Eπιμέλεια Λία Βαλάτα – Τσιάμα: Ιστορικός – Ερευνήτρια
Mε την ευκαιρία της σημερινής 105ης επετείου της αρμενικής γενοκτονίας του 1915, παρουσιάζονται 7 φωτογραφίες για την αρμενική γενοκτονία και του ανθρώπου που την κατέγραψε με κίνδυνο της ζωής του.
Ο Γερμανός Άρμιν Βέγκνερ υπήρξε στα νεανικά του χρόνια εθελοντής υπαξιωματικός του Yγειονομικού στο στρατό των Νεότουρκων και ως εκ τούτου ένας από τους σημαντικότερους αυτόπτες μάρτυρες της αρμενικής γενοκτονίας στη διάρκεια του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου. Έχοντας εύκολη πρόσβαση, λόγω της ιδιότητάς του, στα στρατόπεδα συγκέντρωσης των εκτοπισμένων Αρμενίων και με άμεσο κίνδυνο της ζωής του φωτογράφισε και κατέγραψε τα απάνθρωπα γεγονότα της γενοκτονίας που σημάδεψαν για πάντα τη ζωή του.
Φωτογραφίζει Αρμένιους ιερείς να σκάβουν τάφους νεκρών συμπατριωτών τους, μ’ έναν από αυτούς να του εξομολογείται: «Κάποτε ήμουν ιερέας, τώρα είμαι ένα πρόβατο που θα το σφάξουν». Στέλνει κρυφά σε Αμερική και Γερμανία εκατοντάδες ντοκουμέντα της αρμενικής “Aghet” (καταστροφής), όπως αυτό το παιδικό παπούτσι.
Φωτογραφίζει πεινασμένους, απελπισμένους, αρρώστους και εκτοπισμένους στις ερήμους της Συρίας, γεγονός που ισοδυναμούσε με το σίγουρο θάνατο.
Γράφει γράμματα γεμάτα οδύνη και απελπισία στους συγγενείς του στη Γερμανία: «Από παντού με καλούν, η πείνα, ο θάνατος, οι ασθένειες, η απελπισία. Οσμές κοπράνων και αποσύνθεσης νεκρών αναδύονται παντού. Κατεβαίνω μέσα στο σκοτάδι στο ποτάμι. Σ’ ένα ρέμα βρίσκω μια πυραμίδα από ανθρώπινα οστά. Νεκροκεφαλές που έχουν ακόμα τρίχες μαλλιών. Κάποια στιγμή με πλακώνει μαύρη απελπισία και με παίρνουν τα κλάματα σαν να έπρεπε να καταστρέψω όλες τις ελπίδες, όλους τους πυρήνες της αγάπης, που πάντοτε μ’ ένωναν με τη ζωή».
Τα ντοκουμέντα γίνονται γνωστά στη Γερμανία και αποτελούν την αιτία που το 1917, πριν λήξη ο πόλεμος, ο Βέγκνερ απολύεται από τον γερμανικό στρατό. Στις 19 Ιανουαρίου 1919 και πριν ακόμα παρθούν οι μεγάλες αποφάσεις για τη μεταπολεμική Τάξη Πραγμάτων στέλνει επιστολή, «Μοιρολόι για τους Αρμένιους», στον Αμερικανό Πρόεδρο Ουίλσον ζητώντας τη δικαίωση για το 1,5 εκατομμύριο θυσιασθέντων Αρμενίων με στόχο την ανακήρυξη ανεξάρτητου αρμενικού κράτους. Την ίδια χρονιά συμμετέχει στην ίδρυση της Ομοσπονδίας κατά της πολεμικής θητείας και αναλαμβάνει τη διεύθυνσή της. Μέχρι το 1924 ο Βέγκνερ παρουσιάζει τις μαρτυρίες του και τα φωτογραφικά ντοκουμέντα σε διάφορες πόλεις, Βερολίνο, Βιέννη, Μπρέσλαου. Όλα μένουν όμως «βουβοί μάρτυρες» που κανείς δεν θέλει να γνωρίζει.
