Γράφει ο Γιώργος Αράπογλου – Από την έντυπη έκδοση της Καθημερινής Αμαρυσίας – φύλλο Ηρακλείου – Λυκόβρυσης – Πεύκης – Μεταμόρφωσης 03/11
Tα γράφαμε καιρό. Ήδη από τον περασμένο Μάιο, όταν και «απελευθερωθήκαμε» από την πανδημία και ήμασταν έτοιμοι να περάσουμε ένα από τα πιο περίεργα καλοκαίρια της ζωής μας, τόσο από αυτήν εδώ τη στήλη όσο και πολλοί άξιοι συνάδελφοι ο καθένας από το δικό του μετερίζι, είχαμε επισημάνει την κρισιμότητα στη λήψη άμεσων, στοχευμένων και με πλάνο μέτρων, ώστε, όταν το δεύτερο κύμα ερχόταν, η χώρα να ήταν θωρακισμένη απέναντι στον άγνωστο και άκρως επικίνδυνο εχθρό. Ο χρόνος κύλησε, το δεύτερο κύμα ήρθε, μέτρα δεν πάρθηκαν και τώρα… τρέχουμε και δεν ξέρουμε αν θα φτάσουμε.
Δεν θα αναλωθώ σε ανέξοδη λαϊκίστικη αντιπολίτευση. Έτσι κι αλλιώς, πλέον, με την εικόνα των πραγμάτων, αναλύσεις δεν χωρούν. Απλά μαθηματικά. Ένα κι ένακάνουν δύο, που λέγαμε στην Α’ Δημοτικού. Δεν πάρθηκαν σωστά μέτρα, το πράγμα ξέφυγε και τώρα δεν μαζεύεται. Αλλά το πιο ανησυχητικό είναι ότι ακόμα και τώρα που η μισή χώρα επιστρέφει σε γενικό lock down – ήδη η Θεσσαλονίκη και οι γύρω νομοί θα θυμηθούν τη χρήση του SMS για κάθε έξοδό τους από το σπίτι – μέτρα προς τη σωστή κατεύθυνση εξακολουθούν να μη μπαίνουν στο τραπέζι.
Μέσα Μαζικής Μεταφοράς, πληρότητα σε σχολεία και ενίσχυση του υγειονομικού συστήματος, είναι οι τρεις πυλώνες που έπρεπε εδώ και μήνες να είχε στηριχθεί η προσπάθεια καταπολέμησης της πανδημίας. Αντ’ αυτού, μόλις προχθές ο αξιόλογος και εξαιρετικά σοβαρός, κατά τα άλλα επιστήμονας, Σωτήρης Τσιόδρας, του οποίου τις γνώσεις και την κατάρτιση θα είμαι ο τελευταίος που θα αμφισβητήσει, ξέφυγε από τον ρόλο του γιατρού και μίλησε ως πολιτικός και ξεκαθάρισε ότι «δεν μπορούν να γίνουν επενδύσεις σε Μέσα Μαζικής Μεταφοράς». Την ίδια ώρα, ο κόσμος δείχνει όλο και μεγαλύτερη αδιαφορία ως προς την τήρηση των μέτρων προστασίας, αποδεικνύοντας πως το μέτρο έχει χαθεί προ πολλού και το πράγμα δύσκολα θα σωθεί. Και αυτό, δυστυχώς, δεν συμβαίνει μόνο στην Ελλάδα.
Την ώρα που γράφονται αυτές οι γραμμές, στο κοντινό μας Μαυροβούνιο, οι πιστοί συρρέουν κατά εκατοντάδες για να προσκυνήσουν το ανοικτό φέρετρο και να φιλήσουν τον νεκρό Μητροπολίτη Αμφιλόχιο, ο οποίος, αν και αρνητής των μέτρων προστασίας, πέθανε τελικά νικημένος από τον φονικό ιό. Στην Ελλάδα, ακόμα κυνηγάμε πιτσιρικάδες στις πλατείες, στοχοποιώντας τους ως μοναδικούς φταίχτες για την εξάπλωση της πανδημίας και, ο φαύλος κύκλος συνεχίζεται. Πήρε παράταση και ο ανάδρομος Ερμής -για να κάνουμε και λίγο χιούμορ, μέρες που είναι – άντε να δούμε πώς θα τη γλιτώσουμε.
Τα πράγματα όμως είναι σοβαρά. Πλέον πολύ περισσότερο από ό,τι υπολογίζαμε. Με τα κρούσματα να ξεφεύγουν ολοένα και περισσότερο, την οικονομία να καταρρέει και ορισμένους επαγγελματικούς κλάδους να διαλύονται, ακόμα και αυτό το χιούμορ δεν είναι αρμόζον. Αν υπάρχει έστω ένα περιθώριο να σωθεί η κατάσταση, τούτες τις ώρες απαιτείται ψυχραιμία, σύνεση και συνεργασία. Αν κρίνω από τις κυβερνητικές αποφάσεις και τη γενικότερη στάση του κόσμου, δεν είμαι αισιόδοξος. Πώς θα μπορούσε να είναι κάποιος άλλωστε, όταν ήδη 637 συμπολίτες μας έχουν χάσει τη ζωή τους και η λίστα μεγαλώνει;
Ας έχουμε τούτο στο μυαλό μας. Αυτοί οι άνθρωποι είναι οι παππούδες και οι γιαγιάδες μας. Οι γονείς και τα αδέρφια μας. Τα παιδιά μας, οι φίλοι, οι συνάδελφοι. Εμείς οι ίδιοι. Και ας φροντίσει να κάνει ο καθένας αυτό που πρέπει.