Μητροπολίτου Κηφισιάς, Ἀμαρουσίου καί Ὠρωποῦ κ. Κυρίλλου
Από την έντυπη έκδοση της εβδομαδιαίας Αμαρυσίας – 26/06
Φέτος συμπληρώνονται 200 χρόνια (1821-2021) ἀπό τήν Ἐπανάσταση τοῦ 1821 καί τό γεγονός αὐτό ἀποτελεῖ τόσο γιά τήν Ἑλληνική Πολιτεία, ὅσο καί γιά τήν Ἐκκλησία σημεῖο ἱστορικῆς ἀναφορᾶς.
Ἡ ἐπέτειος αὐτή εἶναι, κυρίως στίς δύσκολες ἡμέρες πού διέρχεται ἡ πατρίδα μας, εὐκαιρία ἀναστοχασμοῦ τοῦ πνεύματος, τῶν ἀξιῶν καί τῶν γεγονότων, διά τῶν ὁποίων σφυρηλατήθηκε ἡ ἐθνική μας ταυτότητα καί προβλήθηκε τό Νεοελληνικό Κράτος στό παγκόσμιο στερέωμα. Τό φρόνημα τῶν Ἀγωνιστῶν τοῦ΄21 ἐμφορεῖται ἀπό «τοῦ Χριστοῦ τήν πίστη τήν Ἁγία», ὅσο κι ἄν δέν ἀρέσει σέ πολλούς σήμερα, ἀποσκοπεῖ στῆς «Πατρίδος τήν Ἐλευθερία» καί ὑπηρετεῖ, ὡς ἐκ τούτων, τήν οὐσιαστική πρόοδο στήν σύγχρονη ἐποχή.
Καθίσταται πλέον σαφές πώς οἱ θυσίες τῶν προγόνων μας δέν ἀποτελοῦν ἐθνικό κειμήλιο, κατάλληλο μόνο, γιά νά κοσμεῖ προθῆκες μουσείων καί σκονισμένες βιβλιοθῆκες, ἀντικείμενο μελέτης εἰδικῶν ἤ πεδίο στείρων ἰδεολογικῶν ἀντιπαραθέσεων. Οἱ θυσίες καί οἱ ἀγῶνες τους γιά τήν ἐλευθερία ἀποτελοῦν βαριά παρακαταθήκη γιά ὅλους μας. Ὑπαγορεύουν μία συγκεκριμένη στάση ζωῆς ἀπέναντι στήν πατρίδα, τήν ἐλευθερία καί τήν προάσπιση τῶν ἐθνικῶν συμφερόντων. Ἕνα ἀξιακό σύμπλεγμα ζωντανό καί ἱκανό νά ἐμπνεύσει ἀκόμα καί 200 χρόνια μετά τόν ἐφετινό ἑορτασμό.
Ἄλλωστε καί οἱ προκλήσεις ἔκτοτε δέν ἔχουν πάψει. Ἡ ἐθνική μας κυριαρχία συνεχίζει νά ἀπειλεῖται καί ὁ γνήσιος πατριωτισμός ἀποτελεῖ ζητούμενο. Οἱ νέες γενιές ὀφείλουν, πρίν προσπαθήσουν νά μιμηθοῦν τόν ἡρωισμό τῶν προγόνων μας, νά μελετήσουν, νά ἀναζητήσουν καί νά προβληματιστοῦν. Νά οἰκοδομήσουν μέ τήν βοήθεια τῆς παιδείας τίς γέφυρες πού θά τούς ἑνώσουν μέ τό ἔνδοξο παρελθόν, θέτοντας παράλληλα τίς βάσεις γιά ἕνα ἐνδοξότερο μέλλον. Δικό μας χρέος εἶναι νά τούς βοηθήσωμε, νά τούς διδάξωμε καί νά τούς στηρίξωμε σέ αὐτή τήν προσπάθεια.
Ἡ Ἱερά Μητρόπολις Κηφισίας, Ἀμαρουσίου καί Ὠρωποῦ στό πλαίσιο αὐτῶν τῶν ἑορτασμῶν θά διοργανώσει τίς ἑξῆς ἐκδηλώσεις:
ΚΥΡΙΑΚΗ 4 Ἰουλίου 2021
Ἐπετειακή ἐκδήλωση σέ συνεργασία μέ τόν Δῆμο Μαραθῶνος, γιά νά τιμηθεῖ ἡ Μάχη τοῦ Μαραθῶνα, 5 Ἰουλίου 1824.
