Την 6η Δεκεμβρίου τιμάται η μνήμη του Αγίου Νικολάου, του Θαυματουργού, προστάτη των Ναυτικών και του Ελληνικού Πολεμικού Ναυτικού. Την ίδια μέρα, εμείς οι πουρόκερς θυμόμαστε την ημέρα που ο «Πρίγκιπας» Παύλος Σιδηρόπουλος, αποφάσισε να πάρει τα ταλέντα του και να γίνει αστερόσκονη, αφήνοντας πίσω του έργο που θα μνημονεύεται αιώνια.
Η 6η Δεκέμβρη, ωστόσο, έχει γραφτεί στην ιστορία ως η ημέρα που άλλαξε τη ζωή μιας ολόκληρης γενιάς. Η δολοφονία του Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου αποτελεί μια βαθιά πληγή που σε κάποιους δεν θα κλείσει ποτέ και που ουσιαστικά αποτύπωσε την ένδεια συναισθήματος μια εξουσίας που, ακόμα και σήμερα, δεν θέλει να μάθει από τα λάθη, αλλά και να αλλάξει την κοσμοθεωρία της.
Πάντα θα την θυμάμαι εκείνη τη μέρα. Ήταν Σαββατοκύριακο. Είχα αποφασίσει την Κυριακή να κάνω κοπάνα από την εφημερίδα που εργαζόμουν. Με ένα φιλικό ζευγάρι και την τότε σύντροφό μου ξεκινήσαμε Παρασκευή μεσημέρι για Μετέωρα. Άλλες εποχές τότε, είχαμε λεφτά να πάμε ένα Σαββατοκύριακο με το αυτοκίνητο χωρίς να μετράμε τα κέρματα. Είχαμε ξαναπάει, τα ξέραμε τα μέρη. Μια υπέροχη πάντα εκδρομή.
Το Σάββατο βγήκαμε στην πόλη, περπατήσαμε, είδαμε τη γιορτινή ατμόσφαιρα που πλησίαζε, ήπιαμε ποτάκια σαν νέοι (ακόμα) άνθρωποι σε τοπικό μπαράκι. Είχε έρθει και ένας κρητικός μουσικός και έπαιζε με τη λύρα του. Ωραία βραδιά. Νυστάξαμε και γυρίσαμε προς το ξενοδοχείο.
Μέχρι να ετοιμαστούμε για ύπνο, κλασικά ανοίγω τηλεόραση. Από εκείνη τη στιγμή άλλαξαν όλα.
Ζωντανή σύνδεση με Εξάρχεια και τα νέα δεν είναι καλά. Ακόμα δεν έχει ανακοινωθεί επίσημα ότι υπάρχει νεκρός και, μάλιστα, παιδί. Η πρώτη αντίδραση, περισσότερο εγωιστική παρά ρεαλιστική. «Ω, γαμώτο, αυτό δεν είναι καλό». Έμεινα όλο το βράδυ άυπνος παρακολουθώντας τα δελτία. Ξημερώματα άρχισε να χτυπάει το τηλέφωνο. «Φύγε από όπου κι αν είσαι και πήγαινε Εξάρχεια». Δεν είπα πού ήμουν, έφυγα τρέχοντας. Μετέωρα – Αθήνα σε 02:30:00 και το ραδιόφωνο τέντα να ακούω εξελίξεις.
Από εκείνη τη μέρα και για αρκετές ακόμα, γύριζα στο σπίτι ξημερώματα, μυρίζοντας φωτιές και ξερνώντας χημικά. Τα ρούχα τα έβαζα στον κλίβανο, το μυαλό προσπαθούσα να βάλω σε τάξη. Με τον αγαπημένο συνάδελφο και πλέον αδελφικό φίλο, Θοδωρή Νικολάου, περπατήσαμε χιλιόμετρα πάνω κάτω σε μια Αθήνα που καιγόταν, προσπαθώντας να ισορροπήσουμε ανάμεσα στην αλήθεια και την παράνοια. Τότε ήταν που ξεκίνησαν τα τρομερά ρεπορτάζ για την «ποινικοποίηση της κουκούλας». Ήταν η πρώτη μεγάλη ρήξη. Κανείς από τους δυο μας δεν δεχόταν να παίξει αυτό το παιχνίδι. Ευτυχώς, κοντά δυο δεκαετίες μετά, και οι δυο μας κοιμόμαστε ήσυχοι ότι υπηρετήσαμε την αλήθεια, όπως την καταγράψαμε και όχι όπως «έπρεπε» να παρουσιαστεί.
Λίγες μέρες μετά, είχα γράψει ένα κείμενο που από τότε, κάθε χρόνο, δημοσιεύω στον προσωπικό μου λογαριασμό στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Γιατί από εκείνες τις μέρες πολλά έχουν αλλάξει μέσα μου. Το σημαντικότερο: να κοιτώ κάθε μέρα ψηλά και να λέω «ευχαριστώ» για όσα έχω στη ζωή μου. Και τώρα που, πλέον έχω γίνει γονιός, η πρώτη σκέψη όταν ξυπνήσω και η τελευταία πριν κοιμηθώ, είναι να είναι να κάνω μια αγκαλιά και να δώσω ένα φιλί στο παιδί μου. Γιατί κάποιοι δεν έχουν πια αυτή την πολυτέλεια. Και κανένας δεν πλήρωσε ουσιαστικά ποτέ γι’ αυτό.
Και μην ξεχνάμε: Η 6η Δεκεμβρίου δεν είναι «επέτειος θανάτου». Επέτειος δολοφονίας είναι. Για όσους προσπαθούν ακόμα και τώρα να χαϊδέψουν συνειδήσεις. Θα είμαστε εδώ να το θυμίζουμε σε όσους κάνουν ότι το ξέχασαν.