Γράφει ο Γεώργιος Γενετζάκης, φιλόλογος στο Χαλάνδρι
Τελευταία, όλο και πιο συχνά βλέπουν το φως της δημοσιότητας περιστατικά νεανικής παραβατικότητας. Πέρα από γενικεύσεις, είναι δεδομένο ότι τα ώριμα παιδιά σήμερα είναι καλύτερα από τα αντίστοιχα προ πεντηκονταετίας, λόγω των σύγχρονων θετικών συνθηκών- βιοτικό επίπεδο, δικαιώματα, γνώσεις, ψηφιακός κόσμος-, ενώ οι παραβατικοί νέοι παρουσιάζονται χειρότεροι και ενίοτε πιο επικίνδυνοι των αντίστοιχων του παρελθόντος, -αρνητική εκμετάλλευση των σημερινών δεδομένων.
Ακόμη όμως και αν καθησυχάσουμε με τη σκέψη ότι και παλαιότερα συνέβαιναν ανάλογα γεγονότα, αλλά δεν υπήρχε η τηλεόραση και τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης (Μ.Κ.Δ.) να τα αναδείξουν, οφείλουμε να σταθούμε στην ένταση, στους τρόπους και στη συχνότητα που κάποιοι έφηβοι σήμερα εκφράζουν την παραβατικότητά τους: ακραία βωμολοχία κι από τα δύο νεαρά φύλα χωρίς καμία αιδώ, ξυλοδαρμοί και μεταξύ των κοριτσιών, περιστατικά βίαιης συμπεριφοράς από μαθητές του Δημοτικού, ικανοποίηση από τη βιντεοσκόπηση περιστατικών βίας ανάμεσα σε συνομήλικους, ηλεκτρονική βία, χρήση φονικών οργάνων στους καυγάδες τους, συγκρότηση αντιμαχόμενων συμμοριών, οπαδική βία.
Όλα αυτά, άγνωστα στο παρελθόν, ανησυχούν την κοινωνία μας και συγχρόνως δημιουργούν ερωτηματικά για τα αίτιά τους. Μήπως ο έντονος καταναλωτικός προσανατολισμός, που παρατηρείται από τη δεκαετία του 1970 στην πατρίδα μας, οδηγεί μερικούς γονείς στη μονομερή ικανοποίηση των υλικών αναγκών των παιδιών τους και συγχρόνως στην παραμέληση του πνευματικού εξοπλισμού τους; Μήπως τελικά ο πνευματικός υποσιτισμός ορισμένων παιδιών, κάτω από συγκεκριμένες προϋποθέσεις, γίνεται το λίπασμα για την επώαση της βίας;
Μήπως η αύξηση του χρόνου απουσίας των γονέων από το σπίτι, λόγω υπερεργασίας, μειώνει την ποιότητα εποπτείας των παιδιών τους, καθιστώντας τα πιο ευάλωτα σε αρνητικά ερεθίσματα; Μήπως η κατακόρυφη αύξηση του αριθμού των διαζυγίων μειώνει δραματικά τις πιθανότητες αποτελεσματικής ανατροφής των παιδιών; Μήπως κάποιοι χωρισμένοι γονείς, εγκλωβισμένοι στις μεταξύ τους διενέξεις, ασκούν πλημμελή έλεγχο στα παιδιά και επομένως δεν μπορούν να ελέγξουν την ποιότητα των φίλων τους και συγχρόνως το βαθμό κοινωνικοποίησης; Μήπως τα παιδιά κάποιων χωρισμένων ζευγαριών, πιεσμένα από το προβληματικό οικογενειακό τους περιβάλλον, νιώθουν οργή που ζητά εκτόνωση μέσω βίας -η ευχερής λύση- και της ένταξής τους σε συμμορίες κι αθλητικές ομάδες με παραβατική συμπεριφορά;
Μήπως το ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα, παγιδευμένο στις Πανελλαδικές εξετάσεις, υποσκελίζει τις ανθρωπιστικές αξίες και συνακόλουθα δεν μπορεί να βοηθήσει τους νέους να συνειδητοποιήσουν το άτοπο της βίας; Μήπως η αίσθηση ατιμωρησίας κι υπερβολικής επιείκειας που διακρίνει τις σύγχρονες παιδαγωγικές αντιλήψεις εδώ και χρόνια στα σχολεία προσφέρει στους νέους μας μία αίσθηση επιτρεπόμενης ανομίας;
Μήπως τελικά τα Μ.Μ.Ε. και Μ.Κ.Δ. δίνουν περισσότερα αρνητικά απ’ ό,τι θετικά πρότυπα, που υιοθετούνται μ’ ευκολία από παιδιά με προβληματικό ψυχικό κόσμο και διαμορφώνουν μία λανθασμένη άποψη περί βίας;
Μήπως η αύξηση της χρήσης ναρκωτικών στη νέα γενιά -πολλά παιδιά θεωρούν ότι το χασίς δεν είναι ναρκωτικό!- δημιουργεί μία σύγχυση στη συνείδησή και αυξάνει την ευερεθιστικότητα; Μήπως η εμφανής αδυναμία συνεργασίας των πολιτικών δυνάμεων της πατρίδας μας και η συνεπαγόμενη απαξίωσή τους στα μάτια των νέων, -όπως για παράδειγμα στην τελευταία χρεοκοπία αλλά και στην πρόσφατη πανδημία- παρέχει στα παιδιά την αίσθηση αδιεξόδου και γενικότερης ανομίας; Μπροστά στα καθημερινά αδιέξοδα, όλα επιτρέπονται;
Μήπως η διάχυτη αίσθηση ατιμωρησίας που υπάρχει στην ελληνική κοινωνία, ένεκα του δυσλειτουργικού συστήματος απονομής δικαιοσύνης και του λαϊκισμού των πολιτικών, σε συνδυασμό με τη διαμορφωμένη ελαστική μας συνείδηση για την πειθαρχία στους νόμους, εξασφαλίζουν ένα άλλοθι στον κάθε υποψήφιο για παραβατική συμπεριφορά νέο;
Όλα αυτά και άλλα παρόμοια ερωτήματα προβληματίζουν τους ειδικούς. Οφείλουμε ως κοινωνία κι άτομα να επιδιώξουμε με σοβαρότητα, σύνεση, μετριοπάθεια και κυρίως συνεργασία μία συνολική αναθεώρηση όλων των θεσμών που σμιλεύουν την προσωπικότητα των παιδιών, αρχίζοντας από την οικογένεια, το σχολείο, τους διάφορους φορείς διαπαιδαγώγησης και καταλήγοντας στους εκπροσώπους της εξουσίας. Απαιτείται εθνική προσπάθεια.