Με την εξάλειψη της σπατάλης το Δημόσιο θα μπορέσει να εξοικονομήσει 1,2% με 2,2% ετησίως ή περισσότερα από 30 δισ. ευρώ στην προοπτική μίας δεκαετίας. Ο Γ. Προβόπουλος εκφράζει την ανησυχία του για τα υψηλά «δίδυμα» ελλείμματα που αντιμετωπίζει η χώρα (δημοσιονομικό και στο εξωτερικό ισοζύγιο πληρωμών) καθώς, όπως επισημαίνει, οι χώρες εκείνες που χαρακτηρίζονται από το συνδυασμό αυτό, των ελλειμμάτων και των χρεών, αντιμετωπίζουν σοβαρό κίνδυνο να είναι πολύ δυσχερέστερη και πιο αργή η έξοδος τους από την κρίση και να υπάρξει έτσι παρατεταμένη περίοδος χαμηλών ρυθμών ανάπτυξης. Γι’ το λόγο αυτό, επείγει η άμεση εφαρμογή ενός μεσοπρόθεσμου σχεδίου που θα περιλαμβάνει τολμηρές αλλά αναγκαίες μεταρρυθμίσεις.
Συρρίκνωση του ΑΕΠ
Αναφορικά με την πορεία της οικονομίας, η ΤτΕ προβλέπει ότι το ΑΕΠ της χώρας θα συρρικνωθεί φέτος κατά 1% ή και περισσότερο. Η υποχώρηση της οικονομικής δραστηριότητας θα έχει ως αποτέλεσμα τον περιορισμό της απασχόλησης κατά 1,5% και την εκτίναξη της ανεργίας στο 9%. Ο πληθωρισμός εκτιμάται ότι θα κυμανθεί στο 1% με 1,3% και το έλλειμμα του Ισοζυγίου Τρεχουσών Συναλλαγών θα περιοριστεί στο 11% του ΑΕΠ.
Η ΤτΕ συστήνει την ταχεία εφαρμογή διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων, για να ενισχυθούν οι παραγωγικές δυνατότητες της οικονομίας και η απασχόληση. Οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις πρέπει να έχουν κεντρική επιδίωξη τη σταθερή βελτίωση της παραγωγικότητας και της ανταγωνιστικότητας, την αύξηση του ποσοστού απασχόλησης, καθώς και τη δημιουργία των προϋποθέσεων για τη μόνιμη και οριστική εξυγίανση των δημόσιων οικονομικών, την παγίωση συνθηκών που θα ευνοούν τη δημιουργία νέων επιχειρήσεων, την ενδυνάμωση των εξαγωγών, την εισροή ξένων άμεσων επενδύσεων και τη δημιουργία θέσεων εργασίας στον ιδιωτικό τομέα. Απαραίτητη προϋπόθεση οι μεταρρυθμίσεις πρέπει να στηρίζουν αποτελεσματικά μια μακροπρόθεσμα βιώσιμη ανάπτυξη που σέβεται και προστατεύει το περιβάλλον και ενισχύει την κοινωνική συνοχή.
Αποτελεσματικότερος δημόσιος τομέας
Οι κυριότερες κατευθύνσεις διαρθρωτικής πολιτικής αφορούν στην εξυγίανση του δημόσιου τομέα και τη βελτίωση της αποτελεσματικότητάς του, και την ενίσχυση της παραγωγικής βάσης μέσω των επενδύσεων. Όπως υπογραμμίζεται στην Έκθεση χαρακτηριστικά, η αντίληψη ότι στο κράτος ανήκει ο ρόλος του “διασώστη” και τα συχνά παραδείγματα μη τήρησης των νόμων που θεσπίζονται (λόγω πιέσεων από ομάδες συμφερόντων) υποδηλώνουν ότι δεν πρέπει να θεωρείται δεδομένη η επιτυχία ορισμένων μέτρων απλώς και μόνο επειδή νομοθετήθηκαν.
Η θεμελίωση συνθηκών που ευνοούν τη δημιουργία νέων επιχειρήσεων ή την επέκταση ήδη υπαρχουσών, θα διευκολύνει τις επιβαλλόμενες από τις εξελίξεις αλλαγές στη σύνθεση της οικονομικής δραστηριότητας.
Τέλος συστήνεται ότι η αναμόρφωση του ασφαλιστικού συστήματος πρέπει επίσης, να προχωρήσει με τολμηρά βήματα, δεδομένου ότι μακροπρόθεσμα οι δημοσιονομικές επιπτώσεις από τη γήρανση του πληθυσμού αποτελούν ένα οξύτατο διαρθρωτικό πρόβλημα.