Γράφει ο Μιχάλης Κ. Δερμιτζάκης Δικηγόρος ε.τ.
Το φρικτό και δυσώδες πρόσωπο της βίας στις πιο σκληρές μορφές του κάνει την παρουσία του όλο και συχνότερα στη χώρα μας. Μια βία, που έπαψε πια να κοιτάζει ηλικίες, να είναι «προνόμιο» των μεγάλων. Ξεκινά από τα «άγουρα», τα «αμούστακα» παιδιά, αγόρια και κορίτσια· παιδιά οικογενειών τής διπλανής μας πόρτας, ευκατάστατων ή μη, που εθίζονται στην παραβατικότητα αυτόβουλα, από μιμητισμό, ή «τσαμπουκά», θυμό ή αγανάκτηση προς το οικογενειακό ή σχολικό τους περιβάλλον ή με την άγρα και συνδρομή των «μεγαλύτερων» – των «εξπέρ» τού είδους. Παιδιά, που, δυστυχώς καταντούν, εφιάλτες για τους συνομηλίκους τους και «πονοκέφαλος» για την κοινωνία και την Πολιτεία και που, αργά ή γρήγορα, θα καταλήξουν τρόφιμοι των σωφρονιστικών καταστημάτων! Ερανιζόμαστε από την επικαιρότητα δυο άκρως αποκαλυπτικά συμβάντα τής νεανικής αναλγησίας.
Στην Κόρινθο πέντε μαθητές, ηλικίας 13 έως 16 χρόνων, αποπειράθηκαν να βιάσουν 14χρονη συμμαθήτριά τους μέσα στο σχολείο και σε ώρα λειτουργίας του με τους δυο από αυτούς να έχουν ήδη προφυλακιστεί!
Στην Αθήνα η πιο πρόσφατη μεγάλη φρίκη. Πολυπληθής ομάδα 15χρονων αγοριών βίαζαν ομαδικά κατ’ εξακολούθηση πάνω από έναν μήνα συνομήλικο συμμαθητή τους. Βιντεοσκοπούσαν «εν τω πράττεσθαι» τις αθλιότητές τους και διακινούσαν στη συνέχεια τα βίντεο της ντροπής, διαπομπεύοντάς τον! Και «όλ’ αυτά τα κάναμε για πλάκα, δεν έγινε και τίποτα» ισχυρίστηκε στην ανακρίτρια ένας απ’ αυτούς. Η κατάθεση του ανήλικου θύματος σοκάρει: «άφησέ με δεν μπορώ-δεν μπορώ. Αυτός, όμως, συνέχιζε». Δεν αντέχω άλλο ψιθύριζε καταρρακωμένος. Ήδη έξι απ’ αυτά «τα λεβεντόπαιδα» προφυλακίστηκαν, ενώ εξετάζεται η εμπλοκή και άλλων τεσσάρων κοριτσιών συνομήλικών τους!
Σύμφωνα με επίσημα στοιχεία της ΕΛ.ΑΣ., οι ληστείες σε σχολεία, γειτονιές, πλατείες, δρόμους και αλάνες με θύματα ανήλικους έχουν αυξηθεί μέσα σε έναν χρόνο κατά 317%, οι επιθέσεις ξυλοδαρμού ανήλικων στην Επικράτεια το ίδιο διάστημα αυξήθηκαν κατά 168% (πηγή στο διαδίκτυο “ieidiseis”). Η βαριά εγκληματικότητα της «άγουρης» γενιάς απασχολεί διαρκώς την Αστυνομία όχι μόνο στις υποβαθμισμένες φτωχογειτονιές αλλά και σε αναβαθμισμένες περιοχές, δήμους και πόλεις τής Χώρας. Οι ανήλικοι δρουν πια ομαδικά και οργανωμένοι. «Είναι οπλισμένοι με μαχαίρια και σιδηρογροθιές και παριστάνουν τους νταήδες» καταγγέλλουν δημόσια οι αστυνομικοί. Η παιδική παραβατικότητα κάθε μορφής κάνει πάρτυ κάθε βράδυ στις πλατείες, τα σοκάκια και τις αλάνες τής Ελλάδας. Γονείς θορυβημένοι από την έκρηξη της βίας προσπαθούν να προστατεύσουν τα παιδιά τους!
