Editorial – Γράφει ο Γιάννης Μπεθάνης
Στον παλιό καλό ελληνικό κινηματογράφο και τις κοινωνικές συνθήκες που υπήρχαν στην Ελλάδα τις δεκαετίες του ’50 και του ’60 στην επαρχία, παραπέμπει η πρόσφατη απόφαση της κυβέρνησης να ξεκινήσει εκστρατεία ενημέρωσης και ευαισθητοποίησης του κόσμου για τον εμβολιασμό κατά του κορωνοϊού σε απομακρυσμένες περιοχές και όπου υπάρχει χαμηλή εμβολιαστική κάλυψη του πληθυσμού.
Σε εκείνες τις εποχές στα χωριά, το ανώτερο κοινωνικό status είχαν ο πρόεδρος της Κοινότητας, ο παπάς και ο δάσκαλος. Αυτό το τρίπτυχο αποτελεί τον άξονα της εκστρατείας που ξεκινά υπό τον συντονισμό του υφυπουργού Εσωτερικών Στέλιου Πέτσα, μόνο που για να συμβαδίσει με την τωρινή εποχή, προστίθενται προβλεβλημένοι καταστηματάρχες και διαδικτυακοί… influencers των μέσων κοινωνικής δικτύωσης (ζήσαμε να το δούμε κι αυτό)!
Το πιο σημαντικό, βέβαια, είναι ότι αυτές τις ομάδες… κρούσης θα πλαισιώνουν και εκπρόσωποι των ιατρικών συλλόγων. Γεγονός που έρχεται πολύ κοντά στην πρόταση που είχαμε διατυπώσει από αυτή εδώ τη στήλη στο αμέσως προηγούμενο φύλλο, δηλαδή την άμεση ενημέρωση από επιστήμονες προς το κοινό σε ανοικτές συγκεντρώσεις στις πλατείες. Αν μας διάβασαν κάποιοι από την κυβέρνηση κι αν συμβάλαμε κάπως προς την κατεύθυνση αυτή, χαιρόμαστε ιδιαίτερα. Δουλειά με… αλγόριθμους, τρομοκρατία, απειλές και ξύλινη επιστημονική γλώσσα μέσα από τα απαξιωμένα τηλεοπτικά κανάλια, δεν υπήρχε περίπτωση να γίνει. Όπως δεν πρόκειται να γίνει με το περίφημο επίδομα των 150 ευρώ.
Η νεολαία έχει δύο τρόπους να πειστεί: Ο ένας, ο καλός, αρχίζει να υλοποιείται: είναι η ουσιαστική πληροφόρηση, με άμεση και εύληπτη γλώσσα στα επιστημονικά επιχειρήματα. Ο δεύτερος, ο κακός, είναι αυτός που συμβαίνει ήδη: Η εκτίναξη των κρουσμάτων στις νεαρές ηλικίες λόγω των πάρτι και του συνωστισμού στα παραλιακά κέντρα διασκέδασης, δείχνει να έχει θορυβήσει πολύ περισσότερο τους νέους, απ’ ό,τι τους κινητοποιεί το απαξιωτικό επίδομα.
Το θετικό, προς το παρόν τουλάχιστον, από αυτή την τελευταία εκτίναξη των κρουσμάτων που αποδίδονται κυρίως στη μετάλλαξη «Δέλτα», είναι ότι αυτή δεν έχει ως αποτέλεσμα τη βαριά νόσηση που θα έφερνε σοβαρές επιπλοκές, ικανές να στείλουν στο νοσοκομείο πολύ κόσμο. Δείχνουν να επιβεβαιώνονται, δηλαδή, οι επιστήμονες που υποστηρίζουν ότι μεταδίδεται πιο εύκολα, αλλά δεν επιβαρύνει το σύστημα Υγείας. Όμως, ας καταλάβουμε όλοι ότι όλα αυτά δεν θα ίσχυαν αν δεν είχαν εμφανιστεί τα εμβόλια. Όσο μάλιστα προχωράει ο εμβολιασμός, είτε με αργούς είτε με γρήγορους ρυθμούς, τόσο πιο ελέγξιμα θα γίνονται τα πράγματα και τόσο περισσότερο θα απομακρύνονται τα απεχθή οριζόντια μέτρα περιορισμών που όλοι επιθυμούμε διακαώς να φύγουν και να μην τα ξαναδούμε ποτέ μπροστά μας, επανερχόμενοι σταδιακά σε φυσιολογικούς ρυθμούς ζωής.
Έπρεπε, φυσικά, να επικρατήσουν οι «φαεινές ιδέες» κάποιων εκεί στην κυβέρνηση και να ζήσουμε σκηνές κοινωνικού αυτοματισμού και διχόνοιας, πριν τελικά επικρατήσει η λογική: Αυτή, δηλαδή, που υποστηρίζει ότι τους πολίτες τους κάνεις συνεργάτες σου και τους πείθεις με επιχειρήματα, εκτεταμένη πληροφόρηση, θετική προσέγγιση, σεβασμό και ξεκάθαρη στοχοθεσία.
Όμως, για να χορευτεί ένα ταγκό καλά, χρειάζονται δύο εξίσου καλοί χορευτές: Κι όσο η κυβέρνηση (ο δεύτερος παρτενέρ δηλαδή) εξακολουθεί να μην ενισχύει ουσιαστικά την Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγείας και τα νοσηλευτικά ιδρύματα της χώρας, δεν ενισχύει τα μέσα μαζικής μεταφοράς και δεν συμπεριλαμβάνει στο περίφημο «νέο σχολείο» την αυτονόητη υποχρέωση για ανθρώπινα σχολεία, με παιδαγωγικά σωστή κατανομή τάξεων και κανονικές σύγχρονες αίθουσες αντί για κοντέινερ ή «σπιρτόκουτα», τότε το ταγκό θα εξακολουθεί να χορεύεται «πατείς με, πατώ σε».