Συνέντευξη: Γιώργος Αράπογλου
Yπέρμαχος του δημόσιου χαρακτήρα και της ελεύθερης πρόσβασης προς όλους στις υπηρεσίες Υγείας, διοικητής ενός από τα ελάχιστα νοσοκομεία της χώρας που θεωρούνται πρότυπα λειτουργίας και υποστηρικτής των συνεργασιών και της αλλαγής νοοτροπίας, συνοψίζει τη λύση για την ανάκαμψη στο πιο νευραλγικό στοιχείο της κοινωνίας στο τρίπτυχο: εξορθολογισμός δαπανών, στελέχωση των μονάδων και ηθικοποίηση του συστήματος.
Κλείνοντας δυο χρόνια στο τιμόνι του Κωνσταντοπούλειου Νοσοκομείου, γνωστότερου στο κοινό ως «Αγία Όλγα», ο διοικητής Μιχάλης Κούρτης μίλησε στην ΑΜΑΡΥΣΙΑ για την πρώτη απολογιστική συνάντηση που έγινε, παρουσία του υπουργού Υγείας Ανδρέα Ξανθού, την κατάσταση σήμερα στα ελληνικά νοσοκομεία, τις προτάσεις και το όραμά του, αλλά και την θέση του για ένα νέο «Κοινωνικό Συμβόλαιο» που θα βγάλει την χώρα από την περίοδο της κρίσης.
«Πιστεύουμε και επιδιώκουμε τον δημόσιο χαρακτήρα των υπηρεσιών. Η Αρχή του ιδρυτικού νόμου του Ε.Σ.Υ. του 1986 έλεγε ότι ο σκοπός ενός Εθνικού Συστήματος Υγείας είναι η παροχή Υπηρεσιών Υγείας ισότιμα για όλους. Αυτός είναι ο χαρακτήρας που πρέπει να έχει ένα δημόσιο σύστημα υγείας και αυτό επιδιώκεται. Αυτό αποφασίσαμε οι διοικήσεις των νοσοκομείων ότι πρέπει να γίνει κτήμα των πολιτών, στους οποίους απευθυνόμαστε», αναφέρει ξεκινώντας ο διοικητής, τονίζοντας τη σημασία να είναι ο πολίτης ενημερωμένος για το πού να απευθυνθεί.
«Να ξέρει ότι έχει κοντά του έναν οργανισμό που προσπαθεί μέσα σε κατάσταση πολύ σοβαρής κρίσης που αποδείχθηκε ότι δεν ήταν απλά οικονομική, αλλά οδηγήθηκε να είναι μια σοβαρή κοινωνική κρίση. Αποτέλεσμά της ήταν να χαθεί η κοινωνική συνοχή. Η επιδίωξη ήταν από το καλοκαίρι του ’15 και μετά να αρθούν οι συνέπειες της μεγάλης αυτής κρίσης που κρατούσε τότε ήδη αρκετά χρόνια. Και ειδικά για το Σύστημα Υγείας της χώρας, το είχε φέρει στα όρια της κατάρρευσης», σημειώνει, εξηγώντας πως σημαντικός πυλώνας της αποφυγής της κατάρρευσης ήταν οι θυσίες που έκαναν οι εργαζόμενοι στον χώρο των Υπηρεσιών Παροχής Υγείας, να κρατήσουν όσο γίνεται το επίπεδο».
Οι πρώτες παρεμβάσεις
Στη συνέχεια αναφέρθηκε στις κινήσεις που έγιναν για την ανακούφιση των χαμηλοεισοδηματιών.
«Ο νόμος που εξασφάλιζε υπηρεσίες υγείας δωρεάν για όλους τους ανασφάλιστους που εκείνη την εποχή ήταν περίπου 3,5 εκατομμύρια. Οι περισσότεροι από αυτούς ήταν φτωχοποιημένα στρώματα, άνθρωποι που είχαν αξιοπρεπείς ασφαλιστικές συνθήκες και τις έχασαν. Αυτό ήταν το μεγάλο πρόβλημα που δημιούργησε η κρίση. Έπρεπε να γίνει κάτι. Εξασφαλίστηκε η δωρεάν πρόσβασή τους στις δημόσιες υπηρεσίες υγείας μόνο με τον ΑΜΚΑ.