Όμως ο εγκληματικός αυτός οίστρος πρέπει να μας αφυπνίσει όλους όσο γίνεται πιο γρήγορα. Οι λόγοι που τον δημιουργούν δεν είναι λίγοι, είναι, όμως, γνωστοί. Το άσχημο οικογενειακό περιβάλλον, η έλλειψη οικογενειακής στοργής και θαλπωρής, η άρνηση κάθε μορφής εξουσίας γονεϊκής, σχολικής και κρατικής, ο μιμητισμός, η «αρχομανία», ο μακροχρόνιος υγειονομικός εγκλεισμός είναι μερικές απ’ τις αιτίες τού κακού. Η ευθύνη για την ανάσχεσή του και την επούλωση των πληγών που επέφεραν στα θύματα και τις οικογένειές τους βαραίνει εξίσου τούς γονείς, τις δημόσιες αρχές και τους πολίτες. Καθοριστικός, όμως, είναι ο ρόλος τού σχολικού περιβάλλοντος και των εκπαιδευτικών και εκεί οφείλουν να εστιάσουν το ενδιαφέρον τους το Υπουργείο Παιδείας και οι Ομοσπονδίες τους.
Το Υπουργείο Προστασίας τού Πολίτη, σε συνεργασία με το Υπουργείο Παιδείας, τις σχολικές Κοινότητες, τους αθλητικούς φορείς και τους υπεύθυνους των δομών – δημόσιων και ιδιωτικών – υποδοχής και προστασίας ανηλίκων και ΑΜΕΑ οφείλει να δημιουργήσει και να θέσει σε λειτουργία άμεσα ξεχωριστή Διεύθυνση αντιμετώπισης της εγκληματικότητας των ανηλίκων. Που θα στελεχώνεται από ειδικούς επιστήμονες: αστυνομικούς, κοινωνικούς λειτουργούς, ψυχιάτρους, παιδοψυχολόγους και κλινικούς ψυχοθεραπευτές, για να παρέχουν συστηματικά, και όχι σποραδικά κι εφήμερα, τις γνώσεις και εμπειρίες τους στις δομές, τα σχολεία και τους συλλόγους, αλλά και μέσω ειδικών εκπαιδευτικών και ενημερωτικών Προγραμμάτων Ραδιο-Τηλεοπτικών εκπομπών.
Είναι αδιανόητο να υπάρχουν σήμερα, όπως ήδη έχει καταγγελθεί, εγκαταλελειμμένα, «ωσεί αδέσποτα», ανήλικα, υγιή παιδιά να τριγυρνούν, νύχτα – μέρα, χωρίς φροντίδα, στοργή, περίθαλψη και έλεγχο από τους φορείς τής Πολιτείας, στους διαδρόμους και τους αίθριους χώρους των δημόσιων Νοσοκομείων. Είναι δυνατόν να μη νοιάζεται κανείς αρμόδιος γι’ αυτά; Η Πολιτεία οφείλει τώρα, «χθες» αν γινόταν, να προφτάσει τα χειρότερα, πριν τα σημερινά «αλάνια» εξελιχθούν σε αυριανούς εγκληματίες, γιατί τότε θα είναι πολύ αργά για τα ίδια αλλά και για την «πολιτισμένη», κατά τα άλλα, κοινωνία μας.
Τέλος, όλοι μας -εκπαιδευτικοί, δημόσιοι και ιδιωτικοί φορείς, Πολιτεία και γονείς- οφείλουμε να σταθούμε αρωγοί στα κακοποιημένα παιδιά. Να τα στηρίξουμε ηθικά, ώστε να επουλώσουν τις πληγές τους, να αποβάλουν το άγχος και την κατάθλιψη και να επανακτήσουν την αυτοεκτίμησή τους, το χαμόγελο για τη ζωή, την ελπίδα για το μέλλον τους. Γιατί τα παιδιά είναι η ίδια η ζωή και η τωρινή και η μέλλουσα.