-8-10 π.μ: Θεία Λειτουργία στόν Ἱερό Ναό Τιμίου Προδρόμου Μαραθῶνος.
-10.30 π.μ: Ἐπιμνημόσυνη δέηση – Κατάθεση στεφάνων. Ὁμιλίες στό Μνημεῖο τῶν Ἡρώων στόν προαύλιο χῶρο τοῦ Ναοῦ.
- 11 π.μ: Ἐπετειακή ἐκδήλωση στό Μουσεῖο Μαραθωνίου Δρόμου.
Πρόγραμμα
Παραδοσιακό τραγούδι: σοπράνο Θεοδώρα Ρούση.
Καλωσόρισμα: Εἰρήνη Σπανοῦ, διευθύντρια Μουσείου Μαραθωνίου Δρόμου.
Χαιρετισμός: Στέργιος Τσίρκας, δήμαρχος Μαραθῶνα.
Ὁμιλία: Μητροπολίτης Κηφισιάς, Ἀμαρουσίου, Ὠρωποῦ & Μαραθῶνος κ.κ. Κύριλλος.
Παραδοσιακό τραγούδι: Σοπράνο Θεοδώρα Ρούση.
Παρουσίαση κύριου ομιλιτή: Εὐάγγελος Κυπαρίσσης, αντιδήμαρχος Επιχειρηματικότητας, Πολιτικῆς Προστασίας & Πολιτισμοῦ.
Ὁμιλία: Κωνσταντῖνος Κολλιόπουλος, αναπληρωτής καθηγητής Παντείου Πανεπιστημίου.
Ερωτήσεις κοινοῦ.
Παραδοσιακοί χοροί: Σύλλογος Γυναικῶν Μαραθῶνα.
Ἐθνικός Ὕμνος: σοπράνο Θεοδώρα Ρούση.
ΚΥΡΙΑΚΗ 18 Ἰουλίου 2021
Ἐπετειακή εκδήλωση σέ συνεργασία μέ τόν Δῆμο Ὠρωποῦ γιά νά τιμηθεῖ ἡ Μάχη τοῦ Ὠρωποῦ, 13 Ἰουλίου 1829.
- 8-10 π.μ: Θεία Λειτουργία στόν ἱστορικό Ἱερό Ναό Κοιμήσεως Θεοτόκου Ὠρωποῦ (κτίσμα 12ου αἰ.).
-10.30 π.μ: Ἐπιμνημόσυνη δέηση – Κατάθεση στεφάνων στό Ἡρῶον τῆς πόλης.
- 8.00 μ.μ.: Ὁμιλία καί καλλιτεχνικές ἐκδηλώσεις στόν πολιτιστικό χῶρο τῶν φυλακῶν στήν Σκάλα Ὠρωποῦ.
Ἄς γνωρίσουμε τά ἱστορικά γεγονότα αὐτῶν τῶν δύο μαχῶν, τά ὁποῖα στούς περισσότερους εἶναι ἄγνωστα καί ἄς ἀποδώσομε ὅλοι μαζί, Κλῆρος καί Λαός, τήν προσήκουσα τιμή στούς ἥρωές μας καί στό ἔνδοξο παρελθόν μας, ὑπερβαίνοντας κάθε ἀβεβαιότητα πού σκιάζει τούς καιρούς μας, γιά νά ὁραματιστοῦμε τήν νέα Ἑλλάδα τοῦ μέλλοντός μας.
Ἡ Μάχη τοῦ Μαραθῶνα (5 Ἰουλίου 1824)
Πολεµικὴ ἀναµέτρηση µεταξὺ τῶν 3.000 Ὀθωµανῶν Τούρκων τοῦ Ὀµὲρ Πασᾶ καὶ 600 Ἑλλήνων ὑπὸ τὸν Γιάννη Γκούρα, στὴν πεδιάδα τοῦ Μαραθῶνα, ἐκεῖ ὅπου ὁ Μιλτιάδης εἶχε νικήσει τὸν στρατὸ τῶν Περσῶν τὸ 490 π.Χ. Ἡ δεύτερη µάχη τοῦ Μαραθώνα ἔγινε στὶς 5 Ἰουλίου 1824 καὶ ἔληξε, ὅπως καὶ ἡ πρώτη, µὲ ἐπικράτηση τῶν ἑλληνικῶν ὅπλων.
