Γράφει ο Χρίστος Αλεξόπουλος
Οικονομολόγος Harvard, Συγγραφέας μεταξύ άλλων του βιβλίου GOOD BY GREECE – HELLO HELLAS: Παρακμή και Αναγέννηση του Ελληνισμού (1821-2021)
Εκδόσεις Παπαζήση
«Το παιδί είναι ο πατέρας του ενηλίκου». Κατά τον Freud, η γέννηση του ανθρώπου είναι καθοριστική για την μελλοντική εξέλιξη και ανάπτυξή του. Για να εξηγήσουμε τις ρίζες των άλυτων σημερινών ελληνοτουρκικών προβλημάτων, χρειάζεται να πάμε πίσω, στον εθνικο-απελευθερωτικό πόλεμο του 1821. Και εδώ θα πρέπει να παραδεχθούμε εκ του αποτελέσματος, ότι η δεκαετής μεγαλειώδης επανάσταση δεν πέτυχε τον αρχικό θεμελιώδη στόχο της Φιλικής Εταιρείας.
Ήταν ημιτελής και ανολοκλήρωτη, υπό την έννοια ότι δεν κατέλυσε την Οθωμανική Αυτοκρατορία, δεν απελευθέρωσε τα διάφορα ελληνικά εδάφη, ούτε όλους τους διάσπαρτους Έλληνες. Δεν ανακατέλαβε την χιλιετή πρωτεύουσα του γένους, την πόλη των πόλεων, Κωνσταντινούπολη,και δεν αντικατέστησε τον Σουλτάνο με Έλληνα βασιλιά. Απλώς απέσχισε ένα μικρό και καθυστερημένο κομμάτι του ελληνισμού στην ένδοξη επικράτεια της Αρχαίας Ελλάδας, αποτυγχάνοντας, ωστόσο, την ανασύσταση της ρωμιοσύνης δια της κραταιάς ορθόδοξης Βυζαντινής Αυτοκρατορίας.
Αυτός είναι ο λόγος που συνεχίστηκε στην ουσία για έναν ακόμη αιώνα μέσω της Μεγάλης Ιδέας, για να τερματιστεί άδοξα με τη Μικρασιατική Καταστροφή του 1922, λίγο πριν την ολοκλήρωσή της, λόγω του Εθνικού Διχασμού.
Με την εξαίρεση ίσως της Κύπρου, η οποία, παρά την συμμετοχή και αυτοθυσία των Κυπρίων στον Ελληνικό Αγώνα Ανεξαρτησίας, παρέμεινε υπόδουλη αρχικά στους Οθωμανούς και μετέπειτα στους αποικιοκράτες Άγγλους, για να ανεξαρτητοποιηθεί το 1960, ύστερα από την αιματηρή αποτυχία της Ένωσής της με την Ελλάδα, και να διχοτομηθεί σχεδόν de facto κατόπιν της παράνομης τουρκικής εισβολής και κατοχής το 1974 του βορείου τμήματός της. Η Μεγαλόνησος, λόγω της γεωστρατηγικής θέσης της, παραμένει εμμέσως και παραδόξως η τελευταία εκκρεμότητα της πρωτοπόρου Επανάστασης των Ελλήνων. Εξού και ο ανταγωνισμός μεταξύ των δύο προαιώνιων αντιπάλων, κληρονόμων της «Ενδιάμεσης Περιοχής», για την τελική έκβαση και μελλοντική υπόσταση της ενιαίας, ανεξάρτητης και κυρίαρχης Κύπρου.
Το κυπριακό ζήτημα επικαιροποιείται και λαμβάνει επικίνδυνες διαστάσεις για το μέλλον των ελληνοτουρκικών σχέσεων, ενόψει της απειλούμενης νέας «τουρκικής απόβασης» στις 20 Ιουλίου κατά την 47η μαύρη επέτειο του «Αττίλα». Ο σουλτάνος Ερντογάν ως άλλος Χίτλερ, επιζητεί ζωτικό χώρο για τη νέο-οθωμανική Τουρκία εις βάρος του Ελληνισμού. Κι’ εμείς, αγνοώντας το «πάθημα του Μονάχου» το 1938, τον διευκολύνουμε υπό τον φόβο του casus belli και την ψευδαίσθηση της ειρηνικής και πολιτισμένης γειτονικής φιλίας.