Μετά τον Μεγάλο Πόλεμο, σε όλη του τη ζωή, ο συγγραφέας και αντιναζιστής Βέγκνερ, προσπαθούσε να γράψει ένα μυθιστόρημα για όσα απάνθρωπα έζησε στις ερήμους της Συρίας δίπλα στους εκτοπισμένους Αρμένιους. Δεν τα κατάφερε. Ίσως γιατί ταυτίστηκε για το υπόλοιπο της ζωής του με τα εκατοντάδες χιλιάδες θύματα της τουρκικής θηριωδίας, έχοντας πάντα το ερώτημα: «Γιατί να ζω, όταν εκατομμύρια άλλοι έπρεπε να πεθάνουν;»

Το δριμύ «κατηγορώ» του Βέγκνερ για την πρώτη γενοκτονία του 20ου αιώνα πέρασε σύντομα στη λήθη. Άλλωστε, ακόμα και ο Χίτλερ, λίγες ημέρες πριν ξεκινήσει ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος, κι ενόψει μιας ενδεχόμενης εξολόθρευσης της «πολωνικής φυλής», αναρωτήθηκε: «Ποιος θυμάται σήμερα τους Αρμένιους;»
Ο Βέγκνερ γνώριζε από «πρώτο χέρι ότι στη γενοκτονία συμμετείχαν ενεργά -στον σχεδιασμό αλλά και στην εκτέλεση- και ανώτατοι Γερμανοί αξιωματικοί, οι οποίοι δεν είχαν απλώς επιρροή στις στρατιωτικές δυνάμεις των Οθωμανών, αλλά ακόμη και αρχηγικές θέσεις. Όπως ο στρατηγός Όττο Λίμαν φον Σάντερς, ο επικεφαλής της γερμανικής στρατιωτικής αποστολής στην Τουρκία, που είχε το πρόσταγμα στη μάχη της Καλλίπολης, η νικηφόρα έκβαση της οποίας, στις αρχές του 1915, εξασφάλισε τον γερμανικό-οθωμανικό έλεγχο των Δαρδανελίων και την αποκοπή της Ρωσίας από τους Δυτικούς συμμάχους της «Εγκάρδιας Συνεννόησης» και ταλαιπώρησε αφάνταστα την Ελλάδα με τον «Εθνικό Διχασμό».
Η γερμανική συμμετοχή στο οθωμανικό έγκλημα κατά της ανθρωπότητας ήταν καθοριστική και το 2015 θεωρήθηκε από την ίδια τη γερμανική βουλή σαν «γερμανική συνυπευθυνότητα». Όχι μόνο λόγω του εξοπλισμού, όπως φαίνεται στη φωτογραφία όπου ο τουρκικός στρατός συνοδεύει εκτοπισμένους Αρμένιους οπλισμένος με γερμανικά Mauser, αλλά και επειδή Γερμανοί αξιωματικοί συμμετείχαν, ακόμα και προσωπικά στη γενοκτονία των Αρμενίων. Μερικοί ιστορικοί πιστεύουν μάλιστα ότι ο «ιθύνων νους πίσω από τις εκτοπίσεις» ήταν ο στρατηγός Φρίντριχ Μπρόνσαρτ φον Σέλντορφ, που υπηρέτησε περίπου ως Αρχηγός Επιτελείου του οθωμανικού στρατού.
Αφορμή της αρμενικής «καταστροφής» ήταν η «συνωμοσία των Αρμενίων με τους Ρώσους» κατά των Κεντρικών Δυνάμεων και η δημιουργία κάποιων αρμενικών ανταρτικών σωμάτων. Τα τσαρικά στρατεύματα του Καυκάσου είχαν εισέλθει στις αρχές του 1915 στην ανατολική Μικρά Ασία ανοίγοντας ένα νέο μέτωπο για τις Κεντρικές Δυνάμεις.
Ο Γερμανός πρέσβης στην Κωνσταντινούπολη Χανς Φράιχερ φον Βανγκενχάιμ σε μια επιστολή του προς το Βερολίνο υποστήριξε στις 31 Μαΐου 1915 ότι «ο στηριζόμενος από τη Ρωσία ανατρεπτικός αγώνας των Αρμενίων πήρε τέτοιες διαστάσεις που απειλεί την ύπαρξη της Τουρκίας». Για τους Γερμανούς ο μαζικός εκτοπισμός και οι συνέπειές του θεωρήθηκε μέτρο «σκληρό, αλλά χρήσιμο». Όπως αναμένονταν, ο Βέγκνερ υπέστη ναζιστικές διώξεις για το συγγραφικό του έργο αλλά και για τις δημόσιες διαμαρτυρίες του (έστειλε επιστολή στον Χίτλερ μόλις δύο μήνες από την ανάληψη της εξουσίας) για τις διώξεις κατά των Εβραίων της Γερμανίας. Συλλαμβάνεται και φυλακίζεται για μερικούς μήνες. Τελικά, αναγκάστηκε το 1936 να καταφύγει μαζί με την Εβραία γυναίκα του στην Ιταλία, όπου και έζησε ως ενεργός πολίτης στα κινήματα ειρήνης το υπόλοιπο της ζωής του, μέχρι το θάνατό του το 1978.
