Το ευρύ κοινό την γνώρισε μέσα από την τηλεοπτική σειρά «Ευτυχισμένοι μαζί» (2007-2009). Μετά από λίγα χρόνια αναδείχτηκε νικήτρια στον τηλεοπτικό διαγωνισμό «Dancing on Ice» (2011). Εξίσου αξιοπρόσεχτη, ωστόσο, είναι και η θεατρική της παρουσία, καθώς τα τελευταία 15 χρόνια έχει συμμετάσχει σε πλήθος παραστάσεων. Αυτό το καλοκαίρι τη βρίσκουμε κάθε Παρασκευή, Σάββατο και Κυριακή στο θέατρο «Αθηνά» στον ρόλο της Μιράντα στο ψυχολογικό θρίλερ «Ο συλλέκτης». Έναυπέροχο έργο με διαρκή υπόγεια ένταση, το οποίο βασίζεται στο ομώνυμο καθηλωτικό μυθιστόρημα του Τζον Φόουλς.
Η Ιωάννα Πηλιχού μας συστήνει τόσο τον δικό της ρόλο όσο και αυτό το λεπτά επεξεργασμένο ψυχογράφημα δύο χαρακτήρων που ξεδιπλώνεται επί σκηνής, σε μια τόσο δύσκολη για το θέατρο και τον Πολιτισμό γενικότερα, περίοδο.
Συνέντευξη: Τάσος Μεργιάννης
Ο «Συλλέκτης» είναι ένα από τα λίγα θεατρικά έργα που γλίτωσαν από τη λαίλαπα του κορωνοϊού, καθώς ευτύχησε να συνεχίσει τις παραστάσεις του και μετά το άνοιγμα των θεατρικών χώρων. Πώς έζησες αυτήν την εναλλαγή συναισθημάτων από την παύση στην εκ νέου εγρήγορση;
Με τον Αργύρη (σ.σ. Αγγέλου) είχαμε ξεκινήσει τις παραστάσεις του έργου στο θέατρο «Άλμα» τον περασμένο Μάρτιο. Προλάβαμε να παίξουμε μόλις δυο φορές πριν το lockdown, οπότε σταματήσαμε αρκετά πιο πριν από τον προγραμματισμένο χρόνο ολοκλήρωσης των παραστάσεων. Ευτυχώς, τελικά μας δόθηκε η ευκαιρία να συνεχίζουμε αυτό το υπέροχο έργο σε ένα θερινό θέατρο στην καρδιά της πόλης.
Νιώθεις τυχερή που έχεις δουλειά στο πιο δύσκολο θεατρικά καλοκαίρι όλων των εποχών;
Από τη μια νιώθω τυχερή -γιατί πράγματι φέτος είναι ένα δύσκολο και περίεργο καλοκαίρι- και από την άλλη νιώθω ευλογημένη που είμαι στη συγκεκριμένη δουλειά.
Όταν διάβασες για πρώτη φορά το σενάριο, τι σκέφτηκες; Τι ήταν αυτό που σου άρεσε πιο πολύ στο έργο;
Πρώτα απ’ όλα με κέρδισε η υπόθεση. Μιλάμε για ένα ρεαλιστικό έργο, κάτι που μπορεί να συμβαίνει στο διπλανό σπίτι ή να ακούσεις στις ειδήσεις. Κάτι εξίσου σημαντικό ήταν οι συντελεστές της παράστασης. Ο Αργύρης είναι ένας από τους καλύτερους συναδέλφους με τους οποίους έχω δουλέψει. Τον εκτιμώ απεριόριστα και ήταν ένας σημαντικός λόγος για να πω κατευθείαν το «ναι» σ’ αυτή τη δουλειά. Είναι η πρώτη φορά που συνεργάστηκα με τον Αλέξανδρο Κοέν (σ.σ. σκηνοθέτης και μεταφραστής του έργου) και εύχομαι να τα φέρει έτσι το σύμπαν, ώστε να δουλεύω μαζί του συνέχεια, γιατί η συνεργασία μας είναι ευλογία.