Τὸν Ἰούνιο τοῦ 1824 ὁ Πασᾶς τῆς Καρύστου Ὀµὲρ ἔλαβε ἐντολὴ νὰ στραφεῖ κατὰ τῆς Ἀττικῆς, σὲ µία ἐποχὴ ποὺ οἱ Ἕλληνες σπαράσσονταν ἀπὸ ἐµφύλιες ἔριδες. Τὴν ἴδια περίοδο (24 Ἰουνίου 1824), ὁ πρόεδρος τοῦ Ἐκτελεστικοῦ, Γεώργιος Κουντουριώτης, ὅρισε φρούραρχο τῆς Ἀκρόπολης τὸν δυναµικὸ ὁπλαρχηγὸ Γιάννη Γκούρα.
Πράγµατι, στὶς ἀρχὲς Ἰουλίου ὁ Ὀµὲρ Πασᾶς ἀποβιβάστηκε στὸν Ὠρωπὸ µὲ 3.000 ἄνδρες (ἐκ τῶν ὁποίων οἱ 2.000 γενίτσαροι), πυροβολικὸ καὶ ἱππικό. Ἀφοῦ λεηλάτησε τὴ γύρω περιοχή, κατευθύνθηκε πρὸς τὴν Ἀθήνα. Μόλις πληροφορήθηκε τὸ γεγονὸς ὁ Γκούρας, συγκρότησε σῶµα ἀπὸ 600 ἄνδρες, µὲ τὴ συµµετοχὴ τῶν χιλιάρχων Μαµούρη, Ρούκη καὶ Πρεβεζιάνου καὶ ἀποφάσισε νὰ ἀναχαιτίσει τοὺς Ὀθωµανοὺς στὸν Μαραθῶνα. Στὶς 3 Ἰουλίου 1824 κατέλαβε τὸν λοφίσκο (τύµβο) τῆς πεδιάδας τοῦ Μαραθῶνα µὲ τὸ παλαιὸ τεῖχος, ἀπ’ ὅπου θὰ διάβαινε ἀναγκαστικὰ ὁ Ὀµὲρ µὲ τὸν στρατό του.
Οἱ πρῶτες ἁψιµαχίες µεταξὺ τῶν δύο ἀντιπάλων ἔγιναν στὶς 5 Ἰουλίου 1824. Πρῶτα τὸ πυροβολικὸ τοῦ Ὀµὲρ ἄρχισε νὰ βάλλει κατὰ τῶν ἑλληνικῶν θέσεων καὶ στὴ συνέχεια ἀνέλαβαν δράση οἱ γενίτσαροι µὲ τὸ ἱππικό, οἱ ὁποῖοι ἀποκρούσθηκαν µὲ σηµαντικὲς ἀπώλειες. Ὁ ἀγῶνας ἐξελισσόταν ἀµφίρροπος καὶ ὁ Γκούρας προσπαθοῦσε νὰ ἀνεβάσει τὸ ἠθικὸ τῶν στρατιωτῶν του, θυµίζοντάς τους τὸν ἄθλο τῶν Ἀθηναίων κατὰ τὸν Περσῶν στὸν ἴδιο χῶρο πρὶν ἀπὸ 2.300 χρόνια.
Τότε, ὡς ἀπὸ µηχανῆς θεός, ἐµφανίσθηκε στὸ πεδίο τῆς µάχης ὁ στρατηγὸς Διονύσιος Εὐµορφόπουλος, προερχόµενος ἀπὸ τὴν Κόρινθο. Εἶχε µάθει γιὰ τὴν ἀπόβαση τῶν Τούρκων στὴν Ἀττικὴ καὶ ἔσπευσε µὲ τοὺς ἄνδρες του νὰ βοηθήσει. Ἡ ἀπρόσµενη ἐνίσχυση ἀναπτέρωσε τὸ ἠθικὸ τῶν Ἑλλήνων. Ὁ Γκούρας «σάλπισε» τὴν ἀντεπίθεση καὶ µὲ τὴν καθοριστικὴ συνεισφορὰ τῶν ἀνδρῶν τοῦ χιλίαρχου Γιάννη Ρούκη αἰφνιδίασαν τοὺς ἀντιπάλους τους καὶ τοὺς ἔτρεψαν σὲ φυγή. Οἱ Τοῦρκοι ἄφησαν στὸ πεδίο τῆς µάχης 260 νεκρούς, τὸν ἀρχηγὸ τῶν γενιτσάρων Ἰµπραήµ, καθὼς καὶ πλούσια λάφυρα, ὅπλα καὶ δύο σηµαῖες.