Για τους Αρμένιους (και τους Εβραίους) ο Άρμιν Βέγκνερ ανήκει στους «Δίκαιους των λαών». Η χιτλερική ρήση για τους Αρμένιους, που δεν τους θυμάται κανείς, είναι ακόμα και σήμερα σε μεγάλο βαθμό σε ισχύ. Παρ’ όλες τις διεθνείς διακρίσεις, ο Βέγκνερ παραμένει ακόμη ένας άγνωστος. Για τη ζωή και το έργο του έχουν εκδοθεί βιβλία στη Γερμανία, ενώ υπάρχει ένας δρόμος που φέρει το όνομά του, όπως και το Ίδρυμα Armin T. Wegner με έδρα το Βούπερταλ.
Ένα από τα βιβλία για τον Βέγκνερ και τους αγώνες του έχει τίτλο τη ρήση του: «Όποιος λέει την αλήθεια…., πρέπει πάντα να έχει έτοιμο ένα σελωμένο άλογο».
Βασίλης Στοϊλόπουλος
24 απριλιου 1915: 106 χρόνια από την έναρξη της Γενοκτονίας των Αρμενίων
Το μνημείο των Αρμενίων στην Αθήνα
Ένα από τα σύμβολα της Αρμενίας είναι τα χατσκάρ, λίθινες στήλες-μνημεία από φαιόχρωμο ηφαιστειογενές πέτρωμα, περίτεχνα σκαλισμένες και πάντα με τον σταυρό ως κύριο μοτίβο. Ένα χατσκάρ, αφιερωμένο από την Αρμενία στην Ελλάδα χάριν μνήμης και ευγνωμοσύνης, φορτώθηκε με δυσκολία λόγω όγκου και βάρους σε στρατιωτικό αεροπλάνο και εστάλη το 1996 στην Αθήνα. Από τότε βρίσκεται στην οδό Βασιλέως Κωνσταντίνου, στη συμβολή της με την οδό Ριζάρη.
24 Απριλίου… Ημέρα μνήμης για τη Γενοκτονία των Αρμενίων
Η επίσημη Τουρκία παραμένει αμετανόητη…
Ως ένα μικρό λιθαράκι αναδημοσιεύω κάτι που έγραψα προ διετίας στον Δρόμο της Αριστεράς για ένα ξεχωριστό βιβλίο: «Επειδή είναι Αρμένιοι».
«Τι σημαίνει να είσαι Αρμένιος στην Τουρκία; Είναι να περπατάς, χωρίς να αγανακτείς, στις λεωφόρους που φέρουν τα ονόματα των κυβερνητικών στελεχών που ευθύνονταν για τη Γενοκτονία. Είναι να προφέρεις το όνομα του δολοφόνου του παππού σου ή της γιαγιάς σου ανταλλάσσοντας μια διεύθυνση. Είναι να διστάζεις να μιλάς δυνατά στους δρόμους. Να παριστάνεις τον κουφό στις ύβρεις. Να κρύβεσαι για να υπάρχεις…»
Πινάρ Σελέκ
«Επειδή είναι Αρμένιοι»
Όσοι νομίζουν ότι η σφαγή και ο διωγμός των Αρμενίων είναι παρελθόν καλά θα κάνουν να διαβάσουν αυτό το συγκλονιστικό βιβλίο της Πινάρ Σελέκ (στη φωτογραφία) που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Στοχαστής σε μετάφραση Οχανές – Σαρκίς Αγαμπατιάν.