Το δεύτερο ήταν ένας αγώνας δρόμου για να σταματήσει η υποστελέχωση. Αυτό έγινε με γενναίες παρεμβάσεις. Μια από αυτές ήταν να ενεργοποιηθούν παλιές προκηρύξεις που είχαν ανασταλεί λόγω των Μνημονίων, να ενεργοποιηθεί πιο εντατικά ο θεσμός των επικουρικών γιατρών και σιγά σιγά να αρχίσει να αλλάζει η εικόνα της δραματικής υποστελέχωσης».
Πώς καλύπτεται το κόστος σε μια μνημονιακή χώρα τον δέκατο χρόνο της κρίσης; Η απάντηση είναι ξεκάθαρη:
«Με πάρα πολύ κόπο και με τη συνεργασία του προσωπικού προσπαθούμε να μη μειώσουμε το επίπεδο των παρεχομένων υπηρεσιών. Αυτό στην Ελλάδα έχει χώρο για να γίνει. Εξορθολογισμός των δαπανών, όχι σπατάλη. Υπάρχει περιθώριο, εφόσον σταματήσει η σπατάλη που, για να μην κρυβόμαστε, πολλές φορές ήταν σκόπιμη. Δημιουργούσε τεχνητές ανάγκες για λόγους διαφθοράς. Δεν είναι καθόλου εύκολο, αλλά προσπαθούμε να εξοικονομούμε πόρους ούτως ώστε να διασπείρονται σε όλο τον κόσμο, να μην είναι μόνο σε λίγους».
Ο Μ. Κούρτης αντιδρά στην επισήμανση πως ο κόσμος διαμαρτύρεται πως σε ορισμένα νοσοκομεία δεν έχουν ούτε τα απαραίτητα υλικά, τονίζοντας πως αυτό είναι προϊόν σκόπιμης παραπληροφόρησης.
«Είναι ένας κακός μύθος. Μια πάρα πολύ κακή παραπληροφόρηση του χειρότερου είδους. Δεν υπάρχει σήμερα νοσοκομείο που, όπως γράφουν, λείπουν σεντόνια και γάζες. Είναι αστείο. Η δαπάνη για αυτά είναι πολύ μικρή. Είναι πάρα πολλά τα πεδία στα οποία υπάρχει περιθώριο περιορισμού της σπατάλης, όπως το χαρτί και τα παρελκόμενά του, που η δαπάνη είναι πολύ μεγάλη. Δυστυχώς, υπάρχει μια κακώς εννοούμενη αντιπολιτευτική τακτική που δεν έχει καμία πραγματική βάση. Πράγματι, η κρίση δημιούργησε κατάσταση κατάρρευσης του Συστήματος. Δεν μπορεί όμως να επιλέγεται μια αντιπολιτευτική τακτική αυτού του τύπου. Πάει να δημιουργήσει ένα αίσθημα ανασφάλειας στον κόσμο; Τι θα κερδίσει; Πουθενά και σε κανένα νοσοκομείο στις ανοικτές συγκεντρώσεις με συμμετοχή κοινού, δεν τέθηκε θέμα τέτοιου είδους ελλείψεων. Το πρόβλημα είναι στην υποστελέχωση που είναι και το δυσκολότερο να λυθεί. Δεν είναι πολύ εύκολο με τους νόμους που ισχύουν στη χώρα να βρεις ανθρώπους και να τους βάλεις αμέσως να δουλέψουν στα νοσοκομεία. Σαφώς δεν θέλεις σε ένα τμήμα με 30 νοσηλευτικά κρεβάτια να έχεις μια νοσοκόμα τη νύχτα. Δεν έχεις άλλες, όμως, και δεν μπορείς να πάρεις. Δεν είναι δικαιολογία. Αυτή είναι η πραγματικότητα. Όταν μιλάμε για εργαζόμενους, χρειάζονται να πάρουν ρεπό, άδειες, άδειες κυήσεως. Θα το υπολογίσεις αυτό. Η διαχείριση του ανθρώπινου δυναμικού είναι η δυσκολότερη διοικητική διαδικασία. Και εξαρτάται από τη δραστηριότητα που τους χρειάζεσαι. Δεν είναι το ίδιο ένα νοσοκομείο που ειδικεύεται σε βαριά περιστατικά που χρειάζεται ο ασθενής να μείνει καιρό κλινήρης με αυτά που υπάρχει κινητικότητα και αλλάζουν».