Μετὰ τὴ µάχη, ὁ Γκούρας, µιµούµενος τὸ βάρβαρο ἐπινίκιο τουρκικὸ ἔθιµο, ἔκοψε τριάντα κεφάλια ἀπὸ τοὺς Τούρκους πεσόντες καὶ τὰ ἀπέστειλε στὴν Ἀθήνα µαζὶ µὲ τὶς δύο πολεµικὲς σηµαῖες, ἐν εἴδει θριάµβου. Παράλληλα, µὲ ἐπιστολή του πρὸς τοὺς δηµογέροντες τῶν Ἀθηνῶν χαρακτήρισε τὴ νίκη του ἀνώτερη σὲ ἡρωισµὸ ἀπὸ ἐκείνη τῆς Γραβιᾶς (8 Μαΐου 1821), γιατί «ἐνίκησαν ἐκεῖ ὅπου ἐνίκησε πάλαι ποτὲ καὶ ὁ Μιλτιάδης».
Ὁ Ὀµὲρ Πασᾶς µετὰ τὴν ἧττα του ὑποχώρησε µὲ τὸν στρατό του στὸ Καπανδρίτι, ἐνῶ ὁ Γκούρας µὲ τὸν Εὐµορφόπουλο ἐπέστρεψαν στὴν Ἀθήνα γιὰ νὰ ἑτοιµάσουν τὴν ἄµυνα τῆς πόλης. Ὁ Ὀθωµανὸς πολέµαρχος θὰ ἐπιχειροῦσε νὰ καταλάβει τὴν Ἀθήνα γιὰ δεύτερη φορὰ στὶς ἀρχὲς Αὐγούστου τοῦ 1824.
Η µάχη τοῦ Ωρωποῦ (13 Ἰουλίου 1829)
Καὶ ἐνθάδε ἐς Ὠρωπὸν
Τὸ 1829 ἦταν ἡ κρισιµότερη χρονιὰ τῆς Ἑλληνικῆς Ἐπαναστάσεως, ποὺ κατέληξε τελικὰ στὴν ἀναγέννηση τοῦ Ἑλληνικοῦ Ἔθνους καὶ τοῦ Ἑλληνικοῦ Κράτους. Τὴν χρονιὰ αὐτὴ ἔγιναν ὑπὸ τὴν εὐφυῆ στρατιωτικὴ καὶ διπλωµατικὴ τακτικὴ τοῦ Ἀρχιστρατήγου τῆς στρατιᾶς τῆς Ρούµελης Δηµητρίου Ὑψηλάντη ἀπὸ 4 ἕως 13 Ἰουλίου 1829 οἱ τρεῖς τελικὲς µάχες τῆς ἀπελευθέρωσης τοῦ Ὠρωποῦ καὶ τῶν περιχώρων, µὲ τὴν τελικὴ κατάληψη τῶν ἀποθηκῶν στὴν Σκάλα Ὠρωποῦ (µάχη 13ης Ἰουλίου 1829). Στὸν σχεδιασµὸ καὶ στὶς ἐπιχειρήσεις τῆς ὁριστικῆς ἀπελευθέρωσης τοῦ Ὠρωποῦ πρωτοστατεῖ, µὲ τὸ 4ο τάγµα τῆς Ε’ χιλιαρχίας τῆς στρατιᾶς τῆς Ρούµελης ὁ Δηµήτριος Ὑψηλάντης. Τὴν διοίκηση τοῦ 4ου τάγµατος ὁ Ὑψηλάντης τὴν εἶχε ἀναθέσει τιµητικὰ στὸν πεντηκοσίαρχο Γεώργιο Σκουρτανιώτη.
Στὴν τελευταία καὶ νικηφόρα µάχη στὴν Σκάλα Ὠρωποῦ ἐφονεύθησαν περισσότεροι ἀπὸ διακόσιοι ἑβδοµήντα Τοῦρκοι στρατιῶτες καὶ ἀξιωµατικοὶ καὶ αἰχµαλωτίστηκαν ὁ πεντακοσίαρχος διοικητής, τρεῖς ἑκατόνταρχοι καὶ πολλοὶ ὑπαξιωµατικοί. Ὁ ἀριθµὸς δὲ τῶν Τούρκων αἰχµαλώτων πρέπει νὰ ξεπέρασε τοὺς ἑκατό. Ἀπὸ τοὺς Ἕλληνες ἐφονεύθησαν ὀκτὼ καὶ πληγώθηκαν δώδεκα.