H Μιράντα, την οποία υποδύεσαι, είναι μια κοπέλα μορφωμένη και μεγαλοαστή. Από την άλλη, ο απαγωγέας της, ο Κλεγκ, είναι ένας ακαλλιέργητος, μικροαστός. Ποιο είναι το κίνητρό του;
Το κίνητρό του, τουλάχιστον όπως το αντιλαμβάνεται στο κεφάλι του, είναι αγνό. Έχει ερωτευτεί τη Μιράντα και θεωρεί ότι ο καλύτερος τρόπος για να τον ερωτευτεί κι αυτή είναι να την απαγάγει, να μείνουν κάπου μόνοι τους και με τον καιρό να την κάνει να τον αγαπήσει. Στην ουσία πρόκειται για ένα αρρωστημένο κίνητρο, καθώς μιλάμε για έναν ανένταχτο κοινωνικά άνθρωπο.
Πώς θα περιέγραφες τη σχέση των δυο αυτών ηρώων;
Περνάει από διάφορά κύματα. Άλλες φορές είναι τεταμένη με μια λεκτική και σωματική επιθετικότητα να συνοδεύουν κάποιες πιο σκληρές σκηνές. Άλλοτε, πάλι, είναι φαινομενικά φυσιολογική και κάποιες άλλες φορές η Μιράντα δείχνει να έχει το πάνω χέρι, σε σημείο που γίνεται έως και αντιπαθής. Γενικά, οι ρόλοι εναλλάσσονται. Τη μια γίνεται ο ένας θύτης και ο άλλος το θύμα και την επομένη το αντίστροφο.
Πώς γίνεται μια κοπέλα που πέφτει θύμα απαγωγής να χαρακτηρίζεται «θύτης»;
Όταν βρίσκεσαι εγκλωβισμένος σε ένα τσιμεντένιο υπόγειο, δεν ξέρεις ακριβώς ποιος εαυτός θα σου βγει. Επίσης, η Μιράντα έχει τα δικά της «θέματα» που έχουν να κάνουν με το πώς είναι μεγαλωμένη. Είναι ένα κορίτσι που έχει μάθει να παίρνει αυτό που θέλει και να κουμαντάρει τους ανθρώπους. Όταν αυτό δεν περνάει με τον Κλεγκ, βγάζει στην επιφάνεια έναν εαυτό που ούτε η ίδια έχει συνειδητοποιήσει ότι υπάρχει.
Είναι μια παράσταση δύσκολη για έναν ηθοποιό τόσο ψυχικά όσο και σωματικά. Πώς καταφέρνεις και αποφορτίζεσαι;
Θέλω τον χρόνο μου για να αποφορτιστώ, με αποτέλεσμα μετά από κάθε παράσταση να κοιμάμαι αρκετά αργά. Πρόκειται για ένα έργο – κατάθεση ψυχής. Δεν είναι ότι πιο απλό μετά να πέσουν οι τόνοι, να φύγει η ένταση και το άγχος και να καταφέρεις να χαλαρώσεις.
Θα έλεγες ότι είναι αυτός ο ρόλος ό,τι καλύτερο έχεις κάνει στο θέατρο;
Σίγουρα ανήκει στην κατηγορία των καλύτερων έργων που έχω παίξει.
Υπάρχουν θεατρικοί ρόλοι που ονειρεύεσαι;
Δεν μπορώ να πω ακριβώς ότι «ονειρεύομαι». Προτιμώ τα πράγματα να έρχονται αναπάντεχα για να τα χαίρομαι και περισσότερο. Ένας από τους ρόλους του παγκόσμιου ρεπερτορίου που μου αρέσει είναι η «Λαίδη Μάκβεθ».