Οι τραγικές εικόνες των εφημεριών και οι προτεινόμενες λύσεις
Αυτή ήταν μια καλή ευκαιρία για να γίνουν ορισμένες απαραίτητες διευκρινίσεις. Γιατί υπάρχουν αυτές οι τραγικές εικόνες τα βράδια των εφημεριών στα νοσοκομεία; Τι γίνεται με τα Επείγοντα;
«Τα τμήματα Επειγόντων περιστατικών των νοσοκομείων, παρά το ότι προβλέπονταν να λειτουργήσουν με έναν συγκεκριμένο τρόπο, ποτέ στην Ελλάδα δεν είχε συμβεί και λειτουργούσαν σαν τμήματα εφημερίας. Το τμήμα Επειγόντων σημαίνει “επείγον” και τίποτα άλλο. Είναι λάθος να είναι στον ίδιο χώρο όλα τα περιστατικά. Και αυτό συμβαίνει γιατί δεν υπάρχει Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγείας. Δεν έχει ο πολίτης σε δύσκολες ώρες να δώσει λύσεις και αναγκαστικά θα πάει στην Εφημερία που θα συναντηθούν τα βαριά ατυχήματα, το οξύ έμφραγμα, το βαρύ εγκεφαλικό και ο απλός πονοκέφαλος. Ερχόμαστε να το διορθώσουμε με την ανάπτυξη των δομών Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας (ΤΟ.Μ.Υ.). Θα έχουν γενικούς γιατρούς, που θα αντιμετωπίζουν όσους για πολύ μικρό πρόβλημα υγείας δεν έχουν πού να απευθυνθούν. Τα τμήματα επειγόντων περιστατικών θα έχουν δικό τους αποκλειστικά προσωπικό που θα είναι μόνο για τα επείγοντα, που σήμερα στην ιατρική είναι βαριές καρδιοαναπνευστικές βλάβες, ατυχήματα, εγκεφαλικά και βαριές καταστάσεις διαταραχών» .
Είναι όμως εύκολη αυτή η περιβόητη ηθικοποίηση του συστήματος;
«Καθόλου. Η παρέμβαση του κράτους είναι περιοριστικού και τιμωρητικού τύπου. Δεν μπορείς να κάνεις κάτι άλλο. Πρέπει να σταματήσουν όλοι αυτοί οι άνθρωποι που χρόνια είχαν μάθει στη διαφθορά. Υπήρξα 40 χρόνια γιατρός στα νοσοκομεία, ακόμα με ρωτούν “τι να δώσουμε στον γιατρό;” Γιατί; Ο γιατρός πληρώνεται στο δημόσιο νοσοκομείο. Καλά; Όχι. Κάκιστα πληρώνεται. Γι’ αυτό υπάρχει και αυτή η τεράστια φυγή νέων γιατρών εξαιρετικά καλά εκπαιδευμένων, ειδικά στις σύγχρονες μεθόδους. Τα Πανεπιστήμια στην Ελλάδα κάνουν καλή δουλειά. Είναι περιζήτητοι σε όλη την Ευρώπη. Φεύγουν γιατί είναι καλοδεχούμενοι, αλλά παίρνουν και κατά πολύ καλύτερες αποδοχές. Πρέπει να το αναστρέψεις. Αυτούς τους νέους ανθρώπους να τους πείσεις να επιστρέψουν, να τους δώσεις καλύτερες αποδοχές, αλλά κυρίως καλύτερες συνθήκες εργασίας. Από εκεί θα ξεκινήσει η ηθικοποίηση του συστήματος».
Η… διαφορά
του Κωνσταντοπούλειου
Το Κωνσταντοπούλειο είναι από τα νοσοκομεία που διατηρεί την καλή του φήμη. Όπως αναφέρει ο διοικητής του, υπάρχει εξήγηση σε συνδυασμό πάντα με διάθεση διατήρησης υψηλού περιεχομένου υπηρεσίες.
«Αυτό το νοσοκομείο είχε μια τύχη. Τη δεκαετία του ʹ80 η Αλίκη Περρωτή, στη μνήμη των γονιών της, αποφάσισε να δώσει ένα μεγάλο ποσό για να γίνει ένα μεγάλο νοσοκομείο στην Αθήνα. Όχι όμως να γίνει μόνο ένα κτίριο. Η επιδίωξή της ήταν να γίνει ένα σύγχρονο νοσοκομείο και ο εξοπλισμός, που ανέλαβε εξ ολοκλήρου, να είναι ο καλύτερος που υπάρχει. Όταν άνοιξε τις πύλες του, είχε τη δυνατότητα από αυτό το ευεργέτημα να παρέχει από την πρώτη στιγμή πολύ υψηλού επιπέδου υπηρεσίες. Ήταν μια πολύ καλή μαγιά».
