Από την έντυπη έκδοση της εβδομαδιαίας Αμαρυσίας, 11/06/2022
Διατεθειμένη να τραβήξει το σκοινί της έντασης δείχνει η Άγκυρα, καθώς ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν και οι υπουργοί του κλιμακώνουν τις προκλητικές δηλώσεις κατά της Ελλάδας, αδιαφορώντας ακόμη και για την παρέμβαση της Ευρώπης, αφού η έκθεση προόδου του Ευρωκοινοβουλίου για την Τουρκία συνιστά κόλαφο και ένα σαφές μήνυμα προς την Άγκυρα ότι θα πρέπει ν’ αλλάξει ρότα. Οι απαντήσεις όμως από την πλευρά της Αθήνας και η αποστροφή του Κυριάκου Μητσοτάκη ότι η Τουρκία καλό θα είναι να μην επιχειρήσει τη μεταφορά της έντασης από τη ρητορική της στο πεδίο, δείχνει ξεκάθαρα πως η ανησυχία ακόμη και για ένα θερμό επεισόδιο είναι έντονη.
Ο τρόπος άλλωστε με τον οποίο η Τουρκία επιδιώκει να επιβάλει τη δική της ατζέντα και να αμφισβητήσει κεκτημένα του Διεθνούς Δικαίου και των διεθνών συμβάσεων που ισχύουν για δεκαετίες, είναι εξοργιστικός. Ιδίως οι ισχυρισμοί περί αποστρατιωτικοποίησης των νησιών του Ανατολικού Αιγαίου, αλλά και ότι η Ελλάδα είναι εκείνη που προκαλεί και… απειλεί την κυριαρχία της Τουρκίας. Ακολουθεί με άλλα λόγια την τακτική «άσπρο – μαύρο», επιχειρώντας να διαστρεβλώσει την πραγματικότητα και να την παρουσιάσει όπως εκείνη επιθυμεί – ορμώμενη ασφαλώς και από αναθεωρητικές τάσεις που ενίσχυσε η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία.
Το κρίσιμο ερώτημα σε κάθε περίπτωση είναι έως πού μπορούν να φτάσουν οι προκλήσεις και οι απειλές της Άγκυρας και εάν θα επαναληφθεί ένα «θερμό» καλοκαίρι όπως αυτό του 2020, όταν χρειάστηκε η μεσολάβηση του Βερολίνου για ν’ αποτραπεί ακόμη και μια σύρραξη στο Αιγαίο, με τα ερευνητικά σκάφη που έβγαλε για… τσάρκα η Τουρκία. Η προσδοκία για την εξέλιξη της τουριστικής κίνησης αποτελεί -θεωρητικά- έναν ανασταλτικό παράγοντα, ωστόσο η παρότρυνση ακόμη και της αντιπολίτευσης προς τον Ερντογάν προκειμένου να πάρει μέτρα εναντίον της Ελλάδας -όπως χαρακτηριστικά υποστηρίζουν- προβληματίζει για
τη συνέχεια και κυρίως για τα όρια που μπορεί να έχει αυτή η σύγκρουση. Η οποία, ευτυχώς, μέχρι στιγμής, παραμένει σε λεκτικό επίπεδο.