Γράφει ο Κώστας Γιαννόπουλος
Αν η θρησκεία είναι το όπιο του λαού, το ποδόσφαιρο είναι το αλκοόλ του. Μάλιστα όσο οι ιδεολογίες κι οι δεσμεύσεις αποδεικνύονται μεγαλοπρεπείς φούσκες, τόσο εντονότερη γίνεται η εξάρτηση του λαού από μια μπάλα επίσης φουσκωμένη με αέρα. Δεν είναι τυχαίο πως όλα τα αυταρχικά καθεστώτα αρνήθηκαν να επιβάλουν «ποτοαπαγόρευση». Αντίθετα επιδίωξαν να «μεθύσουν» με περισσότερο ποδόσφαιρο τους λαούς τους για να ξεχνούν την καθημερινότητα.
Με αυτές τις απλές αλήθειες συγκρούστηκε η νέα κυβέρνηση όταν βρέθηκε αντιμέτωπη με τη μεγαλύτερη δοκιμασία του ολιγόμηνου βίου της. Παρά τα πανάκριβα δίδακτρα όμως, αυτοί που χειρίστηκαν την κρίση δεν φαίνεται να έμαθαν το μάθημά τους. Δείχνουν ικανοποιημένοι με την αυτάρεσκη πεποίθηση πως απέφυγαν τα χειρότερα, ενώ οι χειρισμοί τους θα πρέπει να διδάσκονται σε ειδικά σεμινάρια ως παράδειγμα προς αποφυγήν (κάτι σαν τη βαρουφάκεια διαπραγμάτευση του 2015).
Με μια ασυνήθιστης αφέλειας δήλωση, ο κυβερνητικός εκπρόσωπος αναίρεσε τον ίδιο του τον εαυτό και την κοινή λογική υποστηρίζοντας τα εξής αντιφατικά: «Η κυβέρνηση σέβεται το αυτοδιοίκητο του ποδοσφαίρου, δεν θα επιτρέψει όμως ένα θέμα να θέσει σε κίνδυνο την κοινωνική συνοχή που δοκιμάστηκε στα χρόνια της κρίσης».
Είναι τόσο μεγάλος ο σεβασμός της κυβέρνησης στο αυτοδιοίκητο του ποδοσφαίρου, που το… καταργεί με νόμο, ο οποίος συντάχθηκε νύχτα και στο γόνατο. Πολύ κακή πρεμιέρα έκανε η νεοσυσταθείσα Γενική Γραμματεία Καλής Νομοθέτησης.
«Η κυβέρνηση δεν εκβιάζεται»
Διαβεβαίωση που ισοδυναμεί με ολλανδικό ανέκδοτο. Η κυβέρνηση υποχώρησε ατάκτως και πανικόβλητη προ του στυγνού εκβιασμού των θερμοκέφαλων που απειλούσαν να «κόψουν την Ελλάδα στα δύο» αντί να τους κόψει τον… βήχα. Και για να δείξει πυγμή, διέγραψε τον έως πρόσφατα άφωνο ιχθύ Ευρωβουλευτή της, Θοδωρή Ζαγοράκη, υποκύπτοντας στους όρους που έθεσε για να μην ανεξαρτητοποιηθεί (διατηρώντας όμως τον παχυλό μισθό του). «Την ώρα που η χώρα ξεπερνά διχαστικά διλήμματα του παρελθόντος δεν έχει την πολυτέλεια να διχάζεται με αφορμή το ποδόσφαιρο, ειδικά σε μια περίοδο με ανοιχτά κρίσιμα εξωτερικά θέματα».
Ενδιαφέρουσα αντίληψη: οι νόμοι θα εφαρμόζονται ανάλογα με τη συγκυρία των «ανοιχτών εξωτερικών (sic) θεμάτων» και μόνο όταν η χώρα θα έχει την πολυτέλεια να διχάζεται. Προφανώς το ποδόσφαιρο δεν θεωρείται σοβαρή αφορμή, παρότι υποχρέωσε την κυβέρνηση σε μια θεαματική κυβίστηση.
Όσο καταλαβαίνει, τόσο εκτίθεται ο κυβερνητικός εκπρόσωπος. Αν κάτι υπονομεύει την «κοινωνική συνοχή», απειλεί να διχάσει τη χώρα και απαιτεί μια «δύσκολη πολιτική απόφαση» για να αντιμετωπιστεί πώς η κυβέρνηση το χειρίζεται με τόση επιπολαιότητα; Δεν είναι απαραίτητο η κοινωνία να συμφωνεί με τον κ. Πέτσα στα σοβαρά και στα μη σοβαρά, πολύ περισσότερο που ούτε ο κ. Πέτσας συμφωνεί με τον εαυτό του σε τι είναι σοβαρό και τι όχι. Ας πληροφορηθεί λοιπόν τι εκπροσωπεί το ποδόσφαιρο στο φαντασιακό των λαϊκών μαζών. Ο Μπομπ Πέισλυ, μάνατζερ της μεγάλης Λίβερπουλ, είχε αποφανθεί πως «το ποδόσφαιρο δεν είναι πόλεμος, είναι κάτι σοβαρότερο».