Κατά κάποιον τρόπο, η εθνική επανάσταση στην Πελοπόννησο υπό τον αρχιστράτηγο Κολοκοτρώνη με την περικεφαλαία του Περικλή, για την αναγέννηση της αρχαίας Ελλάδας σύμφωνα και με το φιλελληνικό πνεύμα της Δύσης, επέτυχε τελικά αφού απέτυχε πρώτα η επανασύσταση της ελληνορωμαϊκής αυτοκρατορίας στη Μολδοβλαχία υπό τον αρχηγό της Φιλικής Εταιρείας του Γένους Πόντιο Φαναριώτη και Βυζαντινό Πρίγκιπα Αλέξανδρο Υψηλάντη. Συμβολικά, ο Ελληνισμός επικράτησε της ρωμιοσύνης, ο Παρθενών της Αγίας Σοφίας, ο Κοραής του Ρήγα. Στην ιδεολογική αντιπαράθεση των δύο διαφορετικών πολιτισμικών κληρονομιών αποδίδει ο σπουδαίος Άγγλος ιστορικός Toynbee τον ψυχικό διχασμό και τη διχόνοια των Ελλήνων, τότε και τώρα.
Στη διελκυστίνδα μεταξύ Ανατολής και Δύσης, αυτοκρατορικού Βυζαντίου και κλασικής πόλης-κράτους των Αθηνών, νικητής αναδείχθηκε η Αρχαία Ελλάδα με την συμβολή της ευρωπαϊκής κοινής γνώμης, η οποία έβλεπε με συμπάθεια τον απελευθερωτικό αγώνα των Ελλήνων ως απόγονοι και οι ίδιοι, κατά την αντίληψή τους, των δικών μας προγόνων, αλλά εχθροί της ελληνο-ορθόδοξης Αυτοκρατορίας μας.
Χάρις στην αντοχή των αγωνιστών και την οξυδέρκεια των ηγετών, η επανάσταση επιβλήθηκε πολιτικά διεθνώς, αλλά απέτυχε στρατιωτικά, κυρίως εξαιτίας των ενδιάμεσων εμφυλίων πολέμων. Δίχως την «τυχαία» επέμβαση των μεγάλων ξένων δυνάμεων της εποχής στη Ναυμαχία του Ναυαρίνου το 1827, για δικούς τους ανταγωνιστικούς λόγους, ίσως να μην αναγνωριζόταν επισήμως η ανεξαρτησία του πρώτου ελληνικού κράτους το 1830.

Το γεγονός ότι δεν τα καταφέραμε μόνοι μας, λογικό και αναπόφευκτο ένεκα της ασύμμετρης ισχύος των δύο αντιμαχόμενων πλευρών και της δυσμενούς διεθνούς συγκυρίας, μας στοίχισε τη μετέπειτα εξάρτηση και παρέμβαση των μεγάλων δυνάμεων στα εσωτερικά μας, ωσάν να ήμασταν προτεκτοράτο τους. Μας δημιούργησε, επίσης, μια ανασφάλεια και φοβία ότι δεν μπορούμε να αντιμετωπίσουμε αποτελεσματικά τον ισχυρότερο και μεγαλύτερο εχθρό αποκλειστικά με τις δικές μας δυνάμεις. Η ετεροβαρής αυτή σχέση λειτούργησε αρχικά ως ευλογία αλλά αργότερα ως κατάρα, σε συνδυασμό πάντοτε με την αναντικατάστατη στρατηγικά και γεωπολιτικά γεωγραφική θέση της χώρας.