Τὰ ὀφέλη ἀπὸ τὴν µεγάλη αὐτὴ µάχη τοῦ Ὠρωποῦ γιὰ τὴν ἐξέλιξη τῆς Ἑλληνικῆς Ἐπαναστάσεως ἦταν τεράστια καὶ καθόρισαν καίρια τὴν τελικὴ νικηφόρο πορεία της. Ἡ µάχη αὐτὴ ἐπέβαλε νὰ συµπεριληφθοῦν στὰ ὅρια τοῦ πρώτου Ἑλληνικοῦ Κράτους (Συνθήκη τῆς Ἀνδριανουπόλεως 14-9-1829) καὶ ἡ Ἀττικοβοιωτία µὲ τὴν Εὔβοια.
Μεγάλη καὶ καταλυτικὴ στὴ νικηφόρα αὐτὴ µάχη ἦταν ἡ ἀνδρεία καὶ ὁ ἔξυπνος σχεδιασµὸς τῆς πυρπόλησης τῶν ἀποθηκῶν καὶ τῶν προµαχώνων ἀπὸ τὸν καπετάν-Γεώργιο Σκουρτανιώτη. Νὰ πῶς περιγράφει τὸ τέλος αὐτῆς τῆς µεγάλης µάχης ὁ συγγραφέας Γιάννης Γκικάκης στὸ βιβλίο του: «1829 Ἡ Παλιγγενεσία. Αἱ ἔσχαται ὀδύναι καὶ αἱ µάχαι εἰς Ἀττικήν, Βοιωτίαν καὶ Εὔβοιαν», 2017.
«Καὶ ἔτσι τελείωσε ἡ νικηφόρα µάχη γιὰ τοὺς Ἕλληνες, καὶ τὸ σούρουπο ὅταν ξεκαθάρισαν καὶ τακτοποιήθηκαν τὰ πράγµατα, οἱ Ἕλληνες στρατιῶτες καὶ οἱ χωριανοὶ µαζεύτηκαν, κρατώντας ἀπὸ ἕνα σπαρµατσέτο στὸ χέρι τους, στὴν ἐκκλησία τῆς Παναγίας στὸν Ὠρωπό, γιὰ τὴν ἐξόδιο τῶν νεκρῶν καὶ τὰ εὐχαριστήρια στὴν Θεοτόκο. Στὸ τέλος ὁ παπὰ Σπύρος, ἀφοῦ ἔκανε καὶ ἕνα τρισάγιο στὰ µνήµατα τῆς Κρυσταλλίας καὶ τῶν τριάντα παλληκαριῶν τοῦ Ὠρωποῦ, τελείωσε τὴν ὁµιλία του, πολὺ συγκινηµένος, µὲ αὐτὰ τὰ λόγια:
«Καπετάν-Γιώργη, Παλληκάρια µου, ἀγαπητοί µου συγχωριανοί, ἀδέρφια µου, σήµερα τὸ χωριό µας ὁ Ὠρωπός, ξανὰ ἀναπνέει λεύτερος ὕστερα ἀπὸ 389 χρόνια σκλαβιᾶς, χάρη στὰ ποτάµια ἀπὸ τὸ αἷµα τῶν ἡρωικῶν παλληκαριῶν µας. Αἰωνία τους ἡ µνήµη». Καὶ ἀµέσως κάλεσε ὅλους νὰ ψάλουν «Τῇ ὑπερµάχῳ». Ἡ Ἐκκλησία τῆς Παναγίας, ὁ πρόναος, ὁ νάρθηκας καὶ τὸ προαύλιο γέµισαν ἀπὸ τοὺς γλυκοὺς καί γεµάτους συγκίνηση ἤχους τοῦ ὕµνου τῆς Ὑπερµάχου, ποὺ χάνονταν σιγά-σιγά, ἀνεβαίνοντας ψηλὰ στὸν ξάστερο οὐρανό, µαζὶ µὲ τὶς εὐωδιὲς ἀπὸ τὸ λιβάνι καὶ τὸν καπνὸ ἀπὸ τὸ θυµιατήρι τοῦ παπά-Σπύρου. Ἀπὸ τὰ µάτια ὅλων κυλοῦσαν δάκρυα, δάκρυα πόνου γιὰ τοὺς νεκρούς, ἀλλὰ καὶ δάκρυα χαρᾶς γιὰ τὴ λύτρωση τοῦ Γένους. Ἀλλὰ πάνω ἀπ’ ὅλα, δάκρυα εὐγνωµοσύνης πρὸς τὴ ΜΕΓΑΛΟΧΑΡΗ. Τούτη δῶ ἡ νύχτα ἦταν µιὰ ΜΕΓΑΛΗ ΝΥΧΤΑ γιὰ τὸ βασανισµένο χωριό. Ὁ Ὠρωπὸς ἦταν πάλι ΛΕΥΤΕΡΟΣ.»