Editorial – Γράφει ο Γιάννης Μπεθάνης
Η φωτογραφία δίπλα είναι από το θρυλικό «Θου Βου φαλακρός πράκτωρ – Επιχείρηση Γης Μαδιάμ» με τον αξεπέραστο Θανάση Βέγγο. Όταν ο πράκτωρ της συμφοράς δέχεται τον πρώτο του πελάτη, σπεύδει πονηρεμένος και, λέγοντας τη γνωστή φράση «και οι τοίχοι έχουν αυτιά», να βάλει ένα στυλό σε μια τρύπα στον τοίχο, απ’ όπου ακούγεται μια κραυγή πόνου «ωχ το μάτι μου» που επιβεβαίωνε ότι κάποιος παρακολουθούσε τους… πράκτορες, οι οποίοι θα πληρώνονταν για να παρακολουθήσουν κάποιους άλλους.
Μόνο με την ελαφρότητα, αλλά και την απέραντη σοφία που κρύβουν οι ελληνικές ταινίες της «χρυσής εποχής» του ελληνικού σινεμά, μπορούμε να αντιμετωπίσουμε τις διαρκείς αποκαλύψεις που ζούμε στο τεράστιο θέμα των υποκλοπών. Διότι, εδώ που τα λέμε, δεν έχει άδικο με όσα γράφει στη στήλη του «Έπεα Πτερόεντα» ο φίλτατος Άγγελος Πολύδωρος. Δεν πέφτουμε δα και από τα σύννεφα. Οι παρακολουθήσεις ήταν και είναι αναπόσπαστο και κομβικό κομμάτι των μυστικών υπηρεσιών κάθε χώρας, κακά τα ψέματα. Και ο τρόπος με τον οποίο γίνονται, ακόμη κι αν υπάρχει συγκεκριμένο νομικό πλαίσιο που τις περιχαρακώνει, μπορεί να είναι ακόμη και αθέμιτος ή εκτός νόμου. Πάντα έτσι γινόταν, πάντα έτσι θα γίνεται.
Το θέμα, όμως, στην προκειμένη περίπτωση εκθέτει την κυβέρνηση λόγω των «διπλών» παρακολουθήσεων που όπως όλα τα στοιχεία συνηγορούν ότι γινόταν: Από τη μια με τις μεθόδους της ΕΥΠ και με εισαγγελική «βούλα», έστω κι αν υπάρχουν αμφιβολίες για το αν η αρμόδια εισαγγελέας προλαβαίνει να ελέγξει σε βάθος κι επαρκώς τα ονόματα που η Υπηρεσία θέλει να «κατασκοπεύσει», λόγω της πληθώρας τους. Από την άλλη, με το διαβόητο παράνομο λογισμικό «Predator», για το οποίο όλοι δηλώνουν, πλέον, ότι γνωρίζουν ότι υπάρχει στη χώρα, αλλά κανείς δεν λέει ποιοι το χρησιμοποιούσαν. Δυστυχώς για την κυβέρνηση, το πρόβλημα έγκειται στο γεγονός ότι αφενός ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης πήρε από την πρώτη στιγμή της εκλογής του την ΕΥΠ υπό τον έλεγχο του Γραφείου του και αφετέρου ψήφισε πολύ γρήγορα τον νόμο που απαλλάσσει την ΑΔΑΕ από την υποχρέωση να ενημερώνει κατόπιν αιτήσεως, αν κάποιος βρισκόταν ή βρίσκεται υπό παρακολούθηση.
Επομένως, τα πολιτικά ερωτήματα είναι εξίσου πολλά, όσα και τα ποινικού τύπου που συνοδεύουν την υπόθεση. Και αν ο πρωθυπουργός όντως δεν γνώριζε, τότε το σύστημα που ο ίδιος επέλεξε για τη διαχείριση αυτών των ευαίσθητων θεμάτων είναι διάτρητο και εκθέτει πολιτικά την κυβέρνηση και τον ίδιο, διότι αναφέρεται σε έναν ιδιαίτερα κρίσιμο τομέα για τη διαφύλαξη των εθνικών συμφερόντων. Φυσικά, αν αποδειχθεί ότι γνώριζε, τότε οδηγούμαστε σε άλλες ατραπούς που δεν θέλουμε καν να σκεφτούμε ότι μπορεί να ισχύουν.
Το θέμα είναι ότι στην κυριολεξία «και οι τοίχοι έχουν αυτιά» σε αυτή τη χώρα. Κι αναρωτιόμαστε, πόσο εκτεταμένες ήταν αυτές οι παρακολουθήσεις, καθώς έχουμε την αίσθηση ότι έχουμε ακόμη να δούμε πολλά.
Διότι είναι άλλο πράγμα να παρακολουθούνται για λόγους εθνικής ασφάλειας ή για θέματα αστυνομικής υφής στοχευμένα άτομα κι άλλο να διαβάζουμε για συζύγους πολιτικών, επιχειρηματίες, υπουργούς του… κυβερνώντος κόμματος ή να ακούμε για υπουργικές «μίζες» που «κόβονταν» επειδή δεν είχαν… επιτελική έγκριση.
Πραγματικά απίστευτα πράγματα, για τα οποία αναμένουμε τη Δικαιοσύνη να βάλει ως άλλος «Θου Βου» το… στυλό στον τοίχο, διότι αν αληθεύουν όσα διαβάζουμε κι ακούμε, τότε μιλάμε για πρωτόγνωρες καταστάσεις που τραντάζουν συθέμελα την κοινοβουλευτική μας δημοκρατία.