Η Ελλάδα μπορεί να έγινε ένα ελεύθερο μικρό κράτος, το πρώτο που αποσπάστηκε από την Οθωμανική Αυτοκρατορία και εντάχθηκε στην Ευρωπαϊκή Ένωση, αλλά ποτέ ουσιαστικά ανεξάρτητο, ταυτόσημο με το μεγάλο και αρχαίο έθνος. Από την οθωμανοκρατία περάσαμε στη βαυαροκρατία,ενάντια της δημοκρατικής θέλησής μας. Μικρό μεν αλλά με τεράστια ιστορία, γεωπολιτική βαρύτητα και πολιτισμό, που για να γίνει πάλι μεγάλο έχει ανάγκη από χαρισματικούς πολιτικούς ηγέτες – πατριώτες, τους οποίους, παρά το πολιτικό πάθος που μας διακρίνει, σπάνια διαθέτουμε. Με τη φωτεινή εξαίρεση των Ι. Καποδίστρια και Ε. Βενιζέλου, που έδωσαν προτεραιότητα στον οικουμενικό Ελληνισμό, παρά στη «μικρή και έντιμη Ελλάδα», στο έθνος παρά το κράτος, την γεωπολιτική παρά την οικονομία, την ασφάλεια παρά την κατανάλωση.
Μένει να δούμε κατά πόσο η κυβέρνησή μας θα ανταποκριθεί επάξια στις προκλήσεις και ευκαιρίες που διανοίγονται στην Κύπρο κατά την 200ή επέτειο της Επανάστασης του 1821 και την 47η τουρκική εισβολή και κατοχή του βορείου τμήματός της. Θα την συνεχίσει τιμητικά και υπερήφανα δια της αντίστασης, αποτροπής, ανάσχεσης και αλληλεγγύης στον άνισο και άδικο αγώνα των Κυπρίων αδερφών εναντίον μιας αναθεωρητικής, ισλαμοφασιστικής Τουρκίας που επιδιώκει να την αναιρέσει,ή θα συμβιβαστεί πάλι ενδοτικά και κατευναστικά -ως συνήθως- εις βάρος των εθνικών δικαίων και συμφερόντων, υπό το πρόσχημα της αδυναμίας, απόστασης και αδιαφορίας; Θα βρει το θάρρος να αψηφήσει το πολιτικό κόστος και να βάλει ένα φρένο στον καταστροφικό παρακμιακό κατήφορο του Ελληνισμού από το 1922, εξαιτίας της λανθασμένης κατευναστικής πολιτικής,και να γράψει εκ νέου ιστορία, μεταχειριζόμενη την Τουρκία εχθρικά και όχι πολιτικά, όπως της αρμόζει;
Στην Κύπρο διακυβεύεται η ενότητα, ακεραιότητα και επιβίωση του εναπομείναντος Ελληνισμού. Η ναυτική συρρίκνωση, όχι μόνο από την υφιστάμενη οικονομική εξάρτηση της φιλοτουρκικής Γερμανίας, αλλά και από την ακόμη χειρότερη νεο-οθωμανική γεωπολιτική δορυφοροποίησή μας.
Τελικά, θέλουμε αλλά δεν μπορούμε,ή μπορούμε αλλά δεν θέλουμε να υπερασπιστούμε την Κύπρο; Οι πολιτικοί ισχυρίζονται το πρώτο, ενώ οι στρατιωτικοί το δεύτερο. Δυστυχώς, λείπει ένα αντικειμενικό, αξιοκρατικό Συμβούλιο Ασφαλείας ως συλλογικός εθνικός θεσμός, για να το εμπιστευθούμε και ακολουθήσουμε, ασχέτως ξένων πιέσεων, συμμαχικών δεσμεύσεων, εταιρικών επιρροών, κομματικών συμφερόντων και προσωπικών φιλοδοξιών. Παρά ταύτα, εύχομαι και ελπίζω η πολιτική ηγεσία μας να πράξει με σοβαρότητα και αξιοπρέπεια το συνταγματικό ιερό καθήκον που επιθυμεί ο ταπεινωμένος από τις συνεχείς τουρκικές προσβολές ελληνικός λαός.