Δεν θα επιμείνω στον ποδοσφαιρικό πόλεμο μεταξύ Ελ Σαλβαδόρ και Ονδούρας στα προκριματικά του Παγκοσμίου Κυπέλλου του 1970 γιατί είναι μοναδικό, αν και διδακτικό, παράδειγμα. Υπάρχουν κι άλλα. Στις αρχές της δεκαετίας του ’60 η εθνική ομάδα του Περού αντιμετώπιζε στη Λίμα την Αργεντινή. Οι γηπεδούχοι ισοφάρισαν στα τελευταία λεπτά του αγώνα, αλλά ο διαιτητής ακύρωσε το γκολ. Αμέσως ξέσπασαν αιματηρά επεισόδια στις εξέδρες που πήραν τεράστια έκταση, με αποτέλεσμα οι αστυνομικοί να ανοίξουν πυρ και να σκοτώσουν δεκάδες θεατές. Ακολούθησαν μαχητικές διαδηλώσεις σε όλη τη χώρα. Ειδικά στην πρωτεύουσα, ένα τεράστιο πλήθος πολιόρκησε το Προεδρικό Μέγαρο ζητώντας να αποδοθεί δικαιοσύνη. Δεν ζητούσαν τη σύλληψη και τιμωρία των υπευθύνων για την αιματοχυσία ούτε την παραίτηση του αρμόδιου υπουργού ή την πτώση της κυβέρνησης. Όχι. Ζητούσαν να μετρήσει κανονικά το ακυρωθέν τέρμα και να θεωρηθεί ο αγώνας ισόπαλος!
Τώρα που καταλάβαμε (ελπίζω και ο κ. Πέτσας) τι ακριβώς εκπροσωπεί το ποδόσφαιρο στη συνείδηση των οπαδών του, των εθνών και των τοπικών κοινωνιών, ας εξετάσουμε τον ισχυρισμό ότι η πρόταση για τον υποβιβασμό του λαοφιλούς ΠΑΟΚ και της ακριτικής Ξάνθης ήταν τόσο βαριά που καταντά απεχθής και άδικη.
Επειδή πάντα υπάρχουν προηγούμενα, ακόμη κι ο τελευταίος φίλαθλος γνωρίζει ότι η αυστηρότητα δεν παίζει σχεδόν κανένα ρόλο στις αντιδράσεις ιδιοκτητών και οπαδών. Αποδείχθηκε με τα επεισόδια στη Νέα Σμύρνη στον αγώνα Πανιωνίου – Ολυμπιακού (2004), που ήταν η χρυσή ευκαιρία να εφαρμοστεί ένας δρακόντειος νόμος κατά της βίας. Ο νόμος ήταν φρέσκος, η κυβέρνηση νεοφώτιστη, τα στελέχη της άσπιλα και άμωμα κι ο νέος πρωθυπουργός διαπρύσιος κήρυκας της δραστικής μεθόδου θεραπείας που συνοψίζεται στην αιμοχαρή φράση «το μαχαίρι στο κόκκαλο». Μη φανταστείτε ότι ο νόμος προέβλεπε τίποτα εξοντωτικές ποινές. Ούτε κατά διάνοια υποβιβασμό, όπως ο νεότερος και αυστηρότερος. Η αφαίρεση τριών (μόνο) βαθμών είχε θεωρηθεί αρκετά αυστηρή τιμωρία για να συνετιστεί ο παραβάτης.