Είναι αλήθεια ότι αποφάσισες να ασχοληθείς με την υποκριτική εντελώς τυχαία, περνώντας έξω από μια δραματική σχολή;
Ναι, είναι αλήθεια. Μέχρι τότε δεν μου είχε περάσει από το μυαλό να ασχοληθώ με την υποκριτική. Σπούδαζα στο τμήμα Βαλκανικών, Σλαβικών και Ανατολικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Μακεδονίας. Μια ημέρα, εκεί που περπατούσα μιλώντας στο τηλέφωνο, σήκωσα το κεφάλι μου και είδα μια ταμπέλα που έγραφε «Σχολή
Θεάτρου». Εκεί κάτι ξύπνησε μέσα μου και είπα «αυτό θέλω να κάνω στη ζωή μου». Στη συνέχεια σπούδασα υποκριτική στη σχολή του Ροντίδη και στο Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδας.
Ποια ήταν η επαφή σου με το θέατρο μέχρι τότε;
Μεγάλωσα στο Αλιβέρι της Εύβοιας. Αν υπολογίσεις και το γεγονός ότι δεν προέρχομαι από καλλιτεχνική οικογένεια, καταλαβαίνεις ότι δεν υπήρχε η δυνατότητα να πηγαίνω συχνά στο θέατρο.
Εκτός από Ελληνικά, μιλάς άλλες έξι γλώσσες. Πώς ξεκίνησε αυτή η γλωσσομάθεια;
Θεωρώ ότι είναι κάτι έμφυτο. Έχω μια τρέλα με τις γλώσσες! Μακάρι να μπορούσα να μιλάω όλες τις γλώσσες του πλανήτη. Οι σπουδές μου είχαν να κάνουν τόσο με ξένες γλώσσες όσο και γνώσεις περί κοινωνικοοικονομικών. Στη σχολή διδάχτηκα Ρωσικά, Τουρκικά και Αραβικά, ενώ μιλώ ακόμα Αγγλικά, Γερμανικά και Ισπανικά.
Σε αγχώνει το γεγονός ότι στο επάγγελμά σου πρέπει να ψάχνεις για δουλειά δυο φορές τον χρόνο;
Είναι ένα μεγάλο άγχος αυτό στη δουλειά μας. Ουσιαστικά, κάθε σεζόν οι ηθοποιοί είναι άνεργοι. Επίσης, πολλές φορές δεν πληρωνόμαστε στην ώρα μας ή για τις πρόβες.
Θα σε ενδιέφερε η προοπτική μιας διεθνούς καριέρας;
Είναι πολύ δύσκολο να κάνεις καριέρα σε χώρες στις οποίες υπάρχουν εκατομμύρια σαν κι εσένα. Πρέπει να τρέχεις συνεχώς σε κάστινγκ χωρίς οι πιθανότητες να είναι με το μέρος σου και φυσικά αυτό προϋποθέτει να μένεις μόνιμα έξω.
Ποιο είναι το μεγαλύτερό σου όνειρο;
Να μπορώ να βιοπορίζομαι από την υποκριτική κάνοντας δουλειές που αγαπάω και νιώθω χαρούμενη και ευλογημένη να συμμετέχω σ’ αυτές. Όπως είναι ο «Συλλέκτης»
Ο «Συλλέκτης» του Τζον Φόουλς
Μετά την περσινή επιτυχημένη πορεία του, το καθηλωτικό μυθιστόρημα του Τζον Φόουλς επιστρέφει στη σκηνή του Θεάτρου «Αθηνά» στη διασκευή του Μαρκ Χήλυ, σε μια παράσταση μ’ έντονο το στοιχείο του ψυχολογικού θρίλερ. «O συλλέκτης» (1963), το πρώτο μυθιστόρημα του Τζον Φόουλς, τον καθιέρωσε δικαίως στην παγκόσμια λογοτεχνία ως έναν από τους σημαντικότερους πεζογράφους. Η ένταση και το σασπένς που δημιουργεί παραπέμπουν ξεκάθαρα σ’ ένα κορυφαίο θρίλερ, όπου ο θεατής οδηγείται σε μια ύπουλη ταύτιση με τον Κακό και τον Καλό ταυτόχρονα.
