Editorial – Γράφει ο Γιάννης Μπεθάνης
H εβδομάδα που πέρασε ήταν και η τελευταία για τη φετινή σχολική περίοδο (με την εξαίρεση όσων υποψηφίων θα συνεχίσουν να δίνουν εξετάσεις στα επιμέρους μαθήματα). σε μια χρονιά που όλοι μας ελπίζουμε ότι δεν θα χρειαστεί ποτέ να ξαναζήσουμε… Ως πατέρας δύο παιδιών, θεωρώ ως απολύτως εύστοχη – τόσο από ιατρικής όσο και από ψυχολογικής πλευράς – την απόφαση της επιστημονικής επιτροπής του ΕΟΔΥ για την επαναλειτουργία των σχολείων.
Παραπέμπω στα επιχειρήματα που είχε θέσει ο καθηγητής Τσιόδρας στην καθημερινή τηλεοπτική ενημέρωση και στα οποία είχε, ένα προς ένα, απόλυτο δίκιο: Η επιστροφή των παιδιών, τουλάχιστον όσων αποφάσισαν οι γονείς τους να στείλουν στα σχολεία, αφενός δεν συνοδεύτηκε με κάποια δυσάρεστη εξέλιξη ως προς τη διασπορά του κορωνοϊού αφετέρου συνέβαλε στην άμβλυνση των επιπτώσεων της καραντίνας στον ψυχισμό των παιδιών, τα επανέφερε στην κανονικότητα (έστω και μέρα – παραμέρα στις περισσότερες των περιπτώσεων), ενώ ανακτήθηκε και ένα μέρος από το χαμένο έδαφος ως προς τη φετινή τους ύλη. (Το ίδιο ισχύει και για φροντιστήρια ξένων γλωσσών, ωδεία και λοιπές εξωσχολικές δραστηριότητες, φυσικά).
Κακά τα ψέματα: η τηλε-εκπαίδευση αποτελεί ένα χρήσιμο εργαλείο μεν, αλλά σε κανένα… σύμπαν δεν μπορεί να αποτελέσει μόνιμο εκπαιδευτικό μέσο. Τίποτα δεν υποκαθιστά τη δια ζώσης εκπαιδευτική διαδικασία, την κοινωνική ζύμωση των παιδιών και την ατομική τους εξέλιξη μέσα από την αλληλεπίδρασή τους με τους εκπαιδευτικούς, τους συμμαθητές και τους κανόνες μιας σχολικής μονάδας. Και καλό θα είναι να το «χωνέψουν» κάποιοι ψυχροί «τεχνοκράτες» που θέλουν το μέλλον της εκπαίδευσης «ψηφιακό». ωστόσο, τα δύσκολα είναι μπροστά μας.
Το πρώτο «κουδούνι» στις 7 του ερχόμενου Σεπτέμβρη κρύβει μέσα του πολλές προκλήσεις. Κατ’ αρχάς, όλα τα τμήματα θα λειτουργούν καθημερινά και με πλήρη σύνθεση μαθητών, ακόμη και με 25 μαθητές ανά τμήμα. Κάτι που σημαίνει ότι η προσοχή όλων στην τήρηση των μέτρων υγιεινής πρέπει να παραμείνει μεγάλη. Και φυσικά υπάρχει το ερώτημα «τι θα γίνεται αν διαπιστώνονται κρούσματα σε παιδί ή στην οικογένειά του;». Θα κλείνει το σχολείο; Θα κλείνει μόνο η συγκεκριμένη τάξη; Και τι θα συμβεί αν στο ίδιο σχολείο επαναληφθούν κρούσματα σε μελλοντικό χρόνο; Θα κλείνουν κάθε τόσο; Ευχής έργον είναι να μη χρειαστεί καν να το μάθουμε, αλλά, αν μη τι άλλο, τα ερωτήματα υπάρχουν.
Μια άλλη πρόκληση έχει να κάνει με τη δίχρονη προσχολική εκπαίδευση και ειδικά στα βόρεια προάστια, αφού αρκετοί είναι οι δήμοι της περιοχής που δεν την εφάρμοσαν φέτος έχοντας κερδίσει παράταση. Τα ρεπορτάζ μας αναφέρουν ότι υπάρχουν ακόμη αρκετές δυσκολίες και δεν έχουν δοθεί απαντήσεις ή συγκεκριμένες λύσεις από όλες τις δημοτικές Αρχές. Ένα πολύ ευαίσθητο ζήτημα που έχει να κάνει με μικρά παιδιά και με την εναλλακτική των «κοντέινερ» να αποτελεί λύση, που κανείς δεν θα ήθελε.
Τέλος, από του χρόνου θα έχουμε την εφαρμογή του νέου νόμου για την Παιδεία, με τις αρκετές αλλαγές που αυτό επιφέρει. Έχουν εξασφαλιστεί οι υποδομές, το προσωπικό και τα χρήματα για να εφαρμοστούν όλα όσα έχει σχεδιάσει το υπουργείο; Όπως έχουμε ξαναπεί, τα πάντα θα κριθούν από το αποτέλεσμα. Κλείνοντας, όλοι εδώ στην Αμαρυσία ευχόμαστε στους μαθητές «καλό καλοκαίρι», στους υποψήφιους των Πανελλαδικών «καλά αποτελέσματα», στους εκπαιδευτικούς «καλή δύναμη» και στο υπουργείο Παιδείας να μη χρειαστεί ξανά να πάρει δύσκολες αποφάσεις όπως το κλείσιμο των σχολείων τον περασμένο Μάρτιο.