Όλα ήταν ευνοϊκά, με εξαίρεση μια μικρή λεπτομέρεια: στο εδώλιο καθόταν η δημοφιλέστερη ίσως ελληνική ομάδα, ο Ολυμπιακός. Ακολούθησε εξέγερση για την «άδικη και πρωτάκουστη τιμωρία» του Ολυμπιακού (σ.σ. ουδείς ασχολήθηκε με τον επίσης κατηγορούμενο Πανιώνιο) στην οποία συμμετείχαν οι δεδηλωμένοι αιώνιοι αντίπαλοι οπαδοί του Παναθηναϊκού και το σύνολο των βουλευτών του Πειραιά μεταξύ των οποίων και μέλη της συμπολίτευσης, που μόλις προ ολίγων εβδομάδων είχαν ψηφίσει υπερηφάνως τον νόμο που τώρα ζητούσαν να μην εφαρμοστεί. Εννοείται ότι ξεσηκώθηκαν οι εκπρόσωποι της τοπικής αυτοδιοίκησης, εκπρόσωποι των παραγωγικών τάξεων, δημοσιογράφοι, λιμενεργάτες, ιδιοκτήτες καταστημάτων της περιοχής, μαθητές και άλλες κατηγορίες ευυπόληπτων πολιτών. Το αίτημα: να επιστραφούν οι 3 βαθμοί που αφαιρέθηκαν λόγω των επεισοδίων. Περιττό να αναφερθεί ότι η φωνή λαού εισακούστηκε…
Σε μια άλλη περίπτωση, αρχές της δεκαετίας του ’80, εκτός από τη φωνή του λαού έπαιξε ρόλο και ο φόβος για την οργή του… θεού. Η Λάρισα κινδύνευε να χάσει τον μοναδικό τίτλο πρωταθλήτριας που κατέκτησε ποτέ επαρχιακή ομάδα εξ αιτίας των… ούρων ενός παίκτη της που είχε κάνει χρήση απαγορευμένων ουσιών. Τότε ολόκληρη η τοπική κοινωνία απέκλεισε την εθνική οδό με την Ιερά Μητρόπολη επί κεφαλής (!) και αίτημα να μη ληφθεί υπόψη το εύρημα του αντιντόπινγκ κοντρόλ. Η κυβέρνηση υποχώρησε ταπεινωμένη.
Ο Κορνήλιος Καστοριάδης είχε παρατηρήσει ότι ο λαός που αδιαφορεί για τα σκάνδαλα (όταν δεν επηρεάζουν την τσέπη του) είναι πρόθυμος ακόμη και να σκοτωθεί για ένα πέναλτυ. Πόσο μάλλον όταν ένα «έθνος προσκυνά σώβρακα και φανέλες» όπως είχε διαπιστώσει ο Τζίμης Πανούσης.
Αντιλαμβάνεται ο καθένας ότι η ιστορία του ελληνικού ποδοσφαίρου βρίθει από «δεδικασμένα κακοδικίας» γεγονός που εξηγεί για ποιον λόγο κανείς δεν θέλει να αρχίσει η εφαρμογή της νομιμότητας από τη δική του ομάδα. Με απλά λόγια, η νομιμότητα θα παραμείνει κάτι σαν φάντασμα για να τρομοκρατούνται ομάδες που δεν διαθέτουν στρατούς οπαδών ούτε και «κονέ» με την πολιτική εξουσία.
Λόγω της μεγαθυμίας της κυβέρνησης απέναντι στον ΠΑΟΚ και την Ξάνθη, εκτός της εύλογης αγανάκτησης του Ολυμπιακού, διατυπώθηκαν παράπονα και διαμαρτυρίες από ομάδες που αισθάνθηκαν βαρύ τον πέλεκυ του νόμου για ελαφρότερα «αδικήματα». Εμφανίστηκαν από το πουθενά μέλη της Λέσχης Φίλων του Ηρακλή (που διαμαρτύρονται για τον άδικο υποβιβασμό της ιστορικής ομάδας της Θεσσαλονίκης) και η μέχρι πρότινος αόρατη διοίκηση του Πανιωνίου (που διαμαρτύρεται γιατί τιμωρήθηκε με αφαίρεση 6 βαθμών από το πρωτάθλημα επειδή δεν απέκτησε φορολογική ενημερότητα λόγω χρεών). Από τη στιγμή που η εσπευσμένη αλλαγή του νόμου υπέρ ΠΑΟΚ και Ξάνθης έχει αναδρομική ισχύ, για λόγους δικαιοσύνης, θα μπορούσαν να αναιρεθούν και ποινές των πτωχών συγγενών του ποδοσφαίρου μας. Αλλά ούτε που πέρασε κάτι τέτοιο από το μυαλό των εκ του προχείρου νομοθετών.
Η κατάσταση μού θύμισε ένα περιστατικό με πρωταγωνιστή τον Στάλιν. Οι συνεργάτες του τον ενημέρωσαν για δυσαρέσκεια του Πάπα. Κι ο ηγέτης της ΕΣΣΔ ρώτησε: «Πόσες μεραρχίες έχει το Βατικανό;» Το επίκαιρο καθ’ ημάς ερώτημα είναι: «Πόσους ψηφοφόρους έχει ο Ηρακλής κι ο Πανιώνιος;»
Καταλήγω με μια απαισιόδοξη προειδοποίηση: αν η κυβέρνηση πιστεύει πως έλυσε το πρόβλημα έστω και προδίδοντας διακηρυγμένες αρχές της, ας μην εκπλαγεί όταν ξεσπάσει η νέα και σφοδρότερη έκρηξη. Σε λίγες μέρες ο Ολυμπιακός θα αντιμετωπίσει στο γήπεδο της Τούμπας τον ΠΑΟΚ. Στην παραδοσιακή εχθρότητα προστίθεται τώρα και το διπλό αίσθημα αδικίας: ιδανικό εκρηκτικό χαρμάνι