Το εντυπωσιακό είναι πως η συγγραφέας δεν είναι Αρμένισσα. Κι έτσι έχει τη δυνατότητα να μας δείξει την αργή μεταμόρφωση, την αλλαγή οπτικής γωνίας ενός ανθρώπου που αντιμετώπιζε τους Αρμένιους με επιφύλαξη. Το δηλητήριο της τουρκικής προπαγάνδας έχει μπει για τα καλά στις ψυχές των ανθρώπων.
Η Πινάρ Σελέκ το 2003 μπήκε σε μεγάλους μπελάδες, όταν έγραψε ένα άρθρο υπό τη μορφή μαθητικής έκθεσης, διαμαρτυρόμενη για την εγκύκλιο της 14ης Απριλίου του 2003, με την οποία ο τότε υπουργός Παιδείας προσπάθησε να επιβάλει σε όλους τους διευθυντές σχολείων τη διοργάνωση συζητήσεων και τη συλλογή μαρτυριών που να αποδεικνύουν ότι ουδέποτε η Τουρκία προχώρησε σε εξολόθρευση των μειονοτήτων:
«…Ζητούσαν από τους μαθητές να γράψουν εκθέσεις γύρω από το θέμα της ‘’αποκάλυψης της αλήθειας απέναντι στα αρμενικά ψέματα’’. Οι εντολές ήταν ξεκάθαρες. Η εγκύκλιος του υπουργείου ήθελε να απαγορεύσει τη χρήση εικασιών όπως ‘’οι Τούρκοι ίσως σκότωσαν κάποιους Αρμενίους’’….».
Η υποτιθέμενη έκθεση του μαθητή καταλήγει στο συμπέρασμα ότι οι Αρμένιοι «σαρώθηκαν από τους ανέμους, κατακλύστηκαν από τα νερά».
Η συγγραφέας, σε αυτό το εξομολογητικό, βαθύτατα πολιτικό αλλά και εξαιρετικής γραφής κείμενο -που αρχίζει με ένα πολύ όμορφο παραμύθι- ξεδιπλώνει βήμα βήμα τη δική της συνειδητοποίηση για όσα συμβαίνουν στους Αρμενίους της Τουρκίας. Νεαρή μαθήτρια και ακτιβίστρια θεωρεί τις συμμαθήτριές της αρμενικής καταγωγής υπερβολικά χαμηλών τόνων. Δεν μπορεί να κατανοήσει την τάση να περνούν απαρατήρητες.
Πολλά θα αλλάξουν, όταν θα γνωρίσει τον Νισάν Αμτζά, που της συμπαραστέκεται όταν είναι φυλακισμένη και μετά την απελευθέρωσή της. Ο γέροντας αυτός, που ζει στην αρμένικη εκκλησία, θα την βοηθήσει να ανοίξει τα μάτια της. Θα γίνει φίλη και συνεργάτης του Χραντ Ντινκ, του Αρμένη ακτιβιστή και συντάκτη της δίγλωσσης εβδομαδιαίας «Αγκός» [στα τουρκικά και στα αρμενικά], που δολοφονήθηκε άνανδρα το 2007 από 17χρονο Τούρκο εθνικιστή…
Θα καταλάβει ότι κάτι δεν πάει καλά και με τον τρόπο που η Αριστερά της χώρας της αντιμετωπίζει το ζήτημα των Αρμενίων. Χαρακτηριστική η σκηνή που περιγράφει στο κεφάλαιο με τη «ρακή του Αγκόπ», όπου η περιφρόνηση των συντρόφων της στο κίνημα απέναντι σε έναν Αρμένιο την κάνει να αγανακτήσει. Όπως γράφει, «δεν είναι εύκολο να απελευθερωθείς από μια αλαζονική ταυτότητα. Η υποτιμητική εικόνα του Αρμένη, που είχε καρφωθεί ύπουλα στο μυαλό μου στο Λύκειο, δεν με εγκατέλειπε εύκολα»…
Η ίδια, με τις διώξεις να απειλούν τελικά την ίδια της τη ζωή κατέληξε να πάρει τον δρόμο της ξενιτιάς και σήμερα ζει στη Γαλλία. «… η Τουρκία μας είναι η χώρα της εξάλειψης κάθε είδους διαφορετικότητας, χώρα των καταπιεσμένων και των νεκροταφείων…» γράφει, αλλά δίνει κι ένα μήνυμα ελπίδας στο τέλος.
Κώστας Στοφόρος.