο κομματικά «χειραφετημένη», ώστε να επιτελεί τον προορισμό της: Την άμεση τοπική δημοκρατία, την επαφή και αποτελεσματική επίλυση των κατά τόπους καθημερινών προβλημάτων που κάνουν τη ζωή μας δύσκολη.
Και σε ένα περιβάλλον συνεχών περικοπών στις χρηματοδοτήσεις, το μόνο που έλειπε από τους Δήμους είναι η νέα αυτή δυσχέρεια.
Είχαμε εξ αρχής, επισημάνει, από το 2018 ήδη, ότι η Τοπική Αυτοδιοίκηση δεν ήταν έτοιμη να λειτουργήσει με απλή αναλογική. Ακόμη το πιστεύουμε. Όχι επειδή δεν θεωρούμε ενδεδειγμένο το συγκεκριμένο εκλογικό σύστημα. Αλλά επειδή δεν θεωρούμε ότι το αυτοδιοικητικό προσωπικό είναι ώριμο να την εφαρμόσει στους Δήμους. Ωστόσο, θα συμφωνήσουμε με ένα από τα σκεπτικά του ΣτΕ στην απόφασή του: Οι «αντισυνταγματικές» διατάξεις Θεοδωρικάκου ψηφίστηκαν τόσο γρήγορα, ώστε ποτέ δεν προλάβαμε να μάθουμε στην πράξη αν έχουμε δίκιο ή άδικο στις εκτιμήσεις μας για την απλή αναλογική. Η οποία βαφτίστηκε ως «εχθρός» γρήγορα-γρήγορα, με αποτέλεσμα να περάσουμε στο άλλο άκρο: Την πλήρη υποβάθμιση των Δημοτικών Συμβουλίων και στην απόλυτη, στα όρια της απολυταρχίας, πλειοψηφία που έλαβαν οι δήμαρχοι στα χέρια τους μέσα από τις δύο επιτροπές. Με θέματα που λάμβαναν λιγότερους ψήφους «υπέρ» απ’ ό,τι «κατά» στο Δημοτικό Συμβούλιο, να «περνούν» επειδή είχαν εγκριθεί στις επιτροπές! Με τον πολίτη εντελώς εκτός «κάδρου» και τις αντιπολιτεύσεις με ελάχιστα ή μηδαμινά περιθώρια ουσιαστικού ελέγχου των διοικήσεων.