Τη «ζοφερή οικονομική κατάσταση του Δήμου» θέλησε να περιγράψει ο προηγούμενος αντιδήμαρχος Οικονομικών Παναγιώτης Μπόλλας στην έγγραφη παρέμβαση που έκανε στο Δημοτικό Συμβούλιο της Τρίτης 17 Μαρτίου. Παρακάτω παρατίθεται αυτούσια η επιστολή που διάβασε στο Σώμα:
«Είναι γνωστό παγκοίνως ότι τα οικονομικά των Δήμων όχι μόνο δεν βρίσκονται στο καλύτερο σημείο τους, αλλά στο πλείστον των περιπτώσεων, η οικονομική πενία των Δήμων απειλεί πλέον σοβαρά ακόμα και την ίδια την ύπαρξή τους και τη συνέχιση της λειτουργίας τους.
Ιδιαίτερα στον Δήμο μας και μετά από τις τελευταίες αποφάσεις της κυβέρνησης, αλλά και με τα νομοσχέδια που ψηφίζονται και που καταργούν τα από δεκαετιών θεσμοθετημένα έσοδα, καθώς επίσης και οι όλο αυξανόμενες επιβαρύνσεις, οι οποίες επιβάλλονται από τις κυβερνητικές αποφάσεις, καθιστούν την οικονομική κατάστασή του κάτι παραπάνω από ζοφερή.
Συγκεκριμένα και από την 01/01/2007 και εντεύθεν, ο Δήμος μας είναι υποχρεωμένος να καταβάλλει πλήρως τη μισθοδοσία των σχολικών φυλάκων, οι οποίοι μέχρι τότε ήταν πλήρως επιδοτούμενη και η οποία αγγίζει τις 250.000 ευρώ ανά έτος, κάτι που σημαίνει ότι ο Δήμος μας για να αναπληρώσει αυτού του μεγέθους την οικονομική επιβάρυνση θα έπρεπε να αυξήσει τα δημοτικά τέλη κατά 12,5%.
Η μισθοδοσία των 7 υπαλλήλων που λειτουργούν το πρόγραμμα του Βρεφονηπιακού Σταθμού, η οποία ανέρχεται στις 108.000 ευρώ και που από το περασμένο καλοκαίρι βαρύνει εξ ολοκλήρου τον Δήμο μας, είναι βέβαιο ότι θα τον υποχρέωνε σε περαιτέρω αύξηση των δημοτικών τελών κατά 5% σε περίπτωση που γινόταν προσπάθεια αναπλήρωσης αυτής της νέας επιβάρυνσης.
Το νέο πρόσφατο «δώρο» της κυβέρνησης σχετικά με την αναδρομική αύξηση των εξόδων κίνησης των δημοτικών υπαλλήλων, ύψους 110.000 ευρώ, σημαίνει ότι ο Δήμος μας θα έπρεπε να αυξήσει ακόμα κατά 5,5% τα δημοτικά τέλη, προκειμένου να αντιμετωπίσει και αυτή τη νέα δαπάνη κοινωνικής πολιτικής της κυβέρνησης, η οποία αποφάσισε να προβεί σε κάτι τέτοιο, όχι από τα κρατικά ταμεία, αλλά από τα ισχνά ταμεία της Τοπικής Αυτοδιοίκησης.
Το αποκορύφωμα, βέβαια, αυτής της πολιτικής είναι η κατάργηση του φόρου παρεπιδημούντων, κάτι το οποίο θα μειώσει τα έσοδα του Δήμου μας κατά 100.000 ευρώ ανά έτος, πράγμα το οποίο θα επέφερε αύξηση των δημοτικών τελών κατά 5%, σε περίπτωση που ο Δήμος μας ήθελε να αναπληρώσει και αυτή τη νέα απώλεια.
Από την άλλη πλευρά, η υποχρεωτική αναδιάρθρωση των δημοτικών επιχειρήσεων και η απορρόφηση του πλεονάζοντος προσωπικού από τον Δήμο μας θα επιβαρύνει κατά 260.000 ευρώ ανά έτος το Δημοτικό Ταμείο, κάτι που θα αντιστοιχούσε με αύξηση των δημοτικών τελών κατά 13%.
Με δεδομένο το γεγονός ότι από τα επίσημα στοιχεία του Δήμου προκύπτει ότι η παρούσα δημοτική αρχή παρέλαβε την 01/01/2007 επίσημο χρέος προς τρίτους 3.400.000 ευρώ, καθώς και τα δάνεια που ανέρχονταν στα 7.000.000 ευρώ, γίνεται αυτομάτως αντιληπτό, ότι ο Δήμος μας δεν θα μπορούσε να λειτουργήσει, εάν δεν προχωρούσε στην αναχρηματοδότηση με τριετή περίοδο χάριτος αυτών των δανείων. Αλλά και άλλα άδηλα χρέη που εμφανίστηκαν αργότερα, όπως π.χ. οι οφειλές προς δικηγόρους ύψους 68.000 ευρώ, η οφειλή για κυκλοφοριακή μελέτη ύψους 15.000 ευρώ και οι από το 2001 οφειλές κατανάλωσης ρεύματος για το Πολιτιστικό Κέντρο «Μελίνα Μερκούρη» ύψους 25.000 ευρώ, επιβαρύνουν ακόμη περισσότερο την οικονομική κατάσταση του Δήμου μας, όπως επίσης και η τραγική κατάσταση του μηχανολογικού εξοπλισμού του Δήμου, του οποίου η μερική ανανέωση είναι βέβαιο ότι θα στοιχήσει στον Δήμο μας τουλάχιστον 1.000.000 ευρώ.
Από την άλλη πλευρά, οι αυξήσεις και οι ωριμάνσεις των μισθών του προσωπικού, η εκτίναξη στα ύψη των λειτουργικών δαπανών και των καυσίμων, επιφέρουν έτος με το έτος ακόμη μεγαλύτερη στενότητα στο Δημοτικό Ταμείο.
Πέραν όμως όλων αυτών, εκείνο που πρέπει να σημειωθεί είναι η με σχέδιο και με πρόγραμμα κατάργηση της αυτοτέλειας της Τοπικής Αυτοδιοίκησης, η οποία επιχειρείται με τη συρρίκνωση των πόρων προς αυτήν, έτσι ώστε οι αιρετές δημοτικές αρχές να γίνονται επαίτες στα γραφεία των διορισμένων, οι οποίοι θα έχουν την ευχέρεια να λειτουργήσουν επιλεκτικά και κατά περίσταση προς την τάδε «φιλική» ή προς τη δείνα «μη φιλική» δημοτική αρχή, με αποτέλεσμα η Τοπική Αυτοδιοίκηση να φαίνεται τυπικά αυτοτελής, αλλά στην ουσία να είναι ποδηγετούμενη».