Επιπλέον, υπήρξαν αξιοσημείωτες ιδιομορφίες.
«Το 2012 η τότε κυβέρνηση υποχρεώθηκε να περιορίσει τον αριθμό των νοσοκομειακών κρεβατιών στη χώρα. Ο προϋπολογισμός των νοσηλευτικών ιδρυμάτων βγαίνει ανάλογα με τις ανάγκες αγοράς υπηρεσιών υγείας και υλικών που εμφανίζονται. Αυτό σημαίνει κάποιες χιλιάδες ευρώ για τον κάθε ασθενή. Οι τεχνικοί σύμβουλοι, που ήμασταν υποχρεωμένοι να έχουμε στην Ελλάδα, είπαν ότι πρέπει να μειωθεί η νοσηλευτική δαπάνη, κάτι που μειώνεται μόνο κόβοντας κρεβάτια. Ακόμα και αν υποθέσουμε ότι είχαν δίκιο, χρειάζεται μια πολύ οργανωμένη επιστημονικά και τεχνικά μελέτη για την περιοχή, τους πληθυσμούς, τους επισκέπτες. Δεν έγινε γιατί η πίεση ήταν τεράστια, οι υπηρεσίες δεν ήταν καθόλου έτοιμες να κάνουν κάτι τέτοιο πιέστηκαν πάρα πολύ, το αποδέχθηκαν και έκλεισαν νοσηλευτικές μονάδες. Δύο από αυτές ήταν στα όρια του δικού μας νοσοκομείου.
Το 7ο Θεραπευτήριο στην οδό Καυτατζόγλου ήταν νοσοκομείο του ΙΚΑ, απαιτήθηκε να κλείσει αμέσως, όπως και όλα τα αντίστοιχα νοσοκομεία, και η δραστηριότητά του να μεταφερθεί στο Ε.Σ.Υ. Οι υπηρεσίες του εντάχθηκαν σταδιακά στη λειτουργία του δικού μας. Είχε μια εξαιρετικά καλά λειτουργούσα μονάδα αιμοκάθαρσης, την οποία η προηγούμενη διοίκηση και συνάδελφοι ενέταξαν με αξιοθαύμαστο τρόπο. Λίγο αργότερα, έκλεισε και το νοσοκομείο των Πατησίων. Πολλές από τις δραστηριότητές του ήρθαν εδώ. Μεταξύ αυτών ένα εξαιρετικά υψηλού επιπέδου οφθαλμολογικό τμήμα που υποχρεωθήκαμε να εντάξουμε χωρίς να έχουμε τους κατάλληλους χώρους. Μας πήρε περίπου ένα χρόνο, το εντάξαμε με τον καλύτερο δυνατό τρόπο, δυστυχώς όμως περιορίστηκαν οι δυνατότητες. Μέσα σε όλα αυτά, πήραμε και γιατρούς και νοσηλευτικό προσωπικό. Έτσι εμφανιζόταν το νοσοκομείο μας ότι από πλευράς προσωπικού είναι επαρκές. Δεν είναι ακριβώς έτσι. Δυστυχώς, με την επιτήρηση στην οποία είμαστε, δεν μπορούσαμε να αντικαταστήσουμε αυτούς που αποχωρούσαν. Στα νοσοκομεία αυτός ο αριθμός είναι απαραίτητος. Δεν περισσεύει κανείς».
Το νοσοκομείο καλύπτει άμεσα όμορους Δήμους και περιοχές όπως Νέας Ιωνίας, Φιλαδέλφειας – Χαλκηδόνας, Ηρακλείου, Πατησίων, Γαλατσίου, Κυψέλης, ακόμα και απομακρυσμένες περιοχές. Όπως εξηγεί ο διοικητής του:
«Αυτό το νοσοκομείο πριν την κρίση είχε αναπτύξει αρκετές δραστηριότητες. Το τμήμα Γενικής Χειρουργικής είχε μια εξειδίκευση στην αντιμετώπιση των όγκων της κοιλιάς. Από τη στιγμή που ένας χώρος παροχής Υπηρεσιών Υγείας έχει εξειδίκευση, δέχεται ανθρώπους από παντού. Πέρα λοιπόν από τον πληθυσμό του οποίου τις άμεσες ανάγκες καλύπτει, εξυπηρετεί και εξειδικευμένες ανάγκες, αυτό που λέμε Τριτοβάθμιου Επιπέδου Περίθαλψη. Μας λείπουν άνθρωποι και κυρίως εξειδικευμένοι».
