Έρευνα – παρουσίαση: Γιώργος Πάλλης
Ένας βασιλιάς επισκέπτεται το πανηγύρι το Παναγίας στο Μαρούσι: η είδηση αυτή ακούγεται τουλάχιστον απίστευτη, αλλά πρόκειται για ένα πραγματικό επεισόδιο που συνέβη τον Δεκαπενταύγουστο του μακρινού έτους 1857. Ο βασιλιάς ήταν ο Όθων, ο πρώτος και επί τριάντα περίπου χρόνια μονάρχης της ανεξάρτητης Ελλάδας, του μικρού και καχεκτικού βασιλείου που εκτεινόταν τότε στην Πελοπόννησο, τη Στερεά Ελλάδα, τις Κυκλάδες και τις Σποράδες. Η επίσκεψή του στο πανηγύρι καταγράφεται στο φύλλο της 17ης Αυγούστου 1857 της εφημερίδας ΑΥΓΗ, την οποία εξέδιδε στην Αθήνα ο Φίλιππος Λούης, της γνωστής μαρουσιώτικης οικογένειας.
Το καλοκαίρι εκείνο ο Όθων παραθέριζε στην Κηφισιά, φιλοξενούμενος σε ιδιωτική κατοικία, μιας και ο ίδιος δεν διέθετε θερινά ανάκτορα. Η σύζυγός του βασίλισσα Αμαλία απουσίαζε σε ταξίδι στη Γερμανία. Μαζί με τον Όθωνα είχαν μετακομίσει στην Κηφισιά η βασιλική αυλή και πολλές λειτουργίες του κράτους –εκεί γίνονταν δεκτοί υπουργοί και πρέσβεις, ενώ τα βασιλικά διατάγματα δημοσιεύονταν στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως με τόπο υπογραφής την Κηφισιά. Τον βασιλιά και την αυλή είχαν ακολουθήσει οι καλές οικογένειες της Αθήνας, πολλοί πολιτικοί και διάφορα πρόσωπα που περιτριγύριζαν το κέντρο της εξουσίας.
«Η μεγαλειτέρα κίνησις παρατηρείται μεταξύ Κηφισσίας, Αμαρουσίου και Αθηνών», γράφει στις 4 Ιουλίου 1857 η ΑΥΓΗ. «Καθημερινώς αναβαίνουν και καταβαίνουν άμαξαι μεταφέρουσαι την εκλεκτοτέραν κοινωνίαν εις τα εαρινά αυτά προάστεια, όπου συνεκεντρώθη η αριστοκρατία των Αθηνών». Το γεγονός της ημέρας ήταν οι έξοδοι του βασιλιά, ο οποίος πραγματοποιούσε συχνά έφιππους περιπάτους με την ακολουθία του, περιηγούμενος τις εξοχές της Κηφισιάς, του Αμαρουσίου ή και του Ηρακλείου, όπου κατοικούσαν οι συμπατριώτες του Βαυαροί έποικοι. Τόσο ο ίδιος ο Όθων όσο και οι αυλικοί του έφεραν σε αυτές τις εξόδους εντυπωσιακές πολυτελείς φουστανέλλες.
Η εορτή της Κοίμησης της Θεοτόκου στο Μαρούσι αποτελούσε τότε την πιο μεγάλη θρησκευτική εκδήλωση της ευρύτερης περιοχής και συγκέντρωνε πολλούς προσκυνητές από την Αθήνα και την Αττική. Η παρουσία του βασιλιά στην Κηφισιά το 1857 παρακίνησε τους Μαρουσιώτες να τον προσκαλέσουν στο πανηγύρι τους. Ας δούμε πώς περιγράφει το γεγονός η ΑΥΓΗ: «Την 15 τρ(έχοντος) ετελέσθη εν Αμαρουσίω η συνήθης πανήγυρις, εις ην και εξ Αθηνών συρρέουσι πολλαί οικογένειαι. Επειδή δε εφέτος η Α.Μ. ο Βασιλεύς ημών διαμένει εις Κηφισίαν, οι κάτοικοι Αμαρουσίου επιθυμούντες να καταστήσωσι την εορτήν ταύτην μεγαλοπρεπεστέραν, παρεκάλεσαν και την Α.Μ. ίνα διά της παρουσίας Της τιμήση την πανήγυριν ταύτην. Και αληθώς ο Βασιλεύς δεχθείς την πρόσκλησιν κατήλθεν εις Αμαρούσιον, όπου το εσπέρας εγένοντο προς τοις άλλοις και διάφορα πυροτεχνήματα δαπάνη του Δήμου».
Η ολιγόλογη αυτή είδηση μας επιτρέπει, σε συνδυασμό με άλλες πληροφορίες, να αναπαραστήσουμε σε γενικές γραμμές τί συνέβη την ημέρα εκείνη στο Μαρούσι. Ο Όθων και η έφιππη συνοδεία του, με τους φουστανελλοφόρους αξιωματούχους της αυλής, τους υπασπιστές και τη φρουρά του ιππικού, θα έφτασαν στη σημερινή πλατεία Κασταλίας, η οποία, όπως γνωρίζουμε από το σύγχρονο περίπου ημερολόγιο της δανέζας Κριστιάνας Λυτ, ήταν ήδη διαμορφωμένη σε ανοικτό χώρο συναθροίσεων και φιλοξενούσε το γλέντι του πανηγυριού, γύρω από το πηγάδι που υπήρχε στο κέντρο της. Ο καθολικός στο θρήσκευμα βασιλιάς θα προσκύνησε στην εκκλησία της Παναγίας, ένα ταπεινό και ταλαιπωρημένο κτίσμα της εποχής της Τουρκοκρατίας –ο σημερινός ναός άρχισε να κτίζεται αργότερα, το 1870. Η βασιλική συνοδεία θα δέχτηκε κάποιο κέρασμα των ντόπιων και ίσως θα παρακολούθησε τους χορούς τους και, με τη δύση του ήλιου, την καύση των πυροτεχνημάτων, για την οποία είχε φροντίσει ο Δήμος Αθηναίων.
Η επίσκεψη αυτή, που για μας σήμερα ακούγεται σχεδόν σαν παραμύθι, πρέπει να άφησε στους Μαρουσιώτες της εποχής ζωηρές αναμνήσεις. Πέντε χρόνια αργότερα ο Όθων έπαιρνε το δρόμο της επιστροφής στη Βαυαρία, μετά από την επανάσταση που τον εκθρόνισε τον Οκτώβριο του 1862. Το πανηγύρι της Παναγίας δεν ξαναέζησε, απ’ όσο γνωρίζουμε, την παρουσία ενός βασιλιά –πράγμα που βέβαια δεν μείωσε τη ζωντάνια και τη φήμη του.
Το πανηγύρι του 1857 είχε όμως και κάποιες παράπλευρες απώλειες. Ο λόγος και πάλι στην ΑΥΓΗ: «Κύων πάσχων εξ υδροφοβίας έδηξεν προχθές (15 Αυγούστου) εις Αμαρούσιον δύω ανθρώπους. Από Αμαρουσίου δε διευθυνθείς εις Κηφισίαν έδηξε και εκεί δύω υπηρέτας της αυλής».