Το έργο παρακολουθεί τον Κλεγκ, έναν ανήσυχο και φιλόδοξο νεαρό ταπεινής καταγωγής, που έχασε τους γονείς του μικρός, μεγάλωσε με μια θεία του και την ανάπηρη κόρη της και δεν κατάφερε ποτέ να ενταχθεί κοινωνικά. Μοναδική του διέξοδος η συλλογή πεταλούδων. Όταν θα κερδίσει ένα λαχείο, θ’ απαγάγει και θα φυλακίσει για έναν μήνα τη Μιράντα, μια νεαρή φοιτήτρια Καλών Τεχνών, με την οποία τον χωρίζουν έντονες κοινωνικές διαφορές.
Τα αισθήματα του θεατή εναλλάσσονται, ενώ κανονικά θα έπρεπε να είναι σταθερά· εκείνη είναι το θύμα κι εκείνος ο θύτης. Αυτή είναι η βασική δύναμη της αφήγησης του Φόουλς. Ο Κλεγκ είναι ένας άνθρωπος εμμονικός -σχεδόν αμόρφωτος- άσχετος από τέχνη, πολιτική, φιλοσοφία· ένας άνδρας που αρνείται να «διδαχτεί» οτιδήποτε από εκείνη.
Η Μιράντα είναι μια λαμπερή πεταλούδα, ταλαντούχα ζωγράφος, συναναστρέφεται καλλιτέχνες – λίγο υπεροπτική, σίγουρα έξυπνη. Στην κανονική ζωή δεν θα καταδεχόταν ούτε να τον κοιτάξει. Ωστόσο για ανθρώπους σαν κι αυτόν δεν υπάρχει γιατρειά: ο Κλεγκ θα παραμείνει συλλέκτης για πάντα. Με αφορμή αυτή την αναγκαστική συνύπαρξη, παρακολουθούμε τη διαμάχη ανάμεσα στις διαφορετικές επιθυμίες και επιδιώξεις των δύο αυτών ανθρώπων, με έμφαση σ’ έννοιες όπως η εμμονή και η εξάρτηση. Ο Φόουλς, πραγματεύεται το θέμα της άσκησης εξουσίας, και στήνει μια μάχη, όπου εκείνος τη δυναστεύει καταργώντας τη σωματική της ελευθερία, ενώ εκείνη τού επιβάλλεται με τη νοημοσύνη της.
Συντελεστές:
Μετάφραση – Σκηνοθεσία: Αλέξανδρος Κοέν
Ερμηνεύουν: Αργύρης Αγγέλου, Ιωάννα Πηλιχού
Σκηνικά – Κοστούμια: Γιάννης Αρβανίτης
Φωτισμοί: Αλέξανδρος Αλεξάνδρου
Βοηθός σκηνοθέτη: Δανάη Σταματοπούλου
Βοηθός σκηνογράφου: Αναστασία Δημουλάκη
Styling: Σοφία Δριστέλα
Επικοινωνιακό υλικό – Artwork: Κάρολος Πορφύρης
Σκηνοθεσία τρέιλερ παράστασης:Μάκης Τσούφης
Φωτογράφιση παράστασης: 77 Films
Μακιγιάζ – Κομμώσεις: Θάνος Βογιατζής.
INFO:
Θέατρο Αθηνά: Δεριγνύ 10
Τηλέφωνο: 210 8237330
Ημέρες και ώρες παραστάσεων: Παρασκευή, Σάββατο και Κυριακή στις 21.30
Τιμές εισιτηρίων: 14 ευρώ (κανονικό), 10 ευρώ (μειωμένο)
Προπώληση εισιτηρίων στο ταμείο του θεάτρου – Viva.gr. (ως 06 Σεπτεμβρίου).