Στα όριά τους, με τις συνθήκες διαβίωσης που δημιουργούνται στην περιοχή, φαίνεται ότι έχουν φτάσει κάτοικοι του Κάτω Χαλανδρίου, οι οποίοι γειτονεύουν με τον καταυλισμό των Ρομά στο Νομισματοκοπείο.
Ρεπορτάζ: Αρετή Κοτσολάκου
Η περιοχή όπου εκτείνεται ο καταυλισμός μπορεί να χαρακτηριστεί ως «φιλέτο», καθώς βρίσκεται πίσω από τον ομώνυμο σταθμό του μετρό, σε ελάχιστη απόσταση από τη Λεωφόρο Μεσογείων και με τη Λεωφόρο Ελευθέρας Πεντέλης να βρίσκεται στα σχέδια. Και όμως, παρά τις παραπάνω συνθήκες, παραμένει εκτός Σχεδίου για περισσότερα από τριάντα χρόνια…
Την ίδια στιγμή, ο καταυλισμός των Ρομά, ο οποίος επίσης υπάρχει στην περιοχή αυτή για το ίδιο περίπου χρονικό διάστημα, σύμφωνα τόσο με τη διοίκηση του Δήμου (βλ. σχετικό ρεπορτάζ της «Α» στο φύλλο της 30/1/2009), αλλά και με περίοικους, συνεχώς επεκτείνεται. «Τη δεκαετία του ογδόντα συνυπήρχαμε ειρηνικά, με τις λίγες οικογένειες που είχαν εγκατασταθεί εδώ. Τώρα ο καταυλισμός έχει γίνει μικρό χωριό, με την έλευση Αθιγγάνων από διάφορες περιοχές», λέει χαρακτηριστικά κάτοικος της περιοχής.
Σημειώνεται ότι τα οικόπεδα στα οποία έχει στηθεί ο καταυλισμός ανήκουν σε ιδιώτες, οι οποίοι επί χρόνια έχουν κινηθεί κατά παντός υπευθύνου, ενώ υπάρχουν και δικαστικές αποφάσεις που τους δικαιώνουν. Ωστόσο, ούτε η έναρξη της λειτουργίας του σταθμού του μετρό, πριν από λίγους μήνες, δεν συνέβαλε στην επίλυση του θέματος.
Παράλληλα, οι αντιδράσεις των κατοίκων του Χαλανδρίου που γειτνιάζουν με τον καταυλισμό αυξάνονται, καθώς, όπως υποστηρίζουν, οι συνθήκες διαβίωσης που δημιουργούνται στην περιοχή υποβαθμίζουν τόσο την ποιότητα της ζωής τους, όσο και την αξία της περιοχής.
«Δεν είμαστε ρατσιστές»
Η «Α» μίλησε με κατοίκους της περιοχής (τα στοιχεία των οποίων είναι στη διάθεση της εφημερίδας), οι οποίοι από την πρώτη στιγμή έσπευσαν να διευκρινίσουν ότι τα ζητήματα που θέτουν δεν συνιστούν ρατσιστική συμπεριφορά απέναντι σε μια μειονότητα, αλλά αντίδραση «στη δική μας μετατροπή σε πολίτες “β’ κατηγορίας”». Όπως εξηγούν, οι ίδιοι επιθυμούν την ισότιμη ένταξη των Ρομά στην τοπική κοινωνία, εκτιμώντας ότι η «απο-γκετοποίησή τους» θα είναι προς όφελος όλων. Ωστόσο, σημειώνουν χαρακτηριστικά ότι «μόνο όποιος μένει στην περιοχή μπορεί να καταλάβει τι συμβαίνει».
Ανάμεσα σε αυτά που καταγγέλλουν είναι οι συνθήκες υγιεινής που δημιουργούνται στην περιοχή: ο χώρος γύρω από τον καταυλισμό είναι γεμάτος με πάσης φύσεως απορρίμματα και λύματα, ενώ στην οδό Ίριδος, μέσω της οποίας γίνεται η πρόσβαση στον σταθμό του μετρό, αλλά και στη Σαρανταπόρου, τα νερά δημιουργούν απροσπέλαστες «λίμνες».
Παράλληλα, κάνουν λόγο για παρενόχληση περαστικών γυναικών και επιθέσεις στα διερχόμενα αυτοκίνητα με διάφορα αντικείμενα από μερίδα μελών του καταυλισμού, ενώ υποστηρίζουν ότι η διέλευση από τον καταυλισμό τις νυχτερινές ώρες είναι απαγορευτική.
Τέλος, δηλώνουν «στα όριά τους» με τη συνεχή μετάδοση μουσικής στη διαπασών μέχρι τα ξημερώματα, καθώς και με τα «αντίποινα» που δέχονται από μέλη του καταυλισμού, μέσω φθοράς της περιουσίας τους.