Οι συνεργασίες
Εκτός, ωστόσο, από την ιδιωτική πρωτοβουλία και την πρόθεση του Υπουργείου να ενισχύσει το νοσοκομείο, σημαντική είναι και η υποστήριξη της Τοπικής Αυτοδιοίκησης.
« Ένα μεγάλο πρόβλημα που δημιουργήθηκε στα νοσοκομεία ήταν η απαξίωση των τεχνικών υπηρεσιών. Στα τέλη της δεκαετίας ’90 ήρθε μια οδηγία από την Ε.Ε., οι περισσότερες υπηρεσίες αυτού του είδους να δίνονται σε ιδιώτες. Ξεκίνησε, όπως τα περισσότερα, χωρίς σοβαρή μελέτη, βρήκαν τυχαίους εργολάβους με συνέπεια να απαξιωθούν. Κτιριακά, τα νοσοκομεία κατέρρευσαν. Αυτό που ξεκινάμε να κάνουμε είναι να επαναφέρουμε όλες αυτές τις υπηρεσίες μέσα στα νοσοκομεία. Δεν γίνεται για κάθε τεχνική δουλειά να περνά ο χρόνος μέχρι να γίνει. Εδώ για πολλές δραστηριότητες ζητάμε τη βοήθεια των Δήμων και μας την παρέχουν στο μέτρο που μπορούν και αυτοί με τις δικές τους περιορισμένες δυνατότητες».
Το όραμα
Κάθε διοίκηση φτάνει κάποια στιγμή στο τέλος της και πάντα τίθεται το ερώτημα: τι θα ήθελε ο ίδιος να γράφει ο τελικός του απολογισμός;
«Ότι αυτή η διοίκηση σεβάστηκε, μέτρησε και προσπάθησε να ικανοποιήσει τις ανάγκες πολύ μεγάλου αριθμού πολιτών. Ευχόμαστε να προχωράει συνεχώς η παροχή υπηρεσιών υγείας προς τον πολίτη έτσι όπως τις είχε διατυπώσει το κίνημα των γιατρών που ήταν υπέρ του ΕΣΥ, να είναι οι υπηρεσίες μέσα στις Μονάδες, να έχουν τη δυνατότητα πρόσβασης όλοι ισότιμα, να είναι υψηλού επιπέδου και δωρεάν για τον πολίτη. Είναι από τις δυσκολότερες επιδιώξεις, όμως εκεί πρέπει πλέον να οδηγηθεί ο κόσμος.
Ο πολίτης ξέρει ακριβώς τι είναι αυτό που θέλει. Δεν πετάει στα σύννεφα. Και μπορούμε με συμφωνία όλων να τα δώσουμε. Κάθε κυβέρνηση και κάθε δημόσιος λειτουργός είναι υποχρεωμένος να κοιτάει προς τα εκεί και να τα προσφέρει. Η θέση μου είναι για να υπηρετώ τον συμπολίτη μου. Πρέπει να το κάνω με τον καλύτερο δυνατό τρόπο».
Μπορεί να αισιοδοξεί ότι θα έρθει αποτέλεσμα;
«Θέλει χρόνο. Υπάρχουν πεδία που χρειάζεται επιτέλους να αφήσουμε κατά μέρος τις θεμιτές σε μια δημοκρατία διαφορές και για τέτοιες διαδικασίες να συμφωνήσουμε για το τι πρέπει να γίνει. Δεν μπορεί να αλλάξει η νοοτροπία τόσο γρήγορα. Αλλά πρέπει να συμφωνήσουμε όλοι ότι δεν τραβάει πια και να προχωρήσουμε σε αλλαγές. Η συναίνεση και συμφωνία απαιτούνται, χωρίς κανένας να καταθέτει την ιδεολογική του ταυτότητα. Αν θέλουμε να βγούμε από αυτή την καταραμένη κρίση, πρέπει να συμφωνήσουμε σε βασικά πράγματα. Ναι, πρέπει να είμαστε αισιόδοξοι, αλλά θέλει χρόνο και συνθήκες που δεν θα είναι κρισιακές και ένα καινούριο “Κοινωνικό Συμβόλαιο”, που θα το αποφασίσει ο κόσμος».