Γράφει ο Μιχάλης Χριστοδουλίδης: Διπλ. Μηχανολόγος Μηχανικός Α.Π.Θ. – Τομεάρχης Ενέργειας και Περιβάλλοντος στην Ελληνική Λύση
Η ολοκληρωμένη διαχείριση των απορριμμάτων αποτελεί προτεραιότητα κι ένα από τα μεγαλύτερα στοιχήματα της Ευρώπης. Ειδικά για τη χώρα μας που βρίσκεται στις τελευταίες θέσεις μεταξύ των χωρών της Ευρώπης ως προς τη διαχείριση των απορριμμάτων, η πρόκληση είναι ακόμα μεγαλύτερη.
Σήμερα, ένα ολοκληρωμένο σύστημα διαχείρισης απορριμμάτων για την Ελλάδα οφείλει να στοχεύει στη διατήρηση φυσικών πόρων, την υγεία των πολιτών, τη διασφάλιση ισορροπίας των οικοσυστημάτων, την οικονομικά και κοινωνικά αποδεκτή λύση και όλα αυτά μέσα στα συγκεκριμένα νομοθετικά πλαίσια, όπως αυτά σκιαγραφούνται στις οδηγίες και τους κανονισμούς της Ε.Ε.
Η Ελλάδα είναι ουραγός στην ανακύκλωση, επιμένει να χρησιμοποιεί σε συντριπτικό ποσοστό (άνω του 80%) την εδαφική τοποθέτηση των απορριμμάτων σε Χώρους Υγειονομικής Ταφής (ΧΥΤΑ), ενώ σε μεγάλο βαθμό χρησιμοποιούνται και οι χώροι ανεξέλεγκτης διάθεσης αποβλήτων (ΧΑΔΑ). Στο μεταξύ, στην ΕΕ μόνο το 22,6% των αποβλήτων καταλήγει σε ταφή.
Το πρόβλημα δεν είναι μόνο η δημόσια υγεία και οι σοβαρές επιπτώσεις στο περιβάλλον. Είναι και οικονομικό. Το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο έχει κατά καιρούς επιδικάσει στη χώρα μας πρόστιμα εκατομμυρίων ευρώ και παρόλο αυτά η χώρα μας επιμένει να σπαταλάει εθνικούς πόρους και να αφήνει αναξιοποίητες ενεργειακές πηγές, όπως την ανάκτηση της Ενέργειας από τη θερμική επεξεργασία των οργανικών απορριμμάτων.
Είναι γνωστό πως η ανάκτηση ενέργειας από τα απορρίμματα εδράζεται κατά βάση στη μέθοδο της αποτέφρωσής τους. Υπάρχουν και άλλες τεχνολογίες ανάκτησης ενέργειας από τα απορρίμματα και αυτές είναι κυρίως η πυρόλυση και η αεριοποίηση, η οποία έχει αναπτυχθεί πρόσφατα. Η βασική διαφορά των τριών τεχνολογιών είναι το ποσοστό του οξυγόνου κατά τη θερμική επεξεργασία των απορριμμάτων.
Στην Ελλάδα για την αξιοποίηση των οργανικών απορριμμάτων με σκοπό την παραγωγή ενέργειας υπάρχουν ελάχιστες τέτοιες Μονάδες, όπου η παραγόμενη ενέργεια διοχετεύεται στο ηλεκτρικό δίκτυο, γίνεται μηχανική διαλογή των απορριμμάτων. Για παράδειγμα, μια τέτοια Μονάδα έχει κατασκευαστεί στην Ήπειρο από ελληνική εταιρία, όπου ενδεικτικά αναφέρουμε ότι η μέγιστη ετήσια δυναμικότητά της είναι 105.000 τόνοι. Μέσω της λειτουργίας της επιτυγχάνεται συνολική ανάκτηση 17.000 τόνων ανακυκλώσιμων υλικών ανά έτος, ενώ παράγονται 10.800MWh/έτος πράσινης ενέργειας, ικανής να καλύψει τις ανάγκες 3.000 νοικοκυριών. Παράλληλα εξοικονομούνται 12.000 τόνοι CO2. Το ύψος της επένδυσης ανήλθε συνολικά στα 52,4 εκατ. ευρώ, ενώ η εγχώρια προστιθέμενη αξία προσέγγισε το 70%.
Τα οφέλη από την κατασκευή τέτοιων Μονάδων είναι πολλαπλά και σημαντικά τόσο για την κυκλική οικονομία, όσο και για την περιβαλλοντική προστασία.
• Το χαμηλότερο τέλος εισόδου από όλα τα έργα ΣΔΙΤ απορριμμάτων της χώρας (και από τα χαμηλότερα της Ευρώπης) προς όλους τους πολίτες.
• Η μείωση του περιβαλλοντικού αποτυπώματος της διαχείρισης των απορριμμάτων.
• Η προώθηση της παραγωγής πράσινης ενέργειας.
• Η Περιβαλλοντική ευαισθητοποίηση των πολιτών με την παγίωση μιας νέας οικολογικής και περιβαλλοντικής νοοτροπίας στη διαχείριση απορριμμάτων.
Το Εθνικό Σχέδιο Διαχείρισης Απορριμμάτων (ΕΣΔΑ) υφίσταται στη χώρα μας και αναλύει τις στρατηγικές και τις πολιτικές που πρέπει να εφαρμοστούν στη χώρα μας σε εθνικό επίπεδο. Ωστόσο η πράξη έχει δείξει ότι έχουν γίνει ελάχιστα πράγματα προς την αποτελεσματική και οικολογική διαχείριση των απορριμμάτων, οι επενδύσεις στον τομέα αυτό παραμένουν σε χαμηλά επίπεδα, ενώ δυστυχώς ακόμα δεν έχει υπάρξει ανάλογη κουλτούρα, όχι μόνο από την κοινωνία των πολιτών, αλλά και από μεγάλο μέρος της τοπικής αυτοδιοίκησης και των κομμάτων εξουσίας.
Οι λόγοι πολλοί: αλληλοσυγκρουόμενα οικονομικά συμφέροντα, λανθασμένες αντιλήψεις, ελλιπής τεχνολογική πληροφόρηση των εμπλεκόμενων φορέων, νομοθετικές ασάφειες και κενά που οδηγούν σε στρεβλώσεις της εφαρμογής σχετικών προγραμμάτων, λόγοι που δυσχεραίνουν το άνοιγμα στην πραγματική αειφόρα ανάπτυξη που τελικά οδηγούν στην αποθάρρυνση καινοτόμων και σύγχρονων επενδύσεων στον τομέα αυτό.
Η Ελληνική Λύση του Κυριάκου Βελόπουλου έχει εκπονήσει ολοκληρωμένο σχέδιο προτάσεων στο πώς θα συνδεθεί η οικολογική διαχείριση των οργανικών απορριμμάτων με την ανασυγκρότηση της πρωτογενούς παραγωγής και ειδικά με την ανάπτυξη των ενεργειακών καλλιεργειών συγκεκριμένων φυτών (το σιτάρι, το κριθάρι, ο αραβόσιτος, τα ζαχαρότευτλα, ο ηλίανθος κλπ) για παραγωγή βιοκαυσίμων. Τα πράσινα καύσιμα οφείλουν να συμμετέχουν στο εθνικό ενεργειακό μείγμα προκειμένου να επιτευχθούν και ένα μέρος από τους ενεργειακούς στόχους που έχει θέσει η Ε.Ε στα πλαίσια των δεσμεύσεων της χώρας μας μέχρι το 2030. Οι προτάσεις περιγράφουν στοχευμένες δράσεις, κοστολογημένες και με δείκτες κόστους ωφέλειας, μειώνοντας τις εισαγωγές ορυκτών καυσίμων και ταυτόχρονα αυξάνοντας την παραγωγή βιοαερίου καθώς και την παραγόμενη θερμική και ηλεκτρική ενέργεια από τη βιομάζα, μειώνοντας παράλληλα τον όγκο των παραγόμενων απορριμμάτων έως και 70%.
Τέλος είναι σαφές πως χωρίς βούληση όλων των μερών της Πολιτείας (Κράτος – Ο.Τ.Α. – Πολίτης) δεν είναι δυνατόν να υπάρξει ένα ολοκληρωμένο σύστημα διαχείρισης στερεών απορριμμάτων στην